Χαρά, φαγητό, αγκαλιές, αγάπη: Τέσσερις λέξεις που θυμίζουν Χριστούγεννα. Δύο άλλες, όμως, έχουν γίνει συνώνυμό τους. Άγιος Βασίλης.
Κατά τη διάρκεια του 19ου αιώνα, τα Χριστούγεννα δεν ήταν μόνο μία θρησκευτική γιορτή. Ήταν ο λόγος που οι στρατιώτες επέστρεφαν σπίτι κι έβλεπαν τους αγαπημένους τους. Τον Ιανουάριο του 1863, λοιπόν, για πρώτη φορά εμφανίστηκε στις σελίδες του Harper’s Weekly μία σειρά από καρτούν που απεικόνιζαν ένα χαρούμενο ξωτικό. Στη πρώτη εικόνα, μιλούσε στους στρατιώτες. Στη δεύτερη, ετοιμαζόταν να πηδήξει μέσα σ’ ένα σπίτι από την καμινάδα. Πίσω του, το φόντο χωριζόταν στα δύο. Το ένα μέρος, ήταν μία παραδοσιακή Παραμονή Χριστουγέννων. Το άλλο, ένα νεκροταφείο.
Ο Βαυαρός μετανάστης Τόμας Ναστ βρισκόταν πίσω από το δυνατό μήνυμα των σκίτσων αυτών. Μεταξύ του 1863 και του 1886, ολοκλήρωσε 33 χριστουγεννιάτικα σχέδια με τον Άγιο Βασίλη, τα οποία ήταν εν μέρει αυτοπορτραίτα και αντικατόπτριζαν τις προσωπικές του πεποιθήσεις. Κατά τη διάρκεια του πολέμου, μάλιστα, χρησιμοποιούσε τον Άγιο ως μέσο προπαγάνδας. Ήθελε να διαδώσει τις απόψεις του για τη σκλαβιά και τα ανθρώπινα δικαιώματα.
Ας δούμε την παρακάτω εικόνα. Φαίνεται συνηθισμένη, χαρούμενη, γιορτινή.
Αν κοιτάξουμε καλύτερα, θα δούμε πως στην πλάτη του, ο Santa έχει στρατιωτικό σάκο. Έχει μαζί του ένα σπαθί και μία στρατιωτική ζώνη. Ταυτόχρονα, κρατάει ένα άλογο κι ένα ρολόι τσέπης, τα οποία ίσως θεωρούνταν παιχνίδια.
Ο Ράιαν Χάιμαν, ο οποίος εργάζεται στο Μουσείο Macculloch Hall, έχει δηλώσει πως ο Ναστ και οι συνεργάτες του αντιμετώπιζαν τη δημοτικότητα της συγκεκριμένης φιγούρας και των γιορτών, γενικότερα, σαν την ιδανική ευκαιρία να περάσουν τα μηνύματά τους. Η εικόνα που περιγράψαμε πάνω, σχετίζεται με τους μισθούς των στρατιωτικών. Το άλογο αντιπροσωπεύει το Δούρειο Ίππο και την προδοσία, ενώ η ώρα που δείχνει το ρολόι (10 λεπτά πριν τα μεσάνυχτα) τονίζει την επιτακτική ανάγκη για βελτίωση των αμοιβών.
Ο Τόμας Ναστ ήταν γνωστός για τα πολεμικά του σκίτσα. Σχεδίαζε σκηνές που υποστήριζαν το Στρατό της Ένωσης, που παρουσίαζαν τη νίκη τους. Ταυτόχρονα, απεικόνιζε τους στρατιώτες της πρώτης γραμμής μ’ έναν τρόπο τόσο ιδιαίτερο, που συγκινούσε τον καθένα.
Οι ζωγραφιές του έγιναν ανάρπαστες. Κι εκείνος, έκανε ό, τι περνούσε από το χέρι του για το καλό της Ένωσης και το τέλος του πολέμου. Ένα από τα βήματα που περιλάμβανε το σχέδιο την εκπλήρωση της αποστολής του, ήταν και η δημιουργία του Αγίου Βασίλη. Απάλυνε τη μοναξιά των στρατιωτών, τον πόνο του πολέμου και όλη η Αμερική έβλεπε αυτό που εκείνος ήθελε να δείξει. Ακόμη κι ο Πρόεδρος Αβραάμ Λίνκολν τον αποκάλεσε «καλύτερο στρατολόγο που είχαμε». Πρόσθεσε, μάλιστα πως «Τα εμβληματικά αυτά καρτούν δεν απέτυχαν ποτέ να αναθερμάνουν τον πατριωτισμό και τον ενθουσιασμό».
Ο Τόμας Ναστ, βέβαια, βρισκόταν πίσω κι από ένα ακόμη μεγάλο σύμβολο των ΗΠΑ. Το Θείο Σαμ. Σύμφωνα με το περιοδικό History, ο Θείος Σαμ ήταν ένα πέρα για πέρα υπαρκτό πρόσωπο – ένας κρεοπώλης που προμήθευε το Στρατό, πίσω στον Πόλεμο του 1812. Τα κιβώτια με το κρέας έγραφαν τα αρχικά U. S. (United States, Ηνωμένες Πολιτείες), τα οποία οι φαντάροι διάβαζαν χιουμοριστικά Uncle Sam.
Οι εφημερίδες λάτρευαν τη συσχέτιση αυτή και, πριν καν περάσει καιρός, ο Θείος Σαμ έγινε συνώνυμο του αμερικανικού πατριωτισμού. Όταν, πια, ξεκίνησε να τον σχεδιάζει ο Ναστ, του έδωσε και προσωπικότητα.
Το 1869, κυκλοφόρησε ένα σκίτσο με τίτλο Το Δείπνο Ευχαριστιών του Θείου Σαμ. Σύμφωνα με το The Atlantic, προωθούσε την ιδέα πως ο Λίνκολν θριάμβευε – δεν ήταν το αίμα, η εθνικότητα ή η υπηκοότητα που έκανε κάποιον Αμερικανό, αλλά τα ιδανικά, οι πεποιθήσεις. Ο Ναστ ζωγράφισε ένα τραπέζι, γύρω από το οποίο κάθονταν κάθε λογής άνθρωποι και ο Θείος Σαμ έκοβε τη γαλοπούλα. «Έλα εσύ, ελάτε όλοι», έγραφε η λεζάντα. «Ελεύθεροι και ίσοι». Το μήνυμα ήταν ξεκάθαρο: Οι Αμερικανοί είναι Αμερικανοί, ανεξάρτητα από την εμφάνισή τους.
Το 1886, οι σχέσεις του Τόμας Ναστ και του εκδότη της Harper’s Weekly ήταν στη χειρότερή τους κατάσταση. Η απόλυσή του, σε συνδυασμό με ορισμένες αποτυχημένες οικονομικές κινήσεις, τον οδήγησαν στην καταστροφή. Τον έσωσε, προς έκπληξη όλων, ο Θίοντορ Ρούσβελτ, ο οποίος του πρόσφερε δουλειά – όχι, φυσικά, στο χώρο της τέχνης. Του πρότεινε να εργαστεί ως πρόξενος των ΗΠΑ στο Εκουαδόρ.
Δέχθηκε και έφτασε στο νέο του σπίτι τον Ιούλιο του 1902. Πριν προλάβει να συνηθίσει τη νέα του ζωή, «κόλλησε» κίτρινο πυρετό. Το Δεκέμβριο εκείνης της χρονιάς, άφησε την τελευταία του πνοή.
Διαβάστε επίσης:
#SaveChristmas2020: Η Έρρικα Ρούσσου έχει σκοπό να σώσει τα Χριστούγεννα
Πώς ήταν τα Χριστούγεννα στη Βικτωριανή Εποχή;
Πώς προέκυψαν τα χρώματα των Χριστουγέννων;
Ακολουθήστε το Portraits στο Google News για την πιο ξεχωριστή ενημέρωση