Ήταν το όνειρό του εδώ και δεκαετίες, δαπάνησε αρκετά εκατομμύρια ευρώ για να το υλοποιήσει, χρειάστηκε να περιμένει, λόγω της πανδημίας, επί σχεδόν ένα χρόνο για να κάνει εγκαίνια αλλά τώρα ο 84χρονος δισεκατομμυριούχος Φρανσουά Πινό μπορεί να δείξει σε όλον το κόσμο το επίτευγμά του.
Ένα μουσείο μοντέρνας τέχνης στο Παρίσι, σε ένα ιστορικό κτήριο, το Bourse de Commerce, που ύστερα από την εμπνευσμένη επέμβαση του διάσημου αρχιτέκτονα Ταντάο Άντο εγκαινιάζεται το Σάββατο 22 Μαΐου με μια από τις πιο πλούσιες συλλογές του κόσμου.
Περισσότερα από 10.000 έργα σύγχρονης τέχνης περιλαμβάνει αυτή η συλλογή, η οποία κοστολογείται σήμερα στο 1,5 δισ. ευρώ. Η συντριπτική πλειοψηφία των έργων δεν έχει παρουσιαστεί ακόμη δημοσίως και από αυτά βέβαια, πολύ λιγότερα θα εκτεθούν στα 7000 τ. μ. του κτηρίου. Περί τα 150 εκατομμύρια ευρώ εξάλλου έχει κοστίσει η ανακαίνιση αυτού του κτηρίου του 18ου αιώνα, το οποίο κάποτε στέγαζε δημοπρατήριο σιτηρών και άλλων εμπορευμάτων και στη συνέχεια το γαλλικό χρηματιστήριο από το οποίο πήρε το όνομά του. Και παρ’ ότι η γαλλική πρωτεύουσα ουδόλως υπολείπεται σε μουσεία, άλλωστε το Bourse de Commerce – Collection Pinault βρίσκεται μεταξύ του Κέντρου Πομπιντού και του Λούβρου, αυτή η νέα «άφιξη» αναμένεται να δώσει μία επιπλέον ώθηση στην προσπάθεια του Παρισιού να βρεθεί ξανά στην πρωτοκαθεδρία της σύγχρονης τέχνης.
Το έχει δηλώσει εξάλλου και ο ίδιος ο Πινό μιλώντας με ενθουσιασμό του για το επερχόμενο άνοιγμα του Bourse de Commerce «όχι μόνο επειδή θα προστεθεί στους φορείς της πόλης που παρουσιάζουν σύγχρονη τέχνη, αλλά και γιατί, ύστερα από τη δύσκολη χρονιά που βίωσε η Γαλλία αλλά και όλος ο κόσμος το 2020, θα συμβάλει στην αναζωογόνηση του παρισινού πολιτιστικού τοπίου», όπως είπε.
Επιχειρηματίας και συλλέκτης
Ένας από τους πιο πλούσιους ανθρώπους του κόσμου με περιουσία, που σύμφωνα με την λίστα του Forbes υπολογίζεται στα 47,2 δισ. δολάρια, ο Φρανσουά Πινό είναι γνωστός ως ο επιχειρηματίας που διαχειρίζεται την πολυτέλεια αυτού του κόσμου. Ιδρυτής του ομίλου Kering των ειδών πολυτελείας διαθέτει τις φίρμες Gucci, Saint Laurent, Balenciaga, Stella McCartney, Alexander McQueen, Bottega Veneta ενώ μέσω του άλλου ομίλου Artemis διαχειρίζεται, μεταξύ άλλων τα κτήματα με αμπέλια στη Γαλλία και την Καλιφόρνια με τα περίφημα κρασιά ενώ έχει στην κατοχή του και τον οίκο δημοπρασιών Christie’s. Και μπορεί να έχει παραδώσει στα χέρια του γιου του Φρανσουά – Ανρί, συζύγου της ηθοποιού Σάλμα Χάγεκ τα ηνία δεν παύει ωστόσο να κινεί τα νήματα στο χώρο των επιχειρήσεων και της τέχνης διεθνώς.
Όλως περιέργως ωστόσο στην πρώτη έκθεση του μουσείου αποφεύγονται οι «θεαματικές εγκαταστάσεις αλλά και ορισμένοι πασίγνωστοι καλλιτέχνες, όπως ο Τζεφ Κουνς, ο Ντέμιαν Χιρστ και ο Τακάσι Μουρακάμι», σύμφωνα με τα λεγόμενα του Μαρτέν Μπετενόντ, αναπληρωτή διευθύνοντα συμβούλου της Collection Pinault. Αντίθετα ο στόχος ήταν μια πιο ανθρωπιστική και υπαρξιακή προσέγγιση στην τέχνη μέσω της αντιμετώπισης κοινωνικών, πολιτικών, φυλετικών, φύλων και ζητημάτων ταυτότητας, όπως διευκρινίζει ο ίδιος. Σε κάθε περίπτωση όμως ο Φρανσουά Πινό ήταν παρών στο στήσιμο της έκθεσης, όπως κάνει και σε όλες της συλλογής του, θεωρείται μάλιστα ότι δεν υπάρχει ούτε ένα έργο, που να μην το επέλεξε ο ίδιος!
Η περιπέτεια
Συλλέκτης εδώ και σαράντα χρόνια άλλωστε, παθιασμένος με την σύγχρονη τέχνη, ίσως δικαιολογείται να έχει τον τελευταίο λόγο στο πολυαναμενόμενο και για τον ίδιο εγχείρημα. Η αρχική του ιδέα να δημιουργήσει ένα μουσείο στη νησίδα Σεγκλ Σεγκιάν του Σηκουάνα, στα δυτικά του Παρισιού, εκεί όπου στο παρελθόν κατασκεύαζε αυτοκίνητα η Ρενώ, είχε συναντήσει το 2000 την άρνηση του δημοτικού συμβουλίου της πόλης, οδηγώντας το όλο σχέδιο σε ματαίωση. Η πρόταση περιελάμβανε την καθαίρεση των υπολειμμάτων του παλιού εργοστασίου και την ανέγερση ενός νέου, τεράστιου κτηρίου, προκειμένου προφανώς να στεγαστεί όλη η συλλογή, ωστόσο πλήθος ήταν τα προβλήματα που είχαν παρουσιαστεί, νομικά αλλά και περιβαλλοντικά.
Ο Πινό δεν έκρυψε ποτέ την μεγάλη απογοήτευση που έλαβε από την πατρίδα του και δεν σταμάτησε να ελπίζει ότι θα δοθεί κάποια στιγμή μία λύση, αυτό όμως δεν τον εμπόδισε να στραφεί στην Βενετία όπου και άνοιξε όχι έναν αλλά δύο εκθεσιακούς χώρους: Στο πλούσιο Παλάτσο Γκράσι στο Μεγάλο Κανάλι το 2006 και στο Πούντα ντέλα Ντογκάνα (τα παλιά τελωνεία) το 2009.
Η ευκαιρία για την επιστροφή ήρθε ωστόσο μόνη της, δια της δημάρχου του Παρισιού Αν Ινταλγκό, η οποία έχοντας δεσμευθεί να αναβαθμίσει την περιοχή Λεζ Αλ του πρότεινε να εγκαταστήσει ένα μουσείο στο Bourse de Commerce. Σύμφωνα με την εφημερίδα «Le Monde» το συμβόλαιο επιτρέπει την μίσθωση και την μετατροπή και χρήση του κτηρίου σε εκθεσιακό χώρο σύγχρονης τέχνης για 50 χρόνια, με καταβολή εκ μέρους της Collection Pinault 15 εκατομμυρίων ευρώ ετησίως για τα δύο πρώτα χρόνια. Να σημειωθεί εδώ εξάλλου, ότι η Collection Pinault είναι ανώνυμη εταιρεία και όχι ίδρυμα, το οποίο θα μπορούσε να επωφεληθεί από σημαντικές φορολογικές ελαφρύνσεις.
Κι αυτό ύστερα από επιθυμία του ίδιου το συλλέκτη, που θέλησε να διακρίνει τη δραστηριότητά του από αυτήν του επιχειρηματία.
Το νέο κτήριο
Ο βραβευμένος με Πρίτσκερ, Ταντάο Άντο ανέλαβε να υλοποιήσει το έργο, αφού είχε ήδη ολοκληρώσει την αποκατάσταση του Παλάτσο Γκράσι και είχε επανασχεδιάσει το Πούντα ντέλα Ντογκάνα. Η λύση που έδωσε ήταν ένας κύλινδρος από σκυρόδεμα, ύψους 9 μέτρων και διαμέτρου 33, που «τοποθετήθηκε» στην καρδιά του μεγαλοπρεπούς κυκλικού κτηρίου, αποδίδοντας 3.000 τ.μ. εκθεσιακών χώρων. Ο κύλινδρος έχει τέσσερα ανοίγματα ως προσβάσεις, που επιτρέπουν ταυτόχρονα στο φυσικό φως να φωτίζει το χώρο αλλά και οριοθετεί τη διαδρομή των επισκεπτών.
Νέα κλιμακοστάσια και διάδρομοι εξασφαλίζουν την πρόσβαση σε όλο το κτήριο, το οποίο απέκτησε επίσης αμφιθέατρο 300 θέσεων για προβολές, συνέδρια και συναυλίες, καθώς και αίθουσα black box για εγκαταστάσεις βίντεο και περφόρμανς. Και φυσικά ένα εστιατόριο, που διευθύνεται από τον βραβευμένο με τρία αστέρια Michelin, Μισέλ Μπρα. Το νέο αυτό «κτήριο» εξάλλου, που δημιουργήθηκε μέσα στο παλιό επιστέφεται από την ίδια στέγη, δηλαδή τον τεράστιο τρούλο με τις εκπληκτικές τοιχογραφίες.
«Τοποθετώντας νέους χώρους μέσα στο παλιό κτίριο, με σεβασμό στις αναμνήσεις της πόλης, που είναι χαραγμένες στους τοίχους του, μετέτρεψα ολόκληρο το εσωτερικό του κτηρίου σε έναν τόπο σύγχρονης τέχνης. Η θεματική για άλλη μία φορά εδώ είναι η δημιουργία ενός κτηρίου που συνδέει το παρελθόν με το παρόν και το μέλλον», όπως έχει δηλώσει ο Ιάπωνας αρχιτέκτονας.
Η έκθεση
Ζωγραφική, γλυπτά, εγκαταστάσεις, βίντεο περιμένουν το κοινό στο νέο μουσείο. Στο κέντρο του κυλίνδρου το γιγάντιο κέρινο γλυπτό του Ελβετού Ουρς Φίσερ, που απεικονίζει την Αρπαγή των Σαββίνων -αντίγραφο έργου του Φλαμανδού Τζαμπολόνια- κυριαρχεί, αλλά όχι για πολύ. Κι αυτό, γιατί στην διάρκεια των επόμενων μηνών θα εξαφανίζεται σιγά σιγά, καθώς θα καίγεται. Είναι και το πρώτο άλλωστε. που θα αντικατασταθεί μετά την ολοκληρωτική καταστροφή του.
Σκαρφαλωμένο στην κορυφή της ροτόντας εξάλλου στέκει ένα μικρό σμήνος περιστεριών, που υποτίθεται ότι έχουν μπει λάθρα στο χώρο, ευγενική προσφορά του Μαουρίτσιο Κατελάν. Και γύρω από αυτήν βρίσκονται σε βιτρίνες έργα του Μπερτράν Λαβιέ, καθώς επίσης μία ενότητα έργων του Ντέιβιντ Χάμονς, όπως ένα δίχτυ του μπάσκετ με κρύσταλλα. Στον πρώτο όροφο εκτίθενται φωτογραφίες ενώ ο δεύτερος είναι αφιερωμένος στη ζωγραφική από καλλιτέχνες όπως οι Ρούντολφ Στίντζελ, Μαρλέν Ντυμά, Λυκ Τουιμάν και Λινέτ Γιάντομ – Μποάκιε, που έχουν προβληθεί στους βενετσιάνικους εκθεσιακούς χώρους του Πινό. Σημαντική όμως είναι και η παρουσία Αφροαμερικανών καλλιτεχνών, όπως του Κέρι Τζέιμς Μάρσαλ.
Πέρα από την συγκεκριμένη έκθεση όμως και τις άλλες που θα ακολουθήσουν, βέβαιο είναι, ότι το Παρίσι κερδίζει έναν μουσειακό χώρο για μια σπουδαία συλλογή και μάλιστα σε ένα εμβληματικό κτήριο, ηλικίας δυόμισι αιώνων.
Η ιστορία
Η ίδρυση του κτηρίου πάει πίσω στο 1763 – 1767, όταν κτίσθηκε στην πρώτη -κυκλική πάντα- μορφή του ως χώρος αποθήκευσης και πώλησης σιταριού, σίκαλης, βρώμης αλλά και λαδιού, ζάχαρης κ.λ.π. Στην πραγματικότητα ήταν μία κυκλική αυλή, που αργότερα απέκτησε μία ξύλινη στέγη- θόλο, η οποία όμως το 1802 καταστράφηκε από πυρκαγιά. Ακολούθησε ένας δεύτερος τρούλος, σιδερένιος και καλυμμένος με φύλλα χαλκού, όχι επιτυχημένος αν και από τον διάσημο την εποχή εκείνη αρχιτέκτονα Φρανσουά Ζοζέφ Μπελανζέ.
Και τέλος μια μεγάλη επέμβαση στο κτήριο, το 1885, του έδωσε τη σημερινή του μορφή, από τον Ανρί Μπλοντέλ, που έκανε δραστικές επεμβάσεις αναβαθμίζοντας την λειτουργικότητα και την αισθητική του. Τότε απέκτησε την αετωματική είσοδο, που στηρίζεται σε τέσσερις κορινθιακούς κίονες αλλά και τις αλληγορικές μορφές -στην κορυφή του αετώματος- από τον γλύπτη Αριστίντ Κρουασί που συμβολίζουν την πόλη του Παρισιού πλαισιωμένη από το Εμπόριο και την Αφθονία. Εσωτερικά εξάλλου οι πλούσιες τοιχογραφίες αναφέρονται στην ιστορία του εμπορίου μεταξύ των πέντε ηπείρων.
Να σημειωθεί τέλος, ότι ως τις αρχές του 21ου αιώνα μεγάλος αριθμός επιχειρήσεων στεγαζόταν στο κτήριο, το οποίο από το 1949 είχε αποδοθεί στο Εμπορικό Επιμελητήριο του Παρισιού με το συμβολικό ποσόν του ενός γαλλικού φράγκου. Μια μεγάλη ανακαίνιση εξάλλου έγινε μεταξύ 1989 και 1999.
Τα αγάλματα ξαναγυρίζουν στο Μουσείο της Κω
Λίλι Χολέιν: Η νέα διευθύντρια του μουσείου Εφαρμοσμένων Τεχνών ΜΑΚ της Βιέννης
Χρονοκάψουλες ιστορίας στο Μουσείο Φωταερίου – Οι ειδικοί αφηγούνται
Ακολουθήστε το Portraits στο Google News για την πιο ξεχωριστή ενημέρωση