Η Χριστιάννα Οικονόμου πρώτα εξυμνήθηκε ανάμεσα σε μία μικρή, πολυταξιδεμένη και καλλιτεχνικά αφυπνισμένη ελίτ με το πρώτο καϊκι που φιλοτέχνησε το 2015 στη Σχοινούσα. Η καλλιτεχνική της δεινότητα όμως γρήγορα διευρύνθηκε σε εγκαταστάσεις μεικτής τεχνικής, φωτογραφία (βλέπε: Chrieco, All We See Is The Sea), (γλυπτά) τάματα και προσφάτως φούτερ (ιδιαιτέρως εκφραστικά) και κεραμικά όπου η παράδοση εκμοντερνίζεται και ανάγεται στη σφαίρα της τέχνης.
Αναλόγως εξαπλώθηκε και η φήμη της που απολαμβάνει πλέον πιστούς θαυμαστές και αναγνώριση στην κριτική. Το μοναδικό καλλιτεχνικό της αποτύπωμα, η ελληνικότητά της σύγχρονης αυτής τέχνης, την οποία δεν συναντά κανείς αλλού, το προσωπικό, ιδιότυπο εκφραστικό σύμπαν που εμπεριέχεται σε κάθε έργο. Ακόμη και τα ιδιαίτερα αυτά νεο παραδοσιακά φούτερ, αποτελούν μία δική της έκφραση και προτροπή.
Η καλλιτεχνική ιδιοφυία της Χριστιάννας Οικονόμου αρρύεται από την πηγαία και αυθεντική της αγάπη για την ανθρώπινη δημιουργία και τα αξιόλογα απομεινάρια της, για το παρελθόν που μπορεί να μετακυλίσει στο παρόν με τρόπο αναγεννησιακό όταν το αναλάβει ένα δημιουργικό και αρκούντως διαβασμένο πνεύμα.
Διακριθήκατε σε έναν μικρό καλλιτεχνικό κόσμο και την κοινωνική ελίτ αναπαλαιώνοντας καΐκια στις Μικρές Κυκλάδες -Σχοινούσα, Ηρακλειά, Κουφονήσια. Πώς ξεκίνησε αυτή η ιδιοφυής «εργασία» με τα καϊκια;
Ανέκαθεν είχα μεγάλη, ανεξήγητη αγάπη για τη θάλασσα, η οποία μεγάλωσε κατά την παραμονή μου στο Λονδίνο. Ολα μου τα καλοκαίρια τα πέρναγα στο νησί των αρωμάτων, τις Σπέτσες, σ’ ένα σπίτι απέναντι από τα καρνάγια. Ισως έτσι εξηγείται η μεγάλη μου αγάπη για τα παραδοσιακά μας καΐκια. Η εργασία πριν από την πτυχιακή μου είχε να κάνει με τις ελληνικές παραδόσεις που χάνονται με το πέρασμα των χρόνων. Μέσα σ’ αυτές, και η δουλειά των καραβομαραγκών και των καρνάγιων. Ετσι ξεκίνησε μια θεωρητική μελέτη γύρω από τα καΐκια. Επιστρέφοντας από το Λονδίνο το 2015 είχα αποφασίσει ότι ήθελα να ξεκινήσω κάτι σχετικά με αυτά τα στολίδια της θαλασσάς μας.
Από το Λονδίνο, τις δύο κορυφαίες καλλιτεχνικές σχολές Central St. Martin’s και Chelsea College of Arts, τι αποκομίσατε ως καλλιτεχνική παρακαταθήκη και αργότερα επαγγελματικά ως εργασιακό ήθος;
Κύρια στοιχεία του χαρακτήρα μου είναι ο παιδικός, αυθόρμητος ενθουσιασμός και ο ρομαντισμός. Πέντε χρόνια στο Λονδίνο έμαθα καλά πως δεν έχουν όλοι αυτά τα δύο στοιχεία και πως ο κόσμος είναι πολύ πιο σκληρός, αυστηρός και ανταγωνιστικός απότι φαίνεται. Πόσο μάλλον όταν βρίσκεσαι στον κόσμο της τέχνης, και σε δύο τέτοιες σχολές. Αν κάτι αποκόμισα και το κουβαλάω σαν παράσημο, είναι αρχικά η επιμονή – τίποτα δεν θα σου δωθεί με την πρώτη – και πως δύναμη θα παίρνω πάντα από μένα για μένα. Ευτυχώς ακόμη δεν έχω χάσει τα δύο αυτά πρώτα στοιχεία -απλώς τώρα είμαι πιο επιφυλακτική.
Τι σημαίνει «Καράβια που δεν φοβήθηκαν»;
Τα Καράβια Που Δεν Φοβήθηκαν είναι ένα πρόγραμμα εικαστικής αναπαλαίωσης παλιών εγκαταλελειμένων παραδοσιακών καικιών στις Κυκλάδες. Ξεκίνησε με την υποστήριξη της ΜΚΟ “Άγονη Γραμμή Γόνιμη το 2016 στην Σχοινούσα με το πρώτο καΐκι. Στη συνέχεια αναπαλαιώθηκε το δεύτερο σκαρί στην Ηρακλειά, στο Κουφονήσι και στη Νάουσα της Πάρου. Φέτος ετοιμάζονται δύο νέα καΐκια στη Δονούσα και στα Κατάπολα της Αμοργού.
Σκοπός του εγχειρήματος αυτού είναι αφενός να διατηρηθούν έστω και κάποια από τα παραδοσιακά μας καΐκια αφετέρου να διαδωθεί το μήνυμα γύρω από την διάσωση ελληνικών παραδοσιακών τεχνικών στην Ε.Ε.
Στόχος του project δεν είναι η επαναλειτουργία και πρακτική χρήση των σκαριών αυτών αλλά η επαναπροσδιόρησή τους και ο μη συμβατικός τρόπος χρήσης τους, στη στεριά αυτή τη φορά. Και πιο συγκεκριμένα στο λιμάνι του κάθε νησιού ως έργα τέχνης αφότου έχουν αναπαλαιωθεί. Τα καίκια αυτά αποτίνουν φόρο τιμής σε όλα τα ελληνικά σκαριά τα οποία έχουν καταστραφεί, υμνούν μια από τις μεγαλύτερες παραδοσιακές τεχνικές η οποία χάνεται, την ελληνική ναυπηγική παράδοση και τιμούν όλους τους ναυτικούς και την θάλασσά μας.
Είσαστε πολυσχιδής καλλιτέχνης: κολλάζ, καράβια, κεραμικά, φωτογραφίες. Υπάρχει όμως ένας κοινός άξονας που ενώνει όλες αυτές σας τις εκφάνσεις νομίζω, όπως το εξηγείτε εσείς: «Με συναρπάζουν τα παλιά αντικείμενα που έχουν περιέλθει σε αχρηστία, τα οποία οι άνθρωποι φαίνεται να υποτιμούν». Τι τύπου αντικείμενα και γιατί νιώθετε αυτήν την ανάγκη;
Ανέκαθεν πυρήνα στη δουλειά μου αποτελούσε η μείξη πολλών διαφορετικών τεχνικών, τεχνοτροπιών και υλικών (μικτή τεχνική). Με συναρπάζουν τα παλιά αντικείμενα που έχουν περιέλθει σε αχρηστία, τα οποία οι άνθρωποι φαίνεται να υποτιμούν. Για μένα το στοιχείο αυτό αποτελεί μεγάλο πόλο έλξης. Παλιότερα είχα τρέλλα με τις παλιές πόρτες, τις μάζευα και αποτελούσαν τη βάση των κολλάζ μου. Θέση μετά πήραν παλιές λαμαρίνες και χαρτόκουτα.
Η τελευταία μου αγάπη είναι τα εγκαταλελειμένα καΐκια. Μου αρέσει να σκαρώνω νέες σχέσεις με αυτά, οι οποίες μας ενθαρρύνουν να δούμε το παρελθόν και την ιστορία μας με φρέσκια ματιά. Απώτερος σκοπός όλου αυτού, η δημιουργία ενός διαλόγου ανάμεσα στις ελληνικές παραδοσιακές τεχνικές οι οποίες χάνονται με την πάροδο του χρόνου και σε μία «νεο-παραδοσιακή» προσέγγιση που υπάρχει στην πρακτική μου.
Μιλάτε για τις δεκαετίες 1960 ως 1980. Τη δεκαετία του 1990 βεβαίως μεγαλώνατε. Τα sixties βέβαια αναδείχθηκαν σε εποχή ανατροπής στην καλλιτεχνική έκφραση και στις ιδέες. Γιατί εσείς προσωπικά επιλέγετε αυτήν την εικοσαετία;
Από το σχολείο οι καλλιτέχνες οι οποίοι με ενέμπνεαν τύχαινε να είναι κυρίως των late 50’s, 60’s και 70’s όπως ο αμερικάνος Ρόμπερτ Ράουσενμπεργκ (Robert Rauschenberg) και ο δικός μας Βλάσης Κανιάρης. Στη πορεία της πρακτικής μου, τεχνικά επηρεαζόμουν πολύ από αυτούς τους δύο και παράλληλα εμπνεόμουν από την απίστευτη άνθηση της Ελλάδας των τεχνών και των παραδοσιακών τεχνικών. Θεωρώ πως όποτε έχω ανάγκη από κάποιο ερέθισμα ακόμη και οι ελληνικές ταινίες της εποχής εκείνης έχουν πάντοτε κάτι να μου δώσουν. Αυτό είναι το ταξίδι μου ως καλλιτέχνης: ένας παρατηρητής του δικού μου πολιτισμού.
Η μεικτή τεχνική στα έργα σας, εξυπηρετεί αυτήν την αναζήτηση μέσα στον χρόνο;
Φέρνει τις διάφορες στιγμές στον χρόνο σε δημιουργική συνύπαρξη και σύμπλευση με το παρόν; Ώστε να σώζεται ό,τι πιο πολύτιμο υπήρξε στο παρελθόν; Κάτι που αποτελεί επιδίωξή σας αν δεν απατώμαι;
Με την πάροδο του χρόνου καταπιανόμουν με διάφορες τεχνικές τις οποίες στην πορεία «πάντρευα» με έναν δικό μου τρόπο στα έργα μου. Block printing (ινδική παραδοσιακή τεχνική τυπώματος σε βαμβακερό ύφασμα ή χαρτί), αργαλειός, typewriting, plasma cutting και οξείδωση μετάλλων, κέντημα. Τελευταίες δύο προσθήκες τα τελευταία χρόνια είναι η αναπαλαίωση/συντήρηση παλιών παραδοσιακών καϊκιών και η κεραμική.
Εξελίσσοντας αυτές τις τεχνικές και πειραματιζόμενη με αυτές ανακαλύπτω συνέχεια καινούργια αποτελέσματα πράγμα το οποίο με συναρπάζει. Αυτό αποτελεί τη μέγιστη ικανοποίηση η οποία με ωθεί στο να πειραματίζομαι ακόμη περισσότερο και να θέλω να μάθω και άλλες παλιές τεχνικές έτσι ώστε να εξελίσσομαι και μαζί με μένα και το έργο μου. Η φθορά και το πέρασμα του χρόνου με μαγεύουν για αυτό και αποτελούν τη βάση της έρευνάς μου σε οτιδήποτε κάνω.
Αυτόν τον καιρό με τον κορονοιό πού βρίσκεστε;
Ομολογώ πως είμαι πολύ τυχερή καθότι αυτή τη δύσκολη και απρόβλεπτη περιόδο την οποία διανύουμε βρίσκομαι στην Πάρο, δίπλα στη θάλασσα και προσπαθώ να παραμένω αισιόδοξη, δημιουργική και να απολαμβάνω όσο μπορώ την ηρεμία και τον αληθινό χαρακτήρα του νησιού.
Πόσο καιρό τώρα μοιράζετε το χρόνο σας εξ ημισείας μεταξύ Αθήνας και Κυκλάδων;
Από την στιγμή που επέστρεψα μόνιμα από το Λονδίνο και ξεκίνησα το πρόγραμμα Καράβια που δεν φοβήθηκαν το χειμώνα του 2015, η ζωή μου μοιράστηκε στα δύο με φόντο το βαθύ μπλε των Κυκλάδων. Πράγμα το οποίο με κάνει να νιώθω καθημερινά ευλογημένη με την επιλογή μου.
Πώς είναι η ζωή στην άγονη γραμμή για ένα νεαρό κορίτσι που μεγάλωσε στα Αθηναϊκά προάστια και τις πολύ «αστικές» Σπέτσες;
Συναρπαστική και πολύ διαφορετική. Μου δόθηκε ένας ολόκληρος κόσμος απλόχερα να τον εξερευνήσω και αυτό ήταν που με μάγεψε.
«Σπέτσες», με λίγα λόγια για εσάς.
Η πιο μεγάλη μου αγάπη. Όλη μου η ζωή από 6 μηνών. Τρίμηνα καλοκαίρια, μοσχομυρωδάτες Μεγαλοβδομάδες, μπάνια, παγωτά, ποδήλατα, ολοήμερες καικάδες, οικογένεια, φίλοι, Μπουμπουλίνα, Γαρύφαλλος, πλατεία, παραδόσεις που με λαχτάρα περίμενα κάθε χειμώνα για να έρθουν, πρώτοι έρωτες, μηχανάδες. Το κλάμα την στιγμή της επιστροφής κάθε Σεπτέμβρη δεν θα το ξεχάσω ποτέ. Στις Σπέτσες μεγάλωσα και έμαθα πολλά από όσα είμαι σήμερα.
Σχοινούσα;
Η επόμενη, πιο «ενήλικη» αγάπη μου. Από «Σ» και αυτή. Μια αγάπη που είναι ολοκληρωτικά δική μου, μια κυκλαδίτισσα. Την ανακάλυψα και έγινε ολόκληρη μια οικογένεια για μένα. Χαίρομαι τόσο που το πρώτο μου καίκι είναι στη Σχοινούσα. Υπάρχει ένα κομμάτι μου εκεί το οποίο πάντα θα με κάνει να γυρνάω.
Τα εργαστήρια για παιδιά πώς και πού λειτουργούν;
Το εικαστικό εργαστήρι λειτούργησε για τρεις χειμώνες στη Σχοινούσα, στην Ηρακλειά και για ένα καλοκαίρι στο Κουφονήσι αλλά δυστυχώς λόγω φόρτου εργασίας και δυσκολίας στο να είμαι ταυτόχρονα σε τόσα μέρη κάνοντας διαφορετικά projects σταμάτησε πέρσυ.
Ταυτόχρονα έχετε ένα σάιτ All We See Is The Sea, και πάλι εξαιρετικά πρωτότυπο και φρέσκο. Ζωντανή έκθεση φωτογραφίας που αποτυπώνει μία άλλη Ελλάδα, πρωτόγονη και συνάμα εξαιρετικά εστέτ, όπως η Σχοινούσα. Πουλιούνται οι φωτογραφίες αυτές;
Η φωτογραφία είναι κομμάτι της καθημερινότητας μου καθώς μαρέσει να αποτυπώνω το καθετί γύρω μου που μου αρέσει ή με εμπνέει. Κάπως έτσι ξεκίνησε το All We See Is The Sea και στη συνέχεια προστέθηκαν και τα προιόντα που συνδυάσουν τα καΐκια, τη ζωή στο νησί, ελληνικές παραδόσεις όπως το τάμα και τα καλάθια με μια δική μου νεο-παραδοσιακή κυκλαδίτικη αισθητική. Οι φωτογραφίες για όποιον ενδιαφέρεται είναι προς πώληση.
Ταυτόχρονα στην ενότητα αυτή πουλάτε υπέροχα αντικείμενα, φούτερ και μπλούζες με λόγκο «ακυβερνησία», «παντός καιρού», για παιδιά όσο για μεγάλους. Γιατί αυτό το μόττο;
Ο μπαμπάς μου από μικρή μου έλεγε πάντα πως πρέπει να είμαι «παντός καιρού» ή όπως το λένε κάποιοι άλλοι «και για τα αλώνια και για τα σαλόνια». Μεγάλωσα πολύ με αυτό το μόττο και ήταν και το πρώτο που μου ήρθε στο μυαλό καθώς ζωγράφιζα πάνω στα καίκια. Έτσι στη συνέχεια έγινε και το πρώτο μόττο της σειράς All We See Is The Sea.
Λίγο πολύ, μικροί – μεγάλοι, ταυτίζονται ή θα ήθελαν να είναι παντός καιρού. Υπάρχει επίσης το «όλα πρίμα» το οποίο είναι μια ευχή που χρησιμοποιούν κυρίως οι θαλασσινοί αλλά την βρίσκω πολύ τρυφερή και θετική και την χρησιμοποιώ αρκετά. Όσο για το «Ακυβερνησία» παρότι για την θάλασσα είναι μια όχι και τόσο καλή κατάσταση, εγώ θέλησα να ελαφρύνω την έννοια χρησιμοποιώντας περισσότερο λυρικά και παιχνιδιάρικα, εξού και η διχρωμία στα φούτερ.
Το μέλλον πόσο σας ενδιαφέρει, καλλιτεχνικά και προσωπικά;
Μου αρέσει να κάνω όνειρα και να με φαντάζομαι στο μέλλον. Μου δίνει κίνητρο να συνεχίζω. Εύχομαι να μπορέσω να κάνω παιδιά τα οποία θα έχουν την ευλογία να ανακαλύψουν κάτι που θα το αγαπήσουν όσο αγαπώ εγώ όλα όσα κάνω. Εύχομαι ακόμη, να είμαι γερή να πραγματοποιήσω όλα όσα έχω ονειρευτεί δίπλα στους ανθρώπους που αγαπώ.
Για περισσότερες πληροφορίες: www.chrieco.com