NEED TO KNOW

Φίλιππος, δούκας του Εδιμβούργου: Η δύναμη μιας βασίλισσας

«Τι πιστεύει ο Φίλιππος γι΄αυτό;». Η βασίλισσα Ελισάβετ 95 χρονών σήμερα ξέρει, ότι αυτή την ερώτηση δεν θα την ξανακάνει, όταν προκύπτουν θέματα στο παλάτι.

Ο σύντροφός της, λίγο πριν φθάσει τα εκατό του χρόνια δεν μένει πια εκεί.  Η Λίλιμπετ όπως την αποκαλούσε μόνον αυτός ήταν ερωτευμένη μαζί του από 13 χρονών, όταν εκείνος ήταν ένας ψηλός, ξανθός και γαλανομάτης νεαρός με ακτινοβολία αθλητή και στολή του Ναυτικού κι εκείνη ένα μικρόσωμο, άγουρο κοριτσάκι, που γοητεύθηκε αμέσως από τον ωραίο τριτεξάδελφο ώστε μερικά χρόνια αργότερα να επιμείνει μετά πάθους για να τον παντρευτεί. Και όπως αποδείχθηκε ορθώς έπραξε, παρ΄ ότι ο πατέρας της δεν καλόβλεπε τον γαμπρό, που ήταν άφραγκος και σχεδόν ορφανός.

Η σχέση τους κράτησε μια ολόκληρη ζωή, περνώντας από γνωστές και άγνωστες συμπληγάδες, με τον φέρελπι νεαρό να εγκαταλείπει τις προσωπικές του φιλοδοξίες για χάρη της βασίλισσας, αλλά και εκείνη να το αναγνωρίζει δηλώνοντας το 1977 στην 50ή επέτειο του γάμου τους, ότι «ήταν, απλά, η δύναμή μου και το στήριγμά μου όλα αυτά τα χρόνια» κι ότι η οικογένειά της του χρωστάει περισσότερα από όσα θα ζητούσε ποτέ.

Άλλωστε, αν και ποτέ δεν είχε λάβει επισήμως τον τίτλο του πρίγκιπα συζύγου, ο Φίλιππος  αφοσιώθηκε απόλυτα στα βασιλικά καθήκοντα, εγκαταλείποντας την πολλά υποσχόμενη καριέρα του στο ναυτικό, όπου ορισμένοι θεωρούσαν, ότι μπορούσε να φθάσει στα ανώτατα αξιώματα, για να βρεθεί στη σκιά της γυναίκας του.

Από την στιγμή όμως, που ο Φίλλιπος έκανε αυτήν την επιλογή δόθηκε ολόψυχα στην υπηρεσία του βρετανικού έθνους, υιοθετώντας μοναδικά έναν δημόσιο ρόλο. Για πολλές δεκαετίες έτσι, υπήρξε το πιο ενεργητικό μέλος της βασιλικής οικογένειας με την πιο πλούσια ατζέντα σε ανειλημμένες υποχρεώσεις για δημόσιες εμφανίσεις. Κι ενώ συνταγματικά ήταν αποκλεισμένος από σημαντικούς τομείς της επαγγελματικής ζωής της Βασίλισσας _ κατέχοντας μόνο το ρόλο του ιδιώτη συμβούλου και χωρίς το δικαίωμα να βλέπει κρατικά έγγραφα _ ξεκίνησε να εκσυγχρονίσει τη μοναρχία, που φοβόταν, ότι θα μπορούσε να καταλήξει ως μουσείο. Ή το χειρότερο, να καθαιρεθεί.

Μέλος και ο ίδιος βασιλικής οικογένειας, που είχε χάσει τον θρόνο της, ήξερε ότι οι μοναρχίες θα μπορούσαν να πέσουν, αν έχαναν τον σεβασμό του λαού. Κάποτε έτσι, σ΄ένα ταξίδι του στον Καναδά είχε πει πως: «Αν οι άνθρωποι αισθάνονται, ότι η μοναρχία δεν έχει κανένα ρόλο, τότε προς Θεού, ας το τελειώσουμε με φιλικούς όρους»!

Έτσι δεν δίστασε να ανοίξει το παλάτι καθιερώνοντας ανεπίσημα γεύματα με καλεσμένους από διάφορους χώρους κι όχι απαραίτητα γαλαζοαίματους αλλά και δίνοντας πάρτι στους κήπους, ποντάροντας στα οφέλη της επικοινωνίας της βασίλισσας με το λαό της.

Μεγάλες αποφάσεις της εξάλλου, συμπεριλαμβανομένης εκείνης, όπου η Ελισάβετ συμφώνησε να πληρώνει φόρο επί του ιδιωτικού εισοδήματός της, επίσης η κατάργηση του βασιλικού γιοτ Britannia αλλά και η επιστολή της προς τον Κάρολο και την Νταϊάνα προτείνοντας τους να πάρουν διαζύγιο, ελήφθησαν μετά από διαβούλευση με τον δούκα, σύμφωνα με όσους ξέρουν καλά το παλάτι.

Βασιλικός σύζυγος

Ένας νεωτεριστής; Κάθε άλλο. Έχοντας ζήσει όμως από νηπιακή ηλικία αρκετά δράματα στην οικογένειά του, με βαριές απώλειες αλλά και διώξεις και εξορίες του πρίγκιπα πατέρα του, ήξερε καλά, ότι από τη μια στιγμή στην άλλη, μπορούσε ακόμη και ένας τιτλούχος να βρεθεί στο δρόμο. Ο ίδιος ήταν το μεγάλο παράδειγμα.

Από την άλλη και σε προσωπικό επίπεδο, ίσως να έκρυβε απογοήτευση για τη ζωή του στη σκιά της βασίλισσας, όμως δεν το έδειξε ποτέ δημόσια. Ωστόσο, σε μία συνέντευξη στο BBC για τα 90ά  γενέθλιά του είχε αποκαλύψει, πως τον πρώτο καιρό μετά το γάμο του με την Ελισάβετ πάσχισε πολύ να βρει έναν ρόλο για τον εαυτό του. «Δεν υπήρχε προηγούμενο. Όποιον κι αν ρωτούσα “τι περιμένεις να κάνω;” δεν ήξερε να μου απαντήσει», είχε πει.

Γοητευτικός, ελκυστικός, πνευματώδης, δείχνοντας πραγματικό ενδιαφέρον για όσους συναντούσε στις επίσημες επισκέψεις και αφήνοντας έτσι τις καλύτερες εντυπώσεις, ο Φίλιππος μπορούσε όμως ταυτόχρονα να είναι αυτοσαρκαστικός, ακραία ειλικρινής έως και κυνικός, ανατρεπτικός, ακόμη και επιθετικός. Η ειρωνεία και το καυστικό χιούμορ ήταν τα όπλα του, φέρνοντας βέβαια το παλάτι σε πολύ δύσκολη θέση, όταν τα χρησιμοποιούσε δημοσίως. Επιρρεπής επίσης στις γκάφες, χωρίς καν να νοιάζεται γι΄ αυτό, υπήρξε και η «χαρά» των ταμπλόιντ.

Είναι γνωστό άλλωστε, ότι είχε πει στον πρώην βουλευτή των Συντηρητικών και βιογράφο Τζάιλς Μπράντρεθ: «Έχω γίνει καρικατούρα. Πρέπει να το αποδεχτώ»!

Το σίγουρο είναι, ότι ο δούκας του Εδιμβούργου, απόγονος του οίκου Σλέσβιχ-Χόλσταϊν-Σόντερμπουργκ-Γκλύξμπουργκ κάθε άλλο παρά ήταν μια απλή προσωπικότητα. Με τόση ιστορία πίσω του και τέτοιο απίστευτο συνδυασμό προγόνων, πώς θα μπορούσε. Παρ΄ όλο όμως,  που ο ίδιος είχε κάποτε χαρακτηρίσει τον εαυτό του ως «αναξιόπιστο Βαλκάνιο πρίγκιπα, χωρίς ιδιαίτερη αξία ή διάκριση», το αντίθετο τελικά απέδειξε. Οι πράξεις του μπορεί να ξένιζαν αλλά τελικά με τον τρόπο του τις επέβαλλε. Όπως όταν αποφάσισε να επιστρέψει στην Ορθόδοξη Εκκλησία, που είχε εγκαταλείψει για χάρη του γάμου του με την Ελισάβετ, παρ΄ότι δημοσίως έκανε πάντα τον σταυρό του ως χριστιανός ορθόδοξος.

Η γέννηση στην Κέρκυρα

Γεννημένος στο Mon Repos της Κέρκυρας στις 10 Ιουνίου του 1921 δεν αισθάνθηκε ωστόσο, ποτέ Έλληνας. Το παρουσιαστικό του παρέπεμπε σε βόρειο, σε Άρειο, όπως θα έλεγαν αργότερα,  άλλωστε, όπως είχε πει κι ο ίδιος σε συνέντευξή του, το 2014 στον Independent «Σκεφτόμουν τον εαυτό μου ως Σκανδιναβό. Συγκεκριμένα Δανό. Στο σπίτι μιλούσαμε αγγλικά. Οι άλλοι μάθαιναν ελληνικά και τα καταλάβαινα κάπως. Αλλά μετά η συζήτηση γυρνούσε στα γερμανικά, επειδή τα ξαδέλφια μου ήταν Γερμανοί. Κι εγώ, αν δεν μπορούσα να βρω μία λέξη σε κάποια γλώσσα, την σκεφτόμουν σε άλλη»

Πατέρας του ήταν ο πρίγκιπας Ανδρέας της Ελλάδας και της Δανίας, γιος του Βασιλιά Γεωργίου Α΄ της Ελλάδας, που όταν δολοφονήθηκε  το 1913, ο αδερφός του Κωνσταντίνος Α΄ έγινε βασιλιάς. Η μητέρα του με την συγκλονιστική ζωή _το σπίτι της υπάρχει ακόμη στην Ελλάδα_  ήταν η πριγκίπισσα Αλίκη του Μπάττενμπεργκ, πρώτο παιδί του Λουδοβίκου του Μπάττενμπεργκ  και της Βικτώριας της Έσσης και του Ρήνου, εγγονής της βασίλισσας Βικτωρίας.

Να σημειωθεί, ότι ο παππούς του Λουδοβίκος έγινε μετέπειτα γνωστός ως Λούις Μαουντμπάττεν, Μαρκήσιος του Μίλφορντ Χέιβεν, αφού αρνήθηκε τους γερμανικούς τίτλους του και υπηρέτησε το βρετανικό Πολεμικό Ναυτικό ως αξιωματικός _την ίδια παράδοση θέλησε να συνεχίσει και ο Φίλιππος. Και να προστεθεί, ότι η γιαγιά του Φιλίππου, η Όλγα Κωνσταντίνοβνα (σύζυγος του Γεωργίου Α΄) ήταν Ρομανόφ ενώ ο παππούς από την πλευρά του πατέρα του ήταν ο Χριστιανός Θ΄ της Δανίας.

Εξορία και φυγή

Η εποχή που ήρθε στον κόσμο ο Φίλιππος ήταν μία από τις πιο ταραγμένες στην ιστορία της Ελλάδας αλλά και της Ευρώπης γενικότερα. Ήταν το μόνο αγόρι της οικογένειας ενώ οι άλλες τέσσερις, μεγαλύτερες αδελφές του ήταν η Μαργαρίτα, η Θεοδώρα, η Καικιλία και η Σοφία. Βαπτίσθηκε χριστιανός ορθόδοξος με αναδόχους την γιαγιά του Όλγα και τον δήμαρχο Κέρκυρας Αλέξανδρο Κοκοτό. Ο λόγος που ζούσαν στο Mon Repos ήταν η διαθήκη του Γεωργίου Α΄, που άφηνε μετά θάνατον το παλάτι της Κέρκυρας στον γιο του Ανδρέα και την οικογένειά του.

Ένα χρόνο μετά τη γέννηση του Φιλίππου ωστόσο, η Μικρασιατική καταστροφή είχε ως συνέπεια την παραίτηση από τον θρόνο του θείου του Κωνσταντίνου, αλλά και τη σύλληψη του πατέρα του Ανδρέα με διαταγή του Πάγκαλου. Ο Ανδρέας συνελήφθη στην Κέρκυρα και δικάστηκε και καταδικάστηκε στην Αθήνα σε θάνατο, με την κατηγορία της αρνήσεως εκτελέσεως διαταγής του αρχηγού της στρατιάς κατά τις μάχες του Σαγγαρίου.

Με παρέμβαση του ίδιου του Πάγκαλου πάντως  _συμμαθητή του στη σχολή Ευελπίδων _ για αναγνώριση ελαφρυντικών, αλλά και της βρετανικής κυβέρνησης, η απόφαση δεν εκτελέσθηκε, Του επιβλήθηκε ωστόσο ισόβια εξορία. Το βρετανικό πολεμικό πλοίο HMS Calypso τον παρέλαβε τον Δεκέμβριο  του 1922 από Φάληρο και με μία στάση στην Κέρκυρα για να επιβιβαστεί η οικογένειά του, κατευθύνθηκε στο Μπρίντιζι.

Στις δύσκολες και επείγουσες ώρες μία αυτοσχέδιο κούνια από κουτιά φρούτων έγινε το ασφαλές μέσο μεταφοράς του Φιλίππου, μόλις 17 μηνών τότε. Το όλο σκηνικό, μυθοποιημένο δικαιολογημένα, κυρίως όμως το γεγονός της εξορίας του πατέρα του Ανδρέα έχει θεωρηθεί, ότι προκάλεσε στον Φίλιππο απωθητικά συναισθήματα για την Ελλάδα. Στον παρελθόν όμως είχε έρθει αρκετές φορές, όπως τον Δεκέμβριο του 1950 με την Ελισάβετ, προσκεκλημένοι του Παύλου και της Φρειδερίκης, επίσης στον  γάμο του Κωνσταντίνου με την Άννα Μαρία το 1964 και ανεπισήμως στο Άγιον Όρος, συνοδευόμενος μάλιστα από τον γιο του, διάδοχο Κάρολο.

Ο πατέρας του εξάλλου μετά την παλινόρθωση της μοναρχίας στην Ελλάδα επέστρεψε το 1936 και έγινε στρατιωτικός ακόλουθος του βασιλιά Γεωργίου Β΄.

Οι γονείς

Η περίοδος που ακολούθησε όμως ήταν σαφέστερα η πιο δύσκολη για τον Φίλιππο. Η εγκατάσταση της οικογένειας στο Σαιν Κλου στο Παρίσι έγινε στο σπίτι της πριγκίπισσας Μαρίας Βοναπάρτη _είχε παντρευτεί τον αδελφό του πατέρα του, Γεώργιο της Ελλάδος _ και ήταν βέβαια η περίφημη ψυχαναλύτρια, που στην δράση της συνδέθηκε με τον Φρόιντ.

Από το 1929 όμως η μητέρα του Αλίκη, κωφή εκ γενετής, που όμως είχε αναπτύξει εξαιρετικές δυνατότητες στην αντίληψη της ομιλίας διαβάζοντας τα χείλη σε δύο γλώσσες, αγγλικά και γερμανικά  εμφάνισε σημάδια ψυχολογικής νόσου. Το 1930 αφού είχε διαγνωσθεί με σχιζοφρένεια και με την προτροπή της Μαρίας Βοναπάρτη άρχισε να νοσηλεύεται, παρά τη θέλησή της, κατά διαστήματα σε κλινικές. Ο πατέρας του Φιλίππου εξάλλου, κινούμενος μεταξύ Μόντε Κάρλο και Ελλάδας άφησε τον γιο του στην τύχη του.

«Έδιωξαν τα παιδιά από το σπίτι εκείνο το πρωί και όταν επέστρεψαν η μητέρα τους είχε φύγει», λέει ο Philip Eade, συγγραφέας του βιβλίου «Ο νεαρός πρίγκιπας Φίλιππος». Από το καλοκαίρι του 1932 ως την άνοιξη του 1937 ο Φίλιππος δεν είχε καμία είδηση από την μητέρα του. «Αυτό ακριβώς συνέβη», σχολίαζε αργότερα ο ίδιος. «Η οικογένεια διαλύθηκε. Η μητέρα μου ήταν άρρωστη, οι αδερφές μου ήταν παντρεμένες, ο πατέρας μου ήταν στα νότια της Γαλλίας. Απλώς έπρεπε να το συνεχίσω. Και αυτό έκανα». 

Ο πρίγκιπας νομάς

Χωρίς γονείς να τον φροντίζουν, τον ρόλο αυτό αποφασίστηκε να παίξει η οικογένεια της μητέρας του, που είχε δεσμούς με τη βρετανική, βασιλική οικογένεια και με πολλούς βασιλικούς οίκους της Ευρώπης. Τα πρώτα εκείνα χρόνια έζησε ως νομάς, αρχικά μαζί με τη γιαγιά του Βικτωρία της Έσσης  -Ντάρμστατ στο παλάτι του Κένσινγκτον και με τον θείο του Τζορτζ Μαουντμπάττεν στο Μπρέυ του Μπέρκσαϊρ.

Τα επόμενα χρόνια ωστόσο ακολούθησε τις αδελφές του στη ναζιστική Γερμανία, όπου ήταν παντρεμένες με γερμανούς αριστοκράτες και το 1933 τον έστειλαν στο σχολείο του Κάστρου του Ζάλεμ, ιδιοκτησίας  ενός από τους γαμπρούς του, του Μπερτόλδου της Βάδης. Στη συνέχεια επέστρεψε στη Βρετανία και από εκεί εστάλη σε ένα οικοτροφείο της Σκωτίας, το Γκόρντονστουν. Με τόσες μετακινήσεις δεν είναι περίεργο,  που χρόνια αργότερα, όταν ένας δημοσιογράφος του Independent τον ρώτησε ποια γλώσσα μιλούσαν στο σπίτι, εκείνος απάντησε: «Τι εννοείς, «στο σπίτι »;».

Δεκαέξι χρονών ήταν ο Φίλιππος και ακόμη βρισκόταν στο οικοτροφείο, όταν έφθασαν σ΄αυτόν τα χειρότερα νέα, που μπορούσε να φανταστεί κανείς. Η αδελφή του Καικιλία, ο άντρας της και τα δύο παιδιά τους είχαν σκοτωθεί σε ένα αεροπορικό δυστύχημα που συνέβη το 1937 κοντά στην Οστάνδη του Βελγίου.

Η κηδεία τους στην οποία ήταν παρούσα και η μητέρα του, την οποία ο Φίλιππος έβλεπε μετά από χρόνια, έγινε στο Ντάρμστατ. Λέγεται μάλιστα, ότι επί δεκαετίες είχε πάντα μαζί του ένα κομματάκι από τα συντρίμμια του εκείνου του μοιραίου αεροσκάφους. Τον επόμενο χρόνο όμως πέθανε ξαφνικά και ο θείος του Τζορτζ Μαουντμπάττεν, που ήταν το μεγάλο του στήριγμα. Και όπως ανέφερε πολύ αργότερα ένας συμμαθητής του «Υποθέτω ότι τότε έθαψε τα συναισθήματά του»…

Η Ελισάβετ και ο πόλεμος

Το 1939, μετά την αποφοίτησή του από το Γκόρντονστουν ο Φίλιππος κατατάχθηκε στο Βρετανικό Βασιλικό Ναυτικό ακολουθώντας την οικογενειακή παράδοση από την πλευρά του παππού του. Εκείνη τη χρονιά ο βασιλιάς Γεώργιος ΣΤ΄ και η σύζυγός του Ελισάβετ επισκέφθηκαν το Βασιλικό Κολλέγιο Μπριτάννια, όπου φοιτούσε ο ίδιος και κατά τη διάρκεια της ξενάγησης, του ζητήθηκε να συνοδεύσει τις δύο κόρες τους, Ελισάβετ και Μαργαρίτα.

«Τον κοίταζε διαρκώς και τον ακολουθούσε παντού. Ήταν ερωτευμένη από την αρχή», έλεγε αργότερα για την Μαργαρίτα ο θείος του Φιλίππου, που ήταν παρών. Εκείνη μάλιστα άρχισε αμέσως να αλληλογραφεί μαζί του.

Στο μεταξύ ο πόλεμος μαινόταν στην Ευρώπη και εξαπλωνόταν γρήγορα σ΄ όλον τον κόσμο. Κι ενώ ο Φίλιππος υπηρετούσε στις Βρετανικές δυνάμεις, δύο από τους γαμπρούς του, ο Χριστόφορος της Έσσης, μέλος των Ναζί και ο μαρκήσιος Μπερτόλδος της Βάδης βρίσκονταν στο αντίπαλο στρατόπεδο. Ο ίδιος ο Φίλιππος υπηρέτησε σε διάφορα πλοία και με το ξέσπασμα του Ελληνοϊταλικού πολέμου βρέθηκε με το θωρηκτό HMS Valiant στη Μεσόγειο για την ενίσχυση του Βρετανικού στόλου. Συμμετείχε μάλιστα στην Μάχη της Κρήτης αλλά και στη Ναυμαχία στο Ταίναρο, επιχειρήσεις για τις οποίες τιμήθηκε από την Ελλάδα με τον Ελληνικό Πολεμικό Σταυρό.

Σε ηλικία μόλις 21 ετών, το 1942, είχε γίνει υποπλοίαρχος, ενώ ένα χρόνο αργότερα κατά τη διάρκεια της εισβολής στην Σικελία, δεύτερος πλέον στην ιεραρχία στο αντιτορπιλικό HMS Wallace, θα έσωζε το πλοίο του από νυχτερινό βομβαρδισμό, αποσυντονίζοντας τα εχθρικά αεροπλάνα με μία λέμβο στη θάλασσα γεμάτη καπνογόνα.

Το 1944 βρέθηκε στον Βρετανικό Στόλο του Ειρηνικού ενώ στις 2 Σεπτεμβρίου του 1945 ήταν παρών στην παράδοση των Ιαπώνων στον κόλπο του Τόκιο. Μερικούς μήνες αργότερα, αρχές του 1945 επιστροφή στη Βρετανία, όπου πλέον ανέλαβε εκπαιδευτής στη ναυτική βάση HMS Royal Arthur.

Η αλληλογραφία με την Ελισάβετ δεν χρειαζόταν πια, αφού θα μπορούσαν να συναντήσουν πλέον ο ένας τον άλλο.

Ο γάμος            

Ο Γεώργιος ΣΤ΄ ήταν πολύ απογοητευμένος, που η κόρη του ήθελε να παντρευτεί τον πρώτο άνδρα, που είχε γνωρίσει, επιπλέον την θεωρούσε πολύ μικρή ακόμη, αλλά η επιμονή της Ελισάβετ ήταν ισχυρή. Η βασίλισσα Ελισάβετ _αργότερα βασίλισσα μητέρα_ που δεν χαρακτηριζόταν για την διακριτικότητά της τον είχε αποκαλέσει ως «Ο Χουν», μια αναφορά στην μικτή καταγωγή του από τη Δανία, τη Ρωσία και τη Γερμανία ενώ ο αδελφός της τον είχε απορρίψει ως Γερμανό. Οι προκαταλήψεις ήταν πολλές εναντίον του νεαρού αξιωματικού, που όμως κατόρθωσε να τις ξεπεράσει.

Ο αρραβώνας τους ανακοινώθηκε επίσημα στις 10 Ιουλίου του 1947 και πέντε μήνες μετά, τον Νοέμβριο του 1947 ο Φίλιππος και η Ελισάβετ θα έφθαναν στο Αββαείο του Γουεστμίνστερ. Νωρίτερα, τον Μάρτιο του ίδιου χρόνου ο Φίλιππος είχε εγκαταλείψει τους ελληνικούς και δανικούς βασιλικούς τίτλους του και υιοθετώντας το επώνυμο της οικογένειας της μητέρας του, Μαουντμπάττεν απέκτησε τη βρετανική υπηκοότητα ενώ ένα μήνα πριν από το γάμο ασπάσθηκε επισήμως το αγγλικανικό δόγμα.

Την παραμονή του γάμου εξάλλου, ο βασιλιάς Γεώργιος έδωσε στον Φίλιππο τον τίτλο προσφώνησης ως  Βασιλική Υψηλότητα και ανήμερα τον ονόμασε Δούκα του Εδιμβούργου, Κόμη του Μέριονεθ και Βαρώνο Γκρίνουιτς.

Ο γάμος στις 20 Νοεμβρίου ήταν λαμπρός. Η Ελισάβετ είχε οκτώ παρανύμφους μεταξύ των οποίων και την αδερφή της Μαργαρίτα, στην τελετή παραβρέθηκαν περίπου 2000 καλεσμένοι ενώ η τηλεοπτική μετάδοσή της έκανε ρεκόρ τηλεθέασης παγκοσμίως με 200 εκατομμύρια θεατές. Ανάμεσα στους καλεσμένους ωστόσο δεν υπήρχε ούτε ένας από την οικογένεια του Φιλίππου.

Ο πατέρας του είχε πεθάνει από το 1944 στο Μόντε Κάρλο, ξεπεσμένος πρίγκιπας και βυθισμένος στο αλκοόλ και στην παρακμή ενώ η μητέρα του είχε επιστρέψει στην Ελλάδα ήδη από την εποχή του πολέμου και της Κατοχής. Όσο για τις τρεις αδερφές του πρόσκληση δεν έλαβαν, αφού οι μνήμες της παγκόσμιας σύρραξης εξ αιτίας της Γερμανίας ήταν ακόμη νωπές.

Η βασίλισσα Ελισάβετ

Ίσως όμως η πριγκίπισσα Αλίκη του Μπάτενμπεργκ να ήταν παρούσα με μία έννοια, αφού το δακτυλίδι των αρραβώνων του Φιλίππου και της Ελισάβετ ήταν φτιαγμένο με διαμάντια από μία τιάρα της. Την είχε λάβει ως δώρο από τον τσάρο Νικόλαο Β΄ και την τσαρίνα Αλεξάνδρα της Ρωσίας όταν παντρεύτηκε τον πρίγκιπα Ανδρέα.

Και μ΄αυτά τα διαμάντια, ένα των τριών καρατίων και άλλα πέντε μικρότερα δημιουργήθηκε, σε σχέδιο του νεαρού Φιλίππου μάλιστα, το δακτυλίδι με το οποίο έκανε την πρόταση γάμου στην Ελισάβετ. Όπως λέγεται όμως και το γαμήλιο δακτυλίδι _με χρυσό από την Ουαλία_ είχε ιδιαίτερη σημασία για τους δυο τους, αφού έχει χαραγμένο ένα μήνυμα για τη σχέση τους.

Μετά τον γάμο το ζευγάρι εγκαταστάθηκε στο Κλάρενς Χάουζ ενώ ο Φίλιππος όταν τελείωσε ο μήνας του μέλιτος επέστρεψε στο Ναυτικό ως εκπαιδευτής του Βασιλικού Ναυτικού Κολεγίου του Γκρίνουιτς. Όμως η καριέρα του ουσιαστικά τερματίσθηκε το 1951, όταν, με την επιδείνωση της υγείας του βασιλιά Γεωργίου διορίσθηκαν στο Ανακτοβούλιο. Είχε φθάσει ως το βαθμό του αντιπλοιάρχου.

Λίγους μήνες μετά, τον Φεβρουάριο του 1952 και ενώ βρίσκονταν σε επίσημη επίσκεψη στην Κένυα, ο Φίλιππος ήταν εκείνος που έπρεπε να μεταφέρει στην Ελισάβετ την είδηση για τον θάνατο του πατέρα της. Η συνέχεια ήταν αναμενόμενη αφού αφιερώθηκε πλήρως στα δημόσια καθήκοντά του, όταν η Ελίζαμπεθ έγινε βασίλισσα. Η ίδια είχε ανακοινώσει, ότι είχε προτεραιότητα έναντι όλων των άλλων δίπλα της για όλες τις όλες τις περιπτώσεις, εκτός αν προβλεπόταν διαφορετικά από νόμο του Κοινοβουλίου ενώ το 1957 τον  ονόμασε το 1957 Πρίγκιπα του Ηνωμένου Βασιλείου.

Πολύ γρήγορα είχαν έρθει και τα τέσσερα παιδιά τους, ο Κάρολος, η Άννα, ο Άντριου και ο Εντουαρντ από τους οποίους απέκτησαν οκτώ εγγόνια και οκτώ δισέγγονα.                               

Ο γοητευτικός ξένος

Πώς μπορεί να ήταν η ζωή για έναν φιλόδοξο και περίπλοκο άνδρα, όπως ο Φίλιππος στις πρώτες μέρες του γάμου, στο παλάτι; Σίγουρα όχι εύκολη, αφού όπως φαίνεται κάποιοι προσπάθησαν να υποβιβάσουν τον «ξένο», που ήταν μεν γοητευτικός, αλλά δεν είχε χρήματα και τίτλους. Αντ΄ αυτών ήταν δεινός σκοπευτής, εξειδικευμένος πιλότος και ένας πολύ ικανός ναυτικός, που δεν άφηνε πολλά περιθώρια για συζητήσεις, με την Ελισάβετ στο πλευρό του βέβαια πάντα, ενώ συχνά άλλωστε, δεν μασούσε τα λόγια του. Κι αν η Ελισάβετ βασίλευε, στα οικογενειακά θέματα τον πρώτο λόγο είχε ο Φίλιππος.

Αν εκείνη όμως, από τη στιγμή που παντρεύτηκαν δεν κοίταξε ποτέ κανέναν άλλον, ο Φίλιππος αντίθετα είχε τις περιπέτειές του, όπως φρόντιζε να δημοσιοποιεί ο αγγλικός Τύπος. Οι φήμες τον ήθελαν να απολαμβάνει, μεταξύ άλλων, τα προνόμια που έδιναν στα μέλη τους, κλειστές λέσχες με αισθησιακές χορεύτριες ή να συμμετέχει σε έξαλλα πάρτι, αλλά εν τέλει, τίποτε δεν τάραξε επί της ουσίας αυτό τον μακροβιότατο γάμο. Και όχι μόνον, γιατί η Ελισάβετ δεν θα επέτρεπε να διαλυθεί, αλλά και γιατί ο ίδιος επέστρεφε πάντα στο σπίτι και την οικογένειά του, που είχε στερηθεί στα παιδικά και νεανικά του χρόνια.

Κλυδωνισμό πάντως αυτή η οικογένεια υπέστη, λόγω του τριγώνου Κάρολος, Νταϊάνα, Καμίλλα, με τον Φίλιππο να αναλαμβάνει πρωτοβουλίες που δεν είχαν ωστόσο αποτέλεσμα. Μετά τον θάνατο της Νταϊάνας εξάλλου, αλλά και του Ντόντι Φαγιέντ τα επόμενα χρόνια, ο πατέρας του Μοχάμεντ Φαγιέντ είχε ισχυρισθεί, ούτε λίγο ούτε πολύ, ότι το παλάτι και συγκεκριμένα ο Φίλιππος είχε διατάξει τον θάνατο της Νταϊάνας.

Σε κάθε περίπτωση πάντως, ο Φίλιππος, γιος του εξόριστου πρίγκιπα Ανδρέα της Ελλάδας δεν κέρδισε ποτέ τις καρδιές όλων των Βρετανών. Κι ο ίδιος όμως αρχές της δεκαετίας του ΄90 επέλεξε να επιστρέψει στην Ορθόδοξη Εκκλησία. Επίσημη δημοσιοποίηση δεν έγινε ποτέ, ωστόσο, είναι γνωστό, ότι ο δούκας του Εδιμβούργου είχε ιδιωτική συζήτηση με τον ρώσο ορθόδοξο επίσκοπο στο Λονδίνο, ενώ σχεδιάζονταν συναντήσεις με τον πατριάρχη Κωνσταντινούπολης και βέβαια η γνωστή επίσκεψη στον Άγιον Όρος.

Πάθος για τον αθλητισμό

Ο Φίλιππος λάτρευε το κυνήγι και τη τζαζ μουσική και αγαπούσε τη διασκέδαση. Συχνά περιποιούνταν ο ίδιος τους καλεσμένους, φτιάχνοντας το περιβόητο

«Μαρτίνι Πρίγκιπας Φίλιππος». Η αγάπη του όμως για την υπαίθριο, τον αθλητισμό και γενικά την σωματική άσκηση ήταν πάνω απ΄όλα μεγάλη, καθώς είχε καλλιεργηθεί ήδη από την παιδική του ηλικία στο Γκόρντονστουν. Έτσι οι αθλητικές επιδόσεις του, ειδικά στο πόλο ήταν υψηλές, συχνά μάλιστα ανάμεσα στους θεατές των αγώνων ήταν και η βασίλισσα από την οποία, όπως φαίνεται από πολλά φωτογραφικά στιγμιότυπα της εποχής παραλάμβανε τα βραβεία του. Πόλο έπαιζε ως το 1971 όταν ένας τραυματισμός τον ανάγκασε να αποσυρθεί αν και βρήκε τρόπο να αγωνίζεται και στη συνέχεια ως τον δεκαετία του ΄80.

Μεγάλη ήταν και η αγάπη του για τα αυτοκίνητα, στην πραγματικότητα για κάθε τι που είχε τροχούς ή ακόμη και …ερπύστριες. Γιατί στον πόλεμο οδήγησε βρετανικά τάνκς αλλά και φορτηγά, αργότερα διώροφα λεωφορεία και σχολικά ενώ αγαπημένα του σε ιδιωτικό επίπεδο ήταν τα τζιπ Range Rover αλλά και τα M.G. Με ένα τέτοιο άλλωστε γοήτευσε την Ελισάβετ, όταν την έκανε μια βόλτα στο Λονδίνο, τρέχοντας παραπάνω από το κανονικό… Ο ίδιος μάλιστα είχε οδηγήσει πριν από λίγα χρόνια, το 2016 το αυτοκίνητο στο οποίο επέβαιναν ο Ομπάμα δίπλα του, με την Μισέλ και την Ελισάβετ στο πίσω κάθισμα κατά την επίσημη επίσκεψη του αμερικανού προέδρου τότε στο Ηνωμένο Βασίλειο. Τρία χρόνια αργότερα όμως έγινε πρωτοσέλιδο για το αυτοκινητιστικό ατύχημα που προκάλεσε, συγκρουόμενος με ένα άλλο αυτοκίνητο _οι δύο γυναίκες σ΄αυτό χρειάσθηκαν νοσοκομειακή περίθαλψη_ και έκτοτε παρέδωσε και την άδεια οδήγησης.

Ο επίλογος   

Μάιο του 2017 είχε ανακοινωθεί, ότι ο 95χρονος τότε πρίγκιπας Φίλιππος θα έπαυε από το φθινόπωρο να ασκεί τα βασιλικά του καθήκοντά. Προβλήματα υγείας είχαν πλέον καταβάλλει τον άλλοτε αθλητικό άνδρα. Και συνεχίσθηκαν οδηγώντας τον την περασμένη Παρασκευή 9 Απριλίου στο θάνατο.

Η κηδεία του Φιλίππου θα γίνει το Σάββατο 17 Απριλίου στο παρεκκλήσι του Αγίου Γεωργίου στο κάστρο του Γουίντσδορ. Ένας αιώνας ιστορίας κλείνει.

Αλίκη: Η πριγκίπισσα μοναχή. Η ιστορία της μητέρας του Φιλίππου

Η πριγκίπισσα Αλίκη, μητέρα του πρίγκιπα Φιλίππου και πεθερά της Βασίλισσας Ελισάβετ Β΄ πέρασε τη μισή της ζωή στην Ελλάδα. Την αγάπησε μάλιστα τόσο πολύ, που κάποια στιγμή άρχισε να την αποκαλεί «η χώρα μου». Αυτή η ευαίσθητη αλλά ταραγμένη γυναίκα, που ήταν η εγγονή της βασίλισσας Βικτώριας, γεννήθηκε στο Κάστρο του Γουίντσορ στις 25 Φεβρουαρίου 1885. Η κώφωση εκ γενετής  δεν την εμπόδισε να αναπτύξει άριστη επικοινωνία με τους ανθρώπους, καθώς μάλιστα εκπαιδεύτηκε να διαβάζει τα χείλη και το 1903 παντρεύτηκε τον πρίγκιπα Ανδρέα της Ελλάδας και της Δανίας. Μαζί εγκαταστάθηκαν στην Ελλάδα και απέκτησαν τα πέντε παιδιά τους ενώ προσωπικά η ίδια ασχολούνταν πολύ και με το φιλανθρωπικό της έργο. Το 1913 μάλιστα τιμήθηκε για την προσφορά της με τον Βασιλικό Ερυθρό Σταυρό.

Τα πρώτα προβλήματα στην υγεία της παρουσιάσθηκαν κατά την εξορία του συζύγου της από την Ελλάδα, το 1922, όταν συγκλονισμένη από τα γεγονότα ασπάσθηκε την ορθόδοξη πίστη, δείχνοντας όμως παράλληλα και μία έφεση στον μυστικισμό, που γρήγορα έλαβε τον χαρακτήρα ψυχικής ασθένειας. Έκτοτε, από το 1930 άρχισε η περιπέτειά της με την διάγνωση της παρανοϊκής σχιζοφρένειας να έχει ως αποτέλεσμα τον εγκλεισμό της σε διάφορες κλινικές. Στο διάστημα αυτό υπέστη βάρβαρες «θεραπείες» και προσπάθησε συχνά να δραπετεύσει χωρίς επιτυχία ενώ ο σύζυγός της, την είχε εγκαταλείψει. Τελικά έχοντας αποκατασταθεί σε μεγάλο βαθμό η υγεία της επέστρεψε στη ζωή το 1936 για να υποστεί όμως τον επόμενο χρόνο το βαρύ χτύπημα του θανάτου της κόρης της Καικιλίας με όλη της την οικογένεια σε αεροπορικό δυστύχημα.

Άντεξε παρ΄όλα αυτά και το 1938  επέλεξε να επιστρέψει στην Ελλάδα. Εγκαταστάθηκε στην οδό Κουμπάρη 8 απέναντι από το Μουσείο Μπενάκη και εκείνο το καλοκαίρι μάλιστα την επισκέφθηκε για λίγες εβδομάδες ο γιος της πρίγκιπας Φίλιππος. Τον Απρίλιο του 1941 όταν οι Γερμανοί μπήκαν στην Αθήνα η βασιλική οικογένεια είχε αναχωρήσει από την Ελλάδα, εκείνη όμως προτίμησε να μείνει. Μετακόμισε σ΄ ένα μικρό σπιτάκι στο Κολωνάκι και σε όλη τη διάρκεια της Κατοχής οργάνωνε συσσίτια ενώ δεν είχε διστάσει να κρύψει στο σπίτι της μέλη της εβραϊκής  οικογένειας Κοέν, που είχε σχέσεις με την ελληνική βασιλική οικογένεια. Λέγεται μάλιστα ότι όταν την επισκέφθηκε ένας γερμανός στρατηγός και την ρώτησε «Υπάρχει κάτι που μπορώ να κάνω για σένα;»  εκείνη απάντησε: «Μπορείς να βγάλεις τα στρατεύματά σου από τη χώρα μου».

Το 1949 η πριγκίπισσα Αλίκη ίδρυσε την «Χριστιανική Αδελφότητα της Μάρθας και της Μαρίας» στην Αθήνα και τότε άρχισε να φορά τα μακριά ρούχα καλόγριας που δεν έβγαλε ποτέ. Η φιλανθρωπική της δράση συνεχίστηκε εξάλλου, αμείωτη. Στην Ελλάδα έμεινε ως τα μέσα του 1967, όταν μετά την δικτατορία ο πρίγκιπας Φίλιππος της ζήτησε να πάει κοντά του. Πέρασε έτσι τα δύο τελευταία χρόνια της ζωής της σε ένα δωμάτιο του ανακτόρου του Μπάκιγχαμ, όπου είχε δημιουργήσει και ένα ιδιωτικό παρεκκλήσι, που διαλύθηκε μετά τον θάνατό της το 1969. Αρχικά τάφηκε στο παρεκκλήσι του Αγίου Γεωργίου στο Κάστρο του Γουίντσορ, ενώ η επιθυμία της να ταφεί στη Μονή της Αγίας Μαρίας Μαγδαληνής στην Ιερουσαλήμ ικανοποιήθηκε τελικά τον Αύγουστο του 1988. Το 1994 τιμήθηκε ως «Δικαία μεταξύ των Εθνών» για την απόκρυψη της οικογένειας Κοέν ενώ το 2010 ονομάστηκε «Ήρωας του Ολοκαυτώματος» από τη βρετανική κυβέρνηση.

Το σπίτι της στο Νέο Ηράκλειο Αττικής, όπου έζησε μετά τον πόλεμο το είχε δωρίσει στον Ελληνικό Ερυθρό Σταυρό και σήμερα έχει περιέλθει στον δήμο.

 

Διαβάστε επίσης:

Πρίγκιπας Φίλιππος: Η ιστορία της ζωής του

Πριγκίπισσα Diana: H influencer πριν τα social media

Πριγκίπισσα Μαργαρίτα: H γυναίκα – σκάνδαλο των Ουίνδσορ

 

Ακολουθήστε το Portraits στο Google News για την πιο ξεχωριστή ενημέρωση