Κάθε χρόνο στις 20 Νοεμβρίου, παραμονή των Εισοδίων της Θεοτόκου, γυναίκες, κρατώντας πανέρια γεμάτα με λουλούδια, κεριά, καρβέλια ψωμιού και πολυσπόρια απ΄ό,τι σπόρο βγάζει η γη, φθάνουν στο εκκλησάκι της Παναγίας της Μεσοσπορίτισσας, στην Ελευσίνα, παίρνοντας μέρος σε μια τελετουργία, που συνδέει τη χριστιανική παράδοση με την αρχαιότητα και τον μύθο των Ελευσίνιων Μυστηρίων.
Γιατί στον τόπο αυτό υπήρχε, σύμφωνα με τον μύθο, το Πλουτώνιο, το σημείο δηλαδή της εισόδου στο σπήλαιο του Άδη. Μερικές χιλιάδες χρόνια διανύονται σε ένα απόγευμα, μέσα από ένα έθιμο, που μιλά σταθερά και πάντα για τον αιώνιο κύκλο της ζωής και του θανάτου.
Μια μυσταγωγία στο τελεστήριο της θεάς Δήμητρας, που ζουν με κατάνυξη όσοι παίρνουν μέρος: Την επιστροφή της ευφορίας και της ανθοφορίας, μετά από έναν παγωμένο χειμώνα και, εν τέλει, τον θρίαμβο της ζωής. Λίγο πριν το 1800, είχε κτισθεί αυτό το εκκλησάκι, πάνω σε κάποιο παλαιότερο ακόμη, όπως πιστεύεται, ενώ το καμπαναριό του, με ένθετα αρχαία μάρμαρα, τοποθετήθηκε τον 19ο αιώνα.
Πριν, όμως, ήδη από την Μυκηναϊκή εποχή, εδώ λατρευόταν η θεά Δήμητρα, που ήταν η θεά της αναγέννησης της φύσης και της βλάστησης των σιτηρών, αυτή που δίδαξε στους κατοίκους της περιοχής την καλλιέργεια της γης, αλλά και τις ιερές τελετές και τα μυστήρια.
Το ιερό της απέχει πολύ σήμερα από την εικόνα του στην αρχαιότητα, όταν ήταν ένα από τα σπουδαιότερα λατρευτικά κέντρα της Ελλάδας. Κατακτητές διάφοροι έκαναν ό,τι μπορούσαν για να το καταστρέψουν μέσα στους αιώνες. Δύσκολα, όμως, να εξαφανίσουν την ένταση και τη μνήμη που κουβαλούν τα χώματα… Γιατί ακόμη και τώρα, το σούρουπο, μπορεί να φανταστεί κανείς τους μύστες, που σε μια μεγάλη πομπή έφθαναν με τους αναμμένους πυρσούς, μέσω της Ιεράς Οδού από την Αθήνα, για να συμμετάσχουν στις απόκρυφες τελετές.
Η ίδια διαδρομή διανύεται και σήμερα, μόλις 21 χιλιόμετρα είναι η απόσταση ως αυτό τον συγκλονιστικό αρχαιολογικό χώρο. Πολλούς επισκέπτες δεν έχει. Όποιος κάνει όμως τη διαφορά, σίγουρα δεν το μετανιώνει.
«Το έργον των θεών διακόπτομεν εμείς, /
τα βιαστικά κι άπειρα όντα της στιγμής. /
Στης Ελευσίνος και στης Φθίας τα παλάτια /
η Δήμητρα κι η Θέτις αρχινούν έργα καλά /
μες σε μεγάλες φλόγες και βαθύν καπνόν», όπως λέει και ο Καβάφης (Διακοπή, 1901)
Η έλευσις
Ανθρώπινη παρουσία στην περιοχή σημειώνεται από την Πρωτοελλαδική εποχή (2800 -2000 π.Χ.), ενώ ιερό, μαζί και οικισμός σ’ αυτή τη γωνία του Θριάσιου πεδίου υπήρχαν πριν από το 1580 π.Χ. Την εποχή αυτή, χτίστηκε και το μυκηναϊκό μέγαρο, που ταυτίσθηκε με τον πρώτο ναό της Δήμητρας.
Το όνομά της η Ελευσίνα το πήρε μάλλον από την λέξη «έλευσις», που συνδυάζεται με την έλευση της θεάς, ενώ κατ’ άλλους προέρχεται από τον μυθικό ήρωα Ελεύσινο. Αρχικά, αποτελούσε ανεξάρτητο συνοικισμό, από την εποχή του Σόλωνα (αρχές 6 ου π.Χ.), όμως προσαρτήθηκε στην Αθήνα, οπότε τα Ελευσίνια Μυστήρια καθιερώθηκαν ως αθηναϊκή γιορτή.
Λόγω της μεγάλης θρησκευτικής σημασίας του, πάντως, ο δήμος πλέον διατήρησε το προνόμιο να κόβει δικό του νόμισμα. Στην εποχή του Πεισίστρατου (550-510 π.Χ.), τόσο το ιερό, όσο και η πόλη περιβάλλονταν από ισχυρό τείχος με πύργους.
Αυτό, όμως, δεν κατόρθωσε να τους προστατέψει ούτε από τον βασιλιά της Σπάρτης, Κλεομένη, που σύλησε το ναό της Δήμητρας, ούτε από τους Πέρσες, που, μετά την ήττα τους στη ναυμαχία της Σαλαμίνας, το 480 π.Χ., έκαψαν και κατέστρεψαν τα πάντα.
Η ανοικοδόμηση του ιερού έγινε μεταξύ του 479 π.Χ. και 461 π.Χ., με χρήματα που διέθεσε μάλλον ο Κίμωνας, ενώ ο περίφημος Ικτίνος, αρχιτέκτονας του Παρθενώνα, έκανε τα σχέδια.
Από την Ελευσίνα θα περάσουν, στη συνέχεια, οι Μακεδόνες, που θα εγκαταστήσουν τις φρουρές τους, ενώ στη Ρωμαϊκή εποχή θα μυηθεί στα Ελευσίνια Μυστήρια και ο Αδριανός, που ευεργετεί πολλαπλώς το ιερό, ακόμη και με την κατασκευή της γέφυρας στον Ελευσινιακό Κηφισό. Αυτή ήταν η τελευταία περίοδος της ακμής του ιερού, καθώς οι Ρωμαίοι αυτοκράτορες ανήγειραν νέα λαμπρά οικοδομήματα, όπως τα Μεγάλα Προπύλαια, τις Θριαμβικές Αψίδες, την Κρήνη, ναούς και βωμούς.
Δήμητρα και Κόρη
«…τα μυστήρια που έδειξε η Δήμητρα δεν πρέπει ούτε να παραμελούνται, ούτε να ερευνούνται, ούτε να κοινολογούνται», αναφέρεται ρητά στον Ομηρικό ύμνο προς τη Δήμητρα. Κάτι που επιβαλλόταν και δια τιμωρίας, αφού, όποιος αθετούσε τον όρκο του με όποιον τρόπο, ήταν δυνατόν να καταδικαστεί σε θάνατο.
Τα Ελευσίνια άρχιζαν την 15η ημέρα του Βοηδρομιώνα (αρχές Σεπτεμβρίου) και διαρκούσαν εννέα μέρες, με διαφορετικές υποχρεώσεις των μυστών για κάθε μία από αυτές. Η ουσία των Ελευσίνιων μυστηρίων παραμένει κάτι το άγνωστο. Η μύηση αποσκοπούσε στη συμφιλίωση με το θάνατο και την προσδοκία της μεταθανάτιας ζωής και, γι’ αυτό το λόγο, είχε μεγάλη απήχηση την εποχή εκείνη.
Στα τέλη του 4ου μ.Χ. αιώνα, τα Ελευσίνια Μυστήρια κρατούσαν ακόμη, έστω και σε μεγάλη παρακμή, αλλά τότε θα συμβούν δύο ιστορικά γεγονότα, που θα ανακόψουν οριστικά την πορεία τους: Το 392 ο αυτοκράτορας Θεοδόσιος Β΄ απαγορεύει ρητά την τέλεση μυστηρίων της παλαιάς θρησκείας και το 395 οι Βησιγότθοι του Αλάριχου θα μετατρέψουν το ιερό σε ερείπια. Η λατρεία της Δήμητρας και της Κόρης ξεχνιούνται, ο χώρος καθαγιάζεται κι ένα εκκλησάκι κτίζεται στο λόφο πάνω από το Τελεστήριο των Ελευσινίων μυστηρίων.
Οι κατακτητές
Το χωριό βρίσκεται κι αυτό σε παρακμή, αλλά υπάρχει. Στην εποχή του Ιουστινιανού, μάλιστα, τον 6ο αιώνα, επισκευάζεται και το φρούριο, υπό την απειλή των επιδρομών των βαρβάρων, που κάθε τόσο διασχίζουν από βορρά τον ελληνικό χώρο. Όπως όλη η Αττική και η Βοιωτία, όμως, θα περάσει στη συνέχεια στα χέρια των Φράγκων, οι οποίοι κτίζουν στα δυτικά της ακρόπολης και πάνω σε αρχαία θεμέλια έναν πύργο, τον λεγόμενο «Φράγκικο πύργο», για τον οποίο χρησιμοποιούνται φυσικά ως πρόχειρο, αλλά και εξαιρετικής ποιότητας οικοδομικό υλικό, οι αρχαίοι λίθοι από το ιερό.
Διατηρήθηκε, μάλιστα, ως τον 19ο αιώνα, όπως φαίνεται και από τις απεικονίσεις της Ελευσίνας από περιηγητές, αλλά μετά καθαιρέθηκε. Στο μεταξύ, όμως, η περιοχή ερημωνόταν σιγά σιγά, κυρίως εξ αιτίας των συνεχών επιδρομών και αιχμαλωσιών των κατοίκων από πειρατές και ληστές.
Στις αρχές του 15ου αιώνα, πάντως, εγκαταστάθηκαν στην μικρή πεδιάδα ομάδες Αλβανών Τόσκων, που καλλιεργούσαν τη γη, για να απομακρυνθούν κι αυτοί, όμως, πάλι εξ αιτίας των πειρατών. Όταν οι εξερευνητές σερ George Wheler και Jacob Spon, ταξιδεύουν τον 17ο αιώνα στην περιοχή, θα συναντήσουν μόνον ερείπια.
Η μόνιμη κατοίκηση πια γίνεται από τον 18ο αιώνα, όταν επέστρεψαν οι απόγονοι των ντόπιων κατοίκων, που είχαν αποσυρθεί στον Κιθαιρώνα. Δύο αιώνες αργότερα, εξάλλου, στις αρχές του 20ού και μετά την Μικρασιατική καταστροφή, ο πληθυσμός της Ελευσίνας αυξάνει από τις πολλές οικογένειες των Μικρασιατών που εγκαθίστανται στην πόλη.
Η κλεμμένη Καρυάτιδα
«Αφού γυρίσαμε από το Μωριά, βρήκα τη θεά θαμμένη σ’ ένα σωρό κοπριά μέχρι τα΄ αυτιά. Οι βοσκοί της Ελευσίνας και μόνο που έλεγα ότι θα τη μεταφέρω, με κοιτούσαν σαν να επρόκειτο να βγάλω το φεγγάρι από την τροχιά του. Τι θα γινόταν το καλαμπόκι τους, έλεγαν, αν έπαιρναν τη γριά με το καλάθι της; Πήγα στην Αθήνα και έκανα αίτηση στον Πασά και βοήθησα το αίτημά μου, γλιστρώντας ένα εγγλέζικο τηλεσκόπιο στα δάχτυλά του. Η δουλειά έγινε και ξεκίνησα για την Ελευσίνα με τη συνοδεία ενός Τούρκου αξιωματούχου του Τσοχαντάρη του Πασά». Αυτά γράφει ο Άγγλος μεταλλειολόγος, συλλέκτης και περιηγητής Έντουαρντ Ντάνιελ Κλαρκ, που βρίσκεται στην Ελλάδα το 1801.
Έχει μόλις παρακολουθήσει στην Αθήνα την καταστροφή του Παρθενώνα από τον Έλγιν και γράφει με θυμό για όσα βλέπει, όταν έρχεται όμως η δική του ώρα να δοκιμαστεί, γίνεται κι αυτός ένας βέβηλος κλέφτης. Το υπερφυσικού μεγέθους άγαλμα στο οποίο αναφέρεται, η μία από τις δύο Καρυάτιδες που στήριζαν τη στέγη των Μικρών Προπυλαίων του ιερού, είχε βρεθεί από το 1676 από χωρικούς, οι οποίοι όχι μόνον δεν το είχαν μετακινήσει από τη θέση του -είναι πολύ βαρύ άλλωστε- αλλά το είχαν συνδέσει και με την προστασία των καλλιεργειών τους.
Γι’ αυτό και αντέδρασαν, όχι όμως ως το τέλος με επιτυχία, αφού πείσθηκαν από τον ιερέα του χωριού να το ξεθάψουν και να βοηθήσουν τον Κλαρκ να το μεταφέρει στο λιμάνι. Η Καρυάτιδα της Ελευσίνας (1ος π.Χ. αιώνας) βρίσκεται σήμερα στο Μουσείο Φιτζγουίλιαμ του Πανεπιστημίου του Κέιμπριτζ, αφού όμως πρώτα το πλοίο που την μετέφερε είχε βυθιστεί, λίγο πριν φτάσει στον προορισμό του και το άγαλμα είχε χρειαστεί να μείνει στο βυθό επί δύο χρόνια.
Η αδερφή της, που μπορούμε να δούμε στο Αρχαιολογικό Μουσείο της Ελευσίνας βρέθηκε το 1892 από τις ανασκαφές της Αρχαιολογικής Εταιρείας. Στο μουσείο βρίσκεται, επίσης, ένα ακόμη εξαιρετικό γλυπτό, η περίφημη «Φεύγουσα Κόρη» (αρχές 5ου π.Χ.), ονομασία που της έχει δοθεί λόγω της έντονης κίνησής της, ένα άγαλμα του Αντίνοου, το ακέφαλο άγαλμα της θεάς Δήμητρας του 5ου π.Χ. αιώνα από το εργαστήριο του γλύπτη Αγοράκριτου, μαρμάρινοι ανδριάντες, ανάγλυφα, αγγεία και άλλα έργα όλων των εποχών της λειτουργίας το ιερού.
Ξανά στο φως
Οι πρώτοι που έκαναν ανασκαφές στην Ελευσίνα ήταν τα μέλη της εταιρείας των «Ντιλετάντι», μιας ομάδας από αρχαιόφιλους πλην και αρχαιοκάπηλους -κατά περίπτωση- Άγγλους, που, πράγματι, το 1811 πήραν άδεια από τους Τούρκους για έρευνες στο ιερό.
Τον επόμενο χρόνο, εντόπισαν από τις ανασκαφές τους τα Μεγάλα Προπύλαια, τον ναό της Προπυλαίας Αρτέμιδας και τον ναό της Δήμητρας. Ακολουθεί, βεβαίως, η Ελληνική Επανάσταση, οπότε αυτές οι δραστηριότητες εκλείπουν και η επάνοδος στην Ελευσίνα γίνεται το 1860, πια, με τον Γάλλο αρχαιολόγο Λενορμάν, που δεν μπόρεσε όμως να τις ολοκληρώσει, ελλείψει χρημάτων.
Την Ελευσίνα θα αναλάβει από το 1882 η Αρχαιολογική Εταιρεία και, με τη συνδρομή του κράτους, θα κάνει τις απαραίτητες απαλλοτριώσεις των σπιτιών που βρίσκονταν πάνω στο λόφο. Η πρώτη έρευνα έγινε από τον Δημήτριο Φίλιο, που κατόρθωσε να καθαρίσει τον μεγάλο ναό της Δήμητρας, ενώ ο συνεργάτης του, ο σπουδαίος Γερμανός αρχιτέκτονας Wilhelm Dörpfeld (συνεργάτης και του Schliemann ) κάνει τα πρώτα αρχιτεκτονικά σχέδια.
Ακολουθούν κι άλλοι επιστήμονες, με μεγάλο επίσης έργο, συγκεκριμένα ο Ανδρέας Σκιάς, ο Κωνσταντίνος Κουρουνιώτης, ο Αναστάσιος Ορλάνδος, ο Ιωάννης Τραυλός , ο Γεώργιος Μυλωνάς, που θα αποκαλύψουν τα μνημεία του ιερού.
«Τη Δήμητρα τη σεβαστή καλλίκομη θεάν αρχίζω να εξυμνώ, /
αυτήν και τη λυγεροπόδαρη τη θυγατέρα της που ο Αϊδωνεύς την άρπαξε, και του την έδωσε ο βαρύγδουπος παντόπτης Ζευς, /
όταν μακριά απ’ την χρυσοδρέπανη λαμπρόκαρπη τη Δήμητρα /
έπαιζε με του Ωκεανού τις κόρες τιςμορθόστηθες, /
δρέποντας ρόδα, κρόκους κι άνθη κι όμορφους μενεξέδες /
στον τρυφερό λειμώνα, σπαθόχορτα και υάκινθο /
και νάρκισσο …».
Μια αναφορά στην Ελευσίνα δεν μπορεί παρά να κλείσει έτσι. Με τον Ομηρικό Ύμνο του 600 π.Χ., με τις υπέροχες αναφορές στην ομορφιά της Δήμητρας και της φύσης. Ο αρχαιολογικός χώρος είναι ανοιχτός καθημερινά από τις 8 το πρωί ως τις 8 το βράδυ. Το εισιτήριο είναι 6 ευρώ (μειωμένο 3).
Διαβάστε επίσης:
Τουρίστες στον τόπο μας: Στον Μαραθώνα, αναζητώντας τα ίχνη μιας μεγάλης νίκης
Τουρίστες στον τόπο μας: Ραμνούντας, εδώ που κατοικούσε η Νέμεση
Ακολουθήστε το Portraits στο Google News για την πιο ξεχωριστή ενημέρωση