«Αν ζούσαμε στην Αμερική θα ήταν διαφορετικά», σκέφτεται η Έμιλυ Βαφειά σχετικά με τα φαντασμαγορικά έργα που δημιουργεί τα τελευταία χρόνια, το απαύγασμα της ποπ, ό,τι πιο αιχμηρό και πρόσφατο παράγει ο σύγχρονος πολιτισμός, αισθητοποιημένο και στυλιζαρισμένο με τον τελείως δικό της, πρωτότυπο τρόπο. «Εκεί με τα emojis τρελαίνονται. Πάντα όμως με ακολουθούσαν αυτές οι ποπ ιδέες».
Σπούδασε αρχιτεκτονική στην Αγγλία επειδή οι γονείς της δεν την προώθησαν προς τη ζωγραφική («θα σπουδάσεις κάτι σοβαρό» γελάει με τρυφερότητα όταν θυμάται τα λόγια του πατέρα της) παρότι αποφοίτησε κορυφαία στη χρονιά της στη ζωγραφική του I.B. (το αγγλικό Λύκειο που προσφέρουν ορισμένα ιδιωτικά, ελληνικά σχολεία στις τελευταίες δύο τάξεις του Λυκείου ως προετοιμασία για σπουδές στην Αγγλία).
«Αλλά εγώ ονειρευόμουν να πάω στην Αμερική». Μετά την αρχιτεκτονική στο Westminister του Λονδίνου, σπούδασε εσωτερική διακόσμηση (interior design) στην περίφημη σχολή σύγχρονης τέχνης Central St. Martins College of Art and Design αλλά ήθελε να γυρίσει πίσω στην Ελλάδα παρότι της πρόσφεραν δουλειά εσωτερικής διακόσμησης σε ορισμένα σπίτια. Στην Αθήνα εργάστηκε αμέσως στο B – Group του Ηλία Μπρατόπουλου.
Επέστρεψε 21 ετών και στα 22 παντρεύτηκαν με τον Χάρη Βαφειά. Στα 23 της απέκτησαν το πρώτο τους παιδί. Σήμερα έχουν συνολικά δύο. Αλλά μέσα της την έτρωγε ακόμη η ιδέα να ασχοληθεί με την Τέχνη. «Σκέφτηκα στην αρχή να το κάνω ως χόμπι, χωρίς άγχος επαγγελματικό. Ζωγράφιζα, κυρίως καρτούν, χωρίς να οργανώσω ποτέ έκθεση. Για μένα το έκανα. Τα τοποθετούσα στα δωμάτιά μας, στα σπίτια μας. Είχα φτιάξει για τον Χάρη ένα μεγάλο έργο».
Με τα καρτούν είχε εμβαθύνει ήδη από τα σχολικά της χρόνια στη Σχολή Μωραΐτη και στο I.B. Η γενιά της είχε μεγαλώσει με το μάνγκα, το γιαπωνέζικο καρτούν στο ύφος του Τακάσι Μουρακάμι. «Ας πούμε ένα πλήθος από κόσμο, το ένα κάδρο πάνω στο άλλο, δίπλα στο άλλο, το ένα μεγάλο το άλλο μικρό, το ένα θυμωμένο, το άλλο άλλιως».
Ερασιτεχνικά μέχρι που κάποιος της ζήτησε να αγοράσει ένα από τα έργα της. «Μόνο τότε άρχισα να το βλέπω διαφορετικά. Διότι όταν ασχολείσαι με κάτι σε όλη σου τη ζωή, δεν αντιλαμβάνεσαι αν έχει αξία ή όχι εκτός και αν στο εκφράσει κάποιος άλλος». Άρχισε βαθμιαία να μετατρέπει σε επάγγελμα κάτι που πάντοτε θεωρούσε πηγαία και αναπόδραστη αγάπη της.
Ύστερα οργανώθηκε η Creaid της Μαρίνας Βερνίκου για την οποία δημιούργησε μία τσάντα με καρτούν που είχε ανέλπιστα καλή ανταπόκριση από το κοινό και τότε αναλογίστηκε: «Μάλλον κάτι βλέπουν που εγώ δεν μπορώ να δω», εξηγεί σήμερα. «Ίσως είμαι πολύ ταπεινή, πρέπει να μου δώσει κανείς πολλή ενθάρρυνση για να πιστέψω σε αυτό που κάνω». Ίσως επειδή παντρεύτηκε τόσο νωρίς (ή μήπως εγκαίρως;) και δεν πρόλαβε να σχεδιάσει το πώς θα προχωρήσει στον επαγγελματικό στίβο. Βούτηξε αμέσως στον κόσμο της μητρότητας.
Κι όμως, αν η ζωή της δεν είχε ακολουθήσει αυτήν την πιο «οικογενειακή» τροπή και είχε περισσότερο επαγγελματικό προσανατολισμό, δεν σημαίνει ότι θα έφτανε με σιγουριά ή πιο γρήγορα στην τέχνη: «Αν ήμουν σε γραφείο αρχιτεκτονικό, ίσως να σκεφτόμουν: καλύτερα να δουλεύω εδώ για να έχω ένα άλφα μισθό αφού με την τέχνη υπάρχει πάντα το ρίσκο αν θα πετύχεις ή όχι. Όμως, τελικά προέκυψε η τέχνη. Και έγινε επειδή μου αρέσει, όχι για την αναγνώριση».
Μετά το δρώμενο της Creaid, προχώρησε την τεχνική της ένα σκαλοπάτι παραπέρα. Άρχισε να φαντάζεται τρόπους να παραλλάξει ελαφρώς το ύφος καρτούν.
Και έτσι κατέληξε στην πιο δημοφιλή σειρά έργων της με πρωταγωνιστές την αγαπημένη «τρέλα» της σύγχρονης εποχής, τα λεγόμενα emojis, τα ανθρωπάκια των έξυπνων τηλεφώνων. Η ιδέα προέκυψε οργανικά (όπως εξάλλου έχει συμβεί στις καλύτερες στιγμές στην ιστορία της τέχνης), μέσα από τη ζωή της, όταν συμφώνησε με τον συζύγό της να κρύβει τα πρόσωπα των παιδιών τους στο ίνσταγκραμ. «Από τότε άρχισα να αγοράζω έτοιμες φωτογραφίες και να τις στολίζω», συμπληρώνει εκείνη.
Αυτές οι εξαιρετικά σύνθετα επεξεργασμένες εικόνες αγαπήθηκαν ιδιαιτέρως από τον κύκλο της Έμιλυς. Η αρχή έγινε με τη Μαριάννα Βαρδινογιάννη (η Έμιλυ συμμετείχε στην πυρηνική ομάδα του τότε Elpida Youth). Η πρόεδρος της Ελπίδας έδωσε δική της φωτογραφία με όλη την οικογένεια μέσα σε αυτοκίνητο με αφορμή την επέτειο γάμου της. Η δημιουργός μεταλαμπάδευσε στην εικόνα ένα ονειρώδες ύφος, στο στυλ της κινηματογραφικής Αλίκης στη χώρα των θαυμάτων με τεράστια μανιτάρια και λουλούδια, πολύχρωμα πουλιά.
Τότε προέκυψε η πρόταση να οργανώσουν φιλανθρωπική έκθεση με έργα της Έμιλυς ώστε τα έσοδα από τις πωλήσεις τους να διατεθούν στους σκοπούς του Συλλόγου. Πραγματοποιήθηκε με τεράστια επιτυχία το 2018 στην Image Gallery του Νικόλα Λυκιαρδόπουλου.
‘Εκτοτε πάντως οι παραγγελίες πήραν φωτιά. Ο Κώστας Καίσαρης ζήτησε ένα emoji που να φοράει Rolex. Μελλόνυμφοι προτιμούσαν έργα με καρδιές…
Η Έμιλυ εξελίχθηκε περαιτέρω, ακολουθώντας πάντα την αιχμή του δόρατος. Προχώρησε την έμπνευσή της στο έπακρο με την τριλογία που δημιούργησε με έμπνευση την Όπερα του Παρισιού την οποία κοιτάζει από τρεις διαφορετικά οπτικές γωνίες: Από τη σκηνή προς στην πλατεία και vice versa καθώς και από τη στολισμένη είσοδο στο μέγαρο Palais Garnier το οποίο «απεικονίζει τη συνύπαρξη του κακού με το καλό στην καθημερινή ζωή», όπως η ίδια σημειώνει.
Έργα με την αρετή να συμπυκνώνουν το μεγαλειώδες κλασικό με το λούστρο του υπερσύγχρονου. Άρεσε τόσο πολύ που η διεθνής γκαλερί Artion gallery (Γευνεύη, Αθήνα, Σπέτσες – Ποσειδώνιο, μεταξύ άλλων σημείων) ζήτησε τη σειρά για να διοργανώσει έκθεσή της.
Εξάλλου ο κόσμος της όπερας την έχει κατακτήσει από τότε που επισκέφτηκε τη Σκάλα του Μιλάνου. «Εντυπωσιάστηκα από την υπέροχη αρχιτεκτονική, την πλούσια διακόσμηση και την αυτοκρατορική ατμόσφαιρα. Θαύμασα το μοναδικό μαέστρο Ντάνιελ Μπαρενμπόιμ, μαγεύτηκα από το Μπελκάντο και η βραδιά αυτή που έμεινε αξέχαστη».
Η Έμιλυ επεξεργάζεται τις φωτογραφίες στο photoshop. Ύστερα εκτυπώνονται και ντύνονται με υλικό plexiglass και τελικά φωτίζονται με ρεύμα, με ειδικό τρόπο. «Τα παιδιά πλέον λείπουν πολλές ώρες στο σχολείο. Και εγώ από μικρή δεν μπορούσα να κάθομαι και να τεμπελιάζω, ήθελα να δουλεύω. Στο σχολείο είχα φτιάξει το e shop Emily the shopaholic, το 2007 όταν ήμουν 17 ετών (σ.σ. πρωτοπόρος για τα ελληνικά δεδομένα σε αυτόν τον τομέα). Έφερνα τα American Vintage. Ήταν ατομική εταιρεία, τα ετοίμαζα όλα μόνη μου. Όταν έφυγα για σπουδές, το έκλεισα. Αν δεν δουλεύεις, αρχίζεις και τρώγεσαι. Και ο Χάρης όλη μέρα δουλεύει».
Οργάνωσε και η ίδια μία κλειστή παρουσίαση έργων της στις Σπέτσες το 2019 με ιδιωτικές προσκλήσεις. Και από αυτήν εκτινάχθηκε στη μεγάλη της έκθεση στο Μονακό. Πραγματοποιήθηκε το 2019 στο περιθώριο του Yacht Show (για σκάφη από πενήντα μέτρα και πάνω) που επισκέπτεται κάθε χρόνο (τέλη Σεπτεμβρίου) με τον σύζυγό της αφού ο Χάρης Βαφειάς συμμετέχει στην κριτική επιτροπή του περιοδικού Boat magazine.
Η έκθεση διοργανώθηκε από κοινού με τη Μαριάννα Γουλανδρή Λαιμού η οποία με τη σειρά της παρουσίασε τις δημιουργίες κοσμημάτων της Marianna Lemos. Συνδυάστηκε με κοκτέιλ και μουσική στην ιδιωτική λέσχη CREM (Club des Résidents Etrangers de Monaco). Πουλήθηκαν όλα τα έργα. Για το μεγάλων διαστάσεων φωτεινό μπλε μάτι, δέχτηκε πέντε παραγγελίες.
Και προχωράει ακάθεκτη. Τα πιο πρόσφατα έργα της αποτελούν συνθέσεις με ακρυλικούς καθρέπτες που δεν σπάνε. Σε αυτά τελειοποιεί τα εκφραστικά της μέσα, τον τρόπο με τον οποίο σύμβολα της λαϊκής κουλτούρας μετουσιώνονται και ανάγονται σε μία αισθητοποιημένη σύλληψη υψηλών προδιαγραφών.
Η έμπνευση και οι αναφορές προέρχονται και πάλι από την καθημερινότητά της, το σύμπαν της παιδικής αλλά και ενήλικης καταναλωτικής κοινωνίας: Ουράνια τόξα, κόκκινα χείλια, η Frozen και η Barbie, σύντομα ο Batman, η Coca Cola.
Με αυτά τα έργα εισέρχεται σταδιακά στον κόσμο του ντιζάιν. Κρατάει στο νου της για το μέλλον διάφορα σχέδια (κονσόλες, τραπέζια με βάση τα φωτεινά χείλια). «Θέλω όμως πρώτα να ολοκληρώσω αυτή τη σειρά με τους καθρέπτες και μετά σιγά σιγά να μπω στα έπιπλα, ίσως το επόμενο καλοκαίρι. Δεν θέλω να τα μπλέκω».
Πέρα από την πρωτοτυπία τους, τα έργα της διακρίνονται για την ακρίβεια των υλικών και της κατασκευής τους, στην υλοποίηση της πρωταρχικής σύλληψης. Ό,τι κέρδος έχει από τις πωλήσεις τους αμέσως επενδύεται στην επόμενη σοδειά.
Για την Έμιλυ Βαφειά ποπ «σημαίνει πολύχρωμo, εντυπωσιακό, σημαίνει να το βλέπεις και να σου μένει, να σου εντυπώνεται. Θέλω τα έργα μου πάντα να αποπνέουν κάτι θετικό -ποτέ κάτι αισχρό, προκλητικό ή σκοτεινό. Κάτι χαρούμενο και όχι κλασικό». Οι συνθέσεις της δηλαδή αποτελούν αντανάκλαση της προσωπικότητάς της: «Όλοι το ίδιο μου λένε», διαπιστώνει και η ίδια με χαμόγελο ευγνωμοσύνης.
Διαβάστε επίσης:
Λήδα Βαρδινογιάννη: Η μεγάλη κυρία της Αθήνας – Μια ζωή μυθική μέσα στα πλούτη και την τέχνη
Μαρίνα Μήλιου Θεοχαράκη: Θεωρώ προνόμιο ότι βρίσκομαι στο Ίδρυμα Θεοχαράκη
Η Μαριάννα Βαρδινογιάννη εκ βαθέων: «Θα αγωνιστώ για την επόμενη ημέρα»
Ακολουθήστε το Portraits στο Google News για την πιο ξεχωριστή ενημέρωση