Η χώρα μας έχει πάρει από νωρίς αυστηρά μέτρα για την προστασία μας από τον κορονοϊό και τον περιορισμό της εξάπλωσής του. Η προσπάθεια που γίνεται έχει αναγνωριστεί διεθνώς, με το Bloomberg να γράφει πως η Ελλάδα παραδίδει μαθήματα για τη διαχείριση της κρίσης.
Ένας Έλληνας που ζει στη Σουηδία και αυτή τη στιγμή νοσεί, έγραψε σε ανάρτησή του στο Facebook για την πραγματικότητα που βιώνει. «Να ‘μαι πάλι έξω. Όχι από το νοσοκομείο. Από το σπίτι μου. Δεν είμαι καν ένα καταγεγραμμένο επίσημα περιστατικό για το σουηδικό κράτος. Είμαι ένας από τους ανώνυμους πάσχοντες που είτε επιβιώνουν, είτε πεθαίνουν αβοήθητοι στο σπίτι τους», ξεκίνησε.
Έχουν περάσει δύο εβδομάδες από τη μέρα που ξεκίνησε να δίνει τη μάχη του με τον Covid-19. Δύο εβδομάδες που, όπως τόνισε, εκμηδένισαν όποια αγάπη και θαυμασμό είχε για τον τόπο που κατοικεί.
Όταν, την ενδέκατη μέρα, ζήτησε τη βοήθεια των ειδικών, τον άφησαν έξω από την κλειδωμένη πόρτα των επειγόντων περιστατικών, δίνοντάς του την υπόσχεση πως, σύντομα, κάποιος θα έρθει να τον πάρει μέσα. Εκείνος ψηνόταν στον πυρετό. Περίμενε για σχεδόν μία ώρα, αλλά δεν ήρθε ποτέ, κανείς.
Στο πλευρό του, στεκόταν δυνατή η σύντροφός του. Είναι νοσηλεύτρια και δεν είχε ενημερωθεί πως οι ασθενείς της ήταν πιθανά κρούσματα. Κι όμως, δεν τον άφησε στιγμή. Κι αυτός, έπαιρνε δύναμη.
Mόνο μία φορά έκλαψε. Είχε μάθει για έναν πατέρα τριών παιδιών, ο οποίος είχε προσβληθεί από τον ιό. Η σύζυγός του είχε καλέσει δύο φορές για ασθενοφόρο και όταν, τελικά, έφτασε, τους ανακοίνωσαν πως δε θα τον μεταφέρουν στο νοσοκομείο. Ήταν γερός και νέος, άλλωστε. Την επόμενη μέρα, έφυγε από τη ζωή.
Τα δάκρυά του, ήταν δάκρυα οργής.
Όπως ανέφερε στην ανάρτησή του, στη Σουηδία δεν υπήρχε ενημέρωση. Δεν ήθελαν ο κόσμος να ανησυχήσει και να σταματήσει να εργάζεται. Δε γίνονται τεστ γιατί κοστίζουν. Η ανθρώπινη ζωή έχει αξία, όμως πολύ μικρή, όπως φαίνεται.
«Να αγαπάμε την Ελλάδα. Να μη μιλάμε υποτιμητικά για αυτήν. Δεν έχουμε τα χρήματα των πλούσιων Ευρωπαίων, αλλά έχουμε φιλότιμο και ανθρωπιά. Εν έτει 2020, ακόμα διδάσκουμε πολιτισμό», κατέληξε.
Αναλυτικά, η δημοσίευσή του εδώ:
«Να ‘μαι πάλι έξω. Όχι από το νοσοκομείο. Από το σπίτι μου. Δεν είμαι καν ένα καταγεγραμμένο επίσημα περιστατικό για το σουηδικό κράτος. Είμαι ένας από τους ανώνυμους πάσχοντες που είτε επιβιώνουν, είτε πεθαίνουν αβοήθητοι στο σπίτι τους. Δύο εβδομάδες μάχη με τον κορνοϊό. Υψηλός πυρετός, βήχας, πόνοι στο σώμα, σπασμοί. 14 μέρες συνεχούς αγωνίας. Δίπλα η Karin σε κάθε δύσκολη στιγμή μου. Κρατούσε το χέρι μου και αποκοιμόταν δίπλα μου. Δύο εβδομάδες που έφτασαν ώστε όποια αγάπη και θαυμασμό είχα για το Σουηδικό κράτος να την εκμηδενίσουν.
Μία χώρα που είναι τυλιγμένη με τον μύθο του κράτους που μάχεται ανά το κόσμο για τις ανθρώπινες αξίες καταδικάζει σε θάνατο οτιδήποτε μπορεί να σταθεί εμπόδιο στην οικονομική του ανάπτυξη.
Αυτό που μου έκαναν οι υπάλληλοι αυτού του κράτος, το ιατρονοσηλευτικό προσωπικό τους, όταν ζήτησα την βοήθεια τους την 11η μέρα εύχομαι να μην το πάθει άλλος άνθρωπος αλλά εύχομαι οι ίδιοι να ζήσουν τα χειρότερα και να ψοφήσουν σαν αδέσποτα σκυλιά στον δρόμο όπως κόντεψα εγώ όταν με ξεφόρτωσαν στον δρόμο έξω από την κλειδωμένη πόρτα των επειγόντων περιστατικών με 39.5 πυρετό και μια υπόσχεση ότι έρχονται να με πάρουν μέσα. Ποτέ δεν ήρθαν και παρέμεινα 45 λεπτά στο έλεος του κρύου ανέμου. Είχα για αυτούς την Πανώλη του Μεσαίωνα. Είχα όμως λάδι ακόμα στο καντήλι μου. Καθίκια.
Δεν θέλω να κάνω τον γενναίο όμως η αλήθεια είναι ότι μετά από αρκετές εμπύρετες ημέρες δεν φοβόμουν για την ζωή μου. Ταχτοποίησα τις οικονομικές μου υποχρεώσεις, μετέφερα τα χρήματα σε μέλη της οικογενείας μου ώστε αν δεν υπάρξει καλή έκβαση να μην έχουν άλλα στο κεφάλι τους. Έδινα τον αγώνα μου και ό, τι προκύψει.. Μια φορά μόνο έβαλα τα κλάματα. Όταν η σύντροφός μου μού είπε για έναν 35χρονο πατέρα τριών παιδιών όπου πήγε το ασθενοφόρο στο σπίτι το οποίο μάλιστα κάλεσε η σύζυγός του για δεύτερη φορά και τους είπαν ότι δεν θα τον παν στο νοσοκομείο γιατί δεν είναι γέρος και είναι δυνατός και θα τα καταφέρει. Την άλλη μέρα πέθανε. Για αυτόν τον άνθρωπο έκλαψα. Όχι για μένα. Για εμένα δάκρυ δεν έχυσα. Η σύντροφός μου ναι. Εγώ όχι. Οργή ένιωθα και νιώθω όλο αυτόν τον καιρό. Όχι φόβο. Οργή διότι το ανεπτυγμένο κατά τα άλλα αυτό κράτος με την προσδοκία της ολοένα και μεγαλύτερης ανάπτυξης έχει χάσει αυτό που ονομάζεται ανθρωπισμός και υπερισχύει η βαρβαρότητα που συντροφεύει τα οικονομικά διαγράμματα.
Το Σουηδικό μοντέλο λοιπόν. Η σύντροφός μου δουλεύει σαν νοσοκόμα σε νοσοκομείο. Δεν την είχαν καν ενημερώσει ότι οι ασθενείς της ήταν ύποπτοι για κορονοϊό. Όταν εγώ κόλλησα με αντιμετώπισαν σαν λεπρό. Όπως σας λέω. Σαν λεπρό. Το Σουηδικό μοντέλο είναι το έξης. Μας συμφέρει μακροπρόθεσμα οικονομικά να πάρουμε μετρά; Όχι. Θα μας κοστίσει πολύ περισσότερο αν προσπαθήσουμε να περιορίσουμε την εξάπλωση. Όλα τα παιδιά σχολείο λοιπόν. Τώρα το αν κολλήσουν μετά τους γονείς και τους παππούδες ααααα εκεί είναι θέμα ατομικής ευθύνης. Και βέβαια θα πάνε σχολείο. Πώς αλλιώς ο μπαμπάς και η μάμα θα πάνε στην δουλειά τους. Η αξία της ανθρώπινης ζωής δεν είναι δυνατόν να κοστολογηθεί. Το ποσό που δίνουν για συντάξεις και την υποστήριξη των ασθενών έχει γνωστό κόστος. Όπως και το αβάσταχτο κόστος του να πάρουν μέτρα. (Αβάσταχτο. Που όμως η Ελλάδα των μνημονίων το δέχτηκε για να σώσει τους πολίτες της). Αν βάλεις λοιπόν τα έξοδα που θα προκύψουν από περιοριστικά μέτρα δεν τους βγαίνει με τίποτα. Άσε τους να πεθάνουν λοιπόν. Λέει ο πίνακας λοιπόν ότι στην Σουηδία έχουμε σήμερα περίπου 9000 περιστατικά και πέθαναν 800. Αμ δε, εμένα δεν με έχουν μέσα. Όπως και αυτούς που πεθαίνουν στα σπίτια τους. Test; Τι λες τώρα. Δεν έχει νόημα. Άσε που χαλάει και την στατιστική εικόνα τους προς τα έξω. Το ίδιο είναι 9000 και το ίδιο είναι 60000; Όχι δα μην τρελαθούμε. Το ίδιο 800 θάνατοι αντί 5000; Φυσικά όχι. Ας μην χαλάσουμε λοιπόν το image του κράτους, Κάνουν καλά την δουλειά τους οι εδώ αρχές.
Να αγαπάμε την Ελλάδα. Να μη μιλάμε υποτιμητικά για αυτήν. Δεν έχουμε τα χρήματα των πλούσιων Ευρωπαίων, αλλά έχουμε φιλότιμο και ανθρωπιά. Εν έτει 2020, ακόμα διδάσκουμε πολιτισμό»