Έχει κατακτήσει τον τίτλο του σημαντικότερου επιχειρηματία για το 2014 και μόλις το φετινό Ιανουάριο ανέλαβε τα ηνία του κολοσσού της μόδας, H&M. Η Helena Helmersson είναι η πρώτη γυναίκα που ηγείται μίας από τις τέσσερις μεγαλύτερες εταιρείες του χώρου και κάνει αισθητή την παρουσία της από την πρώτη στιγμή, έχοντας ως προτεραιότητα την ακόμη μεγαλύτερη στροφή του brand προς τη βιωσιμότητα.
Η επιτυχημένη πορεία της στην εταιρεία μετρά περισσότερα από 20 χρόνια
Έχοντας μόλις αποφοιτήσει από το τμήμα Διοίκησης Επιχειρήσεων του Πανεπιστημίου του Ούμεο στη Σουηδία, το 1997 ξεκίνησε την καριέρα της με τη θέση της δημοσιονομικής ελέγκτριας. Το 1999 έγινε υπεύθυνη του τμήματος πωλήσεων και, στη συνέχεια, μετακόμισε στο Μπανγκλαντές όπου διηύθυνε το τμήμα Ανθρωπίνου Δυναμικού για την παραγωγή, μέχρι το 2007. Έπειτα, έζησε στο Χονγκ Κονγκ ως υπεύθυνη παραγωγής για το τμήμα εσωρούχων.
Επέστρεψε το 2010 στη Στοκχόλμη, διευθύνοντας το αρμόδιο για τη βιωσιμότητα του brand τμήμα, μέχρι το 2015 που πήρε προαγωγή σε παγκόσμια διευθύντρια παραγωγής. Το Σεπτέμβριο του 2018 κατέκτησε τον τίτλο της Γενικής Διευθύντριας του ομίλου H&M.
Όραμά της είναι η μεγαλύτερη στροφή του ομίλου προς τη βιωσιμότητα
Ξεκινώντας από τη δεκαετία του ’90, η πολιτική του H&M ακολουθεί μία πιο οικολογική οδό σχετικά με τις πηγές των προμηθειών της, ενώ πλέον οι πελάτες έχουν τη δυνατότητα να αφήνουν στα καταστήματα ρούχα που πλέον δε χρειάζονται για να τα ανακυκλώσουν. Η συγκεκριμένη εταιρεία, μάλιστα, κυκλοφορεί ολόκληρη σειρά ένδυσης φτιαγμένη από 20% ανακυκλωμένες ίνες.
«Είμαστε πραγματικά χαρούμενοι που μπορούμε να προσφέρουμε σε τόσους ανθρώπους στον κόσμο μία προσιτή και πιο βιώσιμη μόδα», ανέφερε η Helena Helmersson στο Just-Style.
Τόνισε, επιπλέον, ότι οι χαμηλές τιμές των προϊόντων δε δίνουν κανένα ουσιαστικό στοιχείο για τις συνθήκες εργασίας των υπαλλήλων. «Μεγαλύτερη σχέση με αυτό έχει το μέγεθος των εταιρειών», δήλωσε χαρακτηριστικά.
Ένας από τους μεγαλύτερους στόχους της είναι να καταφέρει συνεργαστεί με τους υπεύθυνους για τη χάραξη πολιτικής στις τοπικές αγορές των διάφορων χωρών, καθώς οι απολαβές των εργαζομένων είναι αναγκαίο να προσαρμόζονται στις συνθήκες της κάθε περιοχής. «Δεν αρκεί να έχεις απλώς έναν κώδικα δεοντολογίας», είπε. « Δεν είναι εξίσου εύκολο με το να ανακοινώνεις ποιος θα έπρεπε να είναι ο μισθός. Πρέπει να χτίσουμε συστήματα που θα λειτουργούν τοπικά», είπε.