Η ζωή της έμοιαζε τέλεια. Είχε τα πάντα – ή, τουλάχιστον, έτσι φαινόταν. Γεννήθηκε στα πλούτη, υπέφερε και προσπάθησε να δραπετεύσει. Δεν τα κατάφερε όμως. Κι από τότε, ζει αιχμάλωτη του πατέρα της.
Σε βίντεο που μεταδόθηκε από το BBC, η Πριγκίπισσα Λατίφα Μπιντ Μοχάμεντ αλ Μακτούμ, κόρη του σεΐχη του Ντουμπάι, υποστηρίζει πως κρατείται αιχμάλωτη από την οικογένειά της. Ήδη, από το 2018 δήλωσε δημόσια ότι βρίσκεται σε κατ’ οίκον περιορισμό, παρά τη θέλησή της.
«Είμαι όμηρος. Δεν είμαι ελεύθερη. Είμαι φυλακισμένη σε αυτό το κελί. Η ζωή μου δεν βρίσκεται στα χέρια μου», την ακούμε να λέει σε ένα βίντεο. Σύμφωνα με φίλους της, ήταν το πρώτο από τα πολλά που τους έχει στείλει, από την ημέρα που, το 2018, καταδρομείς την κυνήγησαν και τη συνέλαβαν στα ανοιχτά της Ινδίας, σε μία προσπάθειά της να αποδράσει – μία απόδραση που σχεδίαζε για επτά ολόκληρα χρόνια.
«Είμαι εδώ από τότε, για πάνω από ένα χρόνο, στην απομόνωση. Χωρίς πρόσβαση στην ιατρική φροντίδα, χωρίς δίκη, χωρίς κατηγορίες, τίποτα», λέει η 35χρονη σήμερα Λατίφα. «Κάθε μέρα φοβάμαι για την ασφάλειά μου, και η αστυνομία με απείλησε πως δε θα ξαναδώ το φως του ήλιου. Δεν είμαι ασφαλής εδώ».
Τα βίντεο, σύμφωνα με την ίδια, γυρίστηκαν στην τουαλέτα της βίλας. Ήταν, όπως υποστηρίζει, το μοναδικό δωμάτιο με πόρτα που κλείδωνε. Η φίλη της και πρώην καθηγήτρια καποέιρα Τίινα Γιαουχιάινεν, της είχε δώσει κρυφά ένα κινητό τηλέφωνο ώστε να μπορούν να επικοινωνούν – έστω και σπάνια. Τα μυστικά μηνύματα, όμως, σταμάτησαν κάποια στιγμή. Κι ο στενός της κύκλος θεωρεί πως τα Ηνωμένα Έθνη πρέπει να επέμβουν.
Σύμφωνα με το BBC, έχει επιβεβαιωθεί η τοποθεσία του τεράστιου εκείνου σπιτιού, το οποίο φυλάσσεται περιμετρικά από πράκτορες. Δεν είναι, όμως, ξεκάθαρο αν η πριγκίπισσα βρίσκεται ακόμη εκεί.
«Δε θα με γυρίσουν πίσω ζωντανή», είχε πει το 2018. «Δε θα συμβεί αυτό. Αν δεν τα καταφέρω, τουλάχιστον υπάρχει αυτό το βίντεο».
Σε συνέντευξή της στην Washington Post εκείνη την εποχή, μία γυναίκα που υποστηρίζει ότι είχε επισκεφθεί τη Λατίφα δήλωσε ότι οι σχέσεις με τον πατέρα της ήταν ανύπαρκτες, ενώ εκείνος της απαγόρευε να ταξιδεύει τόσο εντός, όσο κι εκτός των συνόρων της χώρας. Δεν είχε, όμως, αναφέρει κάτι για σωματική κακοποίηση. Φυσικά, η γυναίκα εκείνη διατήρησε την ανωνυμία της από φόβο.
Όταν κυκλοφόρησε το πρώτο βίντεο, ακτιβιστές μιλούσαν εκ μέρους της πριγκίπισσας και τόνιζαν ότι είχε ήδη κάνει προσπάθειες να δραπετεύσει και να φτάσει στην Ινδία, όμως την πρόλαβαν. Μία ομάδα αγνώστων, οπλισμένων ανδρών την είχε πιάσει.
Ο Μακτούμ, βέβαια, το περιέγραψε σαν «αποστολή διάσωσης» και είπε ότι εκείνοι που βοήθησαν την κόρη του να το σκάσει, ανάμεσά τους η Τίινα και ο Γάλλος επιχειρηματίας Ερβέ Ζωμπέρ, προσπαθούσαν να κλέψουν χρήματα από την οικογένεια.
Διαβάστε επίσης:
Γκρέις Κέλι: Η πριγκίπισσα που έζησε παγιδευμένη σ’ ένα χρυσό κλουβί
Soraya Esfandiari Bakhtiari: Η ιστορία της θλιμμένης πριγκίπισσας
Σίσσυ της Αυστρίας: Η θλιβερή ιστορία της Αυτοκράτειρας που αγάπησε την Ελλάδα
Ακολουθήστε το Portraits στο Google News για την πιο ξεχωριστή ενημέρωση