Power

Jonas Salk: Η ζωή και το έργο του επιστήμονα που ανακάλυψε το εμβόλιο κατά της πολιομυελίτιδας

πηγή: wikipedia.org

O Jonas Salk ήταν ο Αμερικανός γιατρός, ιατρικός ερευνητής και ιολόγος που δημιούργησε το πρώτο επιτυχημένο εμβόλιο κατά της πολιομυελίτιδας. Αποφάσισε να μην το κατοχυρώσει, ώστε να έχει δωρεάν πρόσβαση σ’ αυτό ολόκληρος ο πλανήτης. Αυτή είναι η ιστορία του.

Γεννήθηκε στις 28 Οκτωβρίου 1914 στη Νέα Υόρκη. Σπούδασε στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου της Νέας Υόρκης και αποφάσισε να ασχοληθεί με τον τομέα της έρευνας, παρά να εξασκήσει το επάγγελμα. Το 1941 συνεργάστηκε με το Πανεπιστήμιο του Μίσιγκαν, όπου μελέτησε τους ιούς της γρίπης με το μέντορά του, Thomas Francis Jr.

πηγή: wikipedia.org

H πολιομυελίτιδα ήταν ένα από τα προβλήματα που προκαλούσαν τρόμο, μέχρι το 1955 που κυκλοφόρησε το εμβόλιο. Οι επιδημίες ήταν καταστροφικές για τις μεταπολεμικές ΗΠΑ, με το αποκορύφωμα να έρχεται το 1952, όταν έχασαν τη ζωή τους 3.145 άνθρωποι και 21.269 έμειναν παράλυτοι – και ήταν παιδιά, στην πλειονότητά τους. Σύμφωνα, μάλιστα, με ένα ντοκιμαντέρ του BBC, «ήταν ο μεγαλύτερος φόβος της Αμερικής, μετά την ατομική βόμβα». Έτσι, οι επιστήμονες πάσχιζαν να βρουν έναν τρόπο πρόληψης ή θεραπείας. Όμως δεν ήταν συναγωνισμός, αλλά αγώνας δρόμου. Το θέμα για εκείνους, ήταν η πρωτιά.

Το 1948, ο Jonas Salk ξεκίνησε ένα project που χρηματοδότησε το Εθνικό Ίδρυμα για τη Βρεφική Αναπηρία. Σκοπός του ήταν να προσδιορίσει πόσοι ακριβώς διαφορετικοί ιοί ήταν υπεύθυνοι για την πολιομυελίτιδα. Έκανε, όμως, κι ένα βήμα παραπέρα, προσπαθώντας να δημιουργήσει ένα εμβόλιο. Σχημάτισε την ομάδα του και αφοσιώθηκε στο στόχο του για τα επόμενα επτά χρόνια. Για την επίτευξή του, συνεργάστηκαν 20 χιλιάδες γιατροί και επιστήμονες υγείας, 64 χιλιάδες υπάλληλοι σχολείων και 220 χιλιάδες εθελοντές. Πάνω από 1.8 εκατομμύρια παιδιά συμμετείχαν στις δοκιμές, ενώ η επίσημη είδηση για την επιτυχία του εμβολίου, βγήκε στις 12 Απριλίου 1955. Ο Salk έγινε ο εθνικός ήρωας εκείνη την ημέρα και οι διάφορες χώρες βιάστηκαν να αντιγράψουν τη συνταγή του – ανάμεσά τους ο Καναδάς, η Σουηδία, η Δανία, η Νορβηγία, η  Δυτική Γερμανία, η Ολλανδία, η Ελβετία και το Βέλγιο.

O Jonas Salk έκανε τεράστιες προσπάθειες για να γίνει υποχρεωτικός ο εμβολιασμός, υποστηρίζοντας πως η δημόσια υγεία θα έπρεπε να θεωρηθεί «ηθική δέσμευση». Το 1960 ίδρυσε το Salk Institute for Biological Studies, το οποίο μέχρι σήμερα αποτελεί κέντρο ιατρικής και επιστημονικής έρευνας. Συνέχισε την καριέρα του στο χώρο και εξέδωσε βιβλία, ενώ πέρασε τα τελευταία χρόνια της ζωής του αναζητώντας το εμβόλιο κατά του HIV. Οι προσωπικές του εργασίες και σημειώσεις, αυτή τη στιγμή βρίσκονται στη βιβλιοθήκη του Πανεπιστημίου της Καλιφόρνια.

πηγή: wikipedia.org

Χάρη στην επιτυχία του, ήταν αδύνατο να κρατήσει την προσωπική του ζωή μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας. «Νεαρέ, τι τραγωδία σε βρήκε – έχασες την ανωνυμία σου», του είχε πει χαρακτηριστικά ο παρουσιαστής Ed Murrow. Όταν, σε συνέντευξη, τον ρώτησε σε ποιον ανήκει η πατέντα του εμβολίου, ο Salk απάντησε «Λοιπόν, ο κόσμος θα έλεγα. Δεν υπάρχει πατέντα. Θα μπορούσες να πατεντάρεις τον ήλιο;» Αν είχε πράξει διαφορετικά, και είχε κατοχυρώσει τα δικαιώματά του, θα είχε κερδίσει 7 δισεκατομμύρια δολάρια.

Αργότερα, έγινε μέλος του διοικητικού συμβουλίου του John D. and Catherine T. MacArthur Foundation.

Ο συγγραφέας Jon Cohen σημείωσε πως «Ο Jonas Salk έκανε επιστήμονες και δημοσιογράφους να φέρονται αδέξια. Ως ένας από τους ελάχιστους εν ζωή επιστήμονες που έγιναν διάσημοι, στα μάτια του κοινού μοιάζει με σούπερ σταρ. Όταν οι πιλότοι ανακοίνωναν ότι επέβαινε στο αεροπλάνο, οι επιβάτες ξεσπούσαν σε χειροκροτήματα. Τα ξενοδοχεία του έδιναν τις καλύτερες σουίτες. Θαυμαστές τον διέκοπταν κάθε φορά που έτρωγε σε εστιατόρια, ζητώντας αυτόγραφα, ενώ επιστήμονες τον πλησίαζαν με ανοιχτό το στόμα.»

Εκείνος, όμως, δεν απολάμβανε την αναγνωρισιμότητα. Σύμφωνα με τους New York Times της εποχής, πίστευε πως δεν άρμοζε σε έναν επιστήμονα. Θεωρούσε πως τόσο ο Τύπος, όσο και οι απλοί άνθρωποι προσέβαλλαν την ιδιωτικότητά του. Αλλά είχε γίνει λαϊκός ήρωας και δεν μπορούσε να το πάρει πίσω. Έλαβε προεδρικές τιμές, πολλά βραβεία, έγινε τέσσερις φορές επίτιμος διδάκτορας ενώ διακρίθηκε διεθνώς.

πηγή: wikipedia.org

«Είναι σαν να έγινα δημόσια ιδιοκτησία… Αισθάνομαι τεράστια ευγνωμοσύνη, μου δόθηκαν πολλές ευκαιρίες, αλλά ταυτόχρονα έφερε και πολλά εμπόδια στο δρόμο μου. Άλλαξε την καριέρα μου, τις σχέσεις μου με συνδέλφους – έγινα δημόσιο πρόσωπο, έπαψα να είμαι ένας από αυτούς», δήλωσε χαρακτηριστικά σε συνέντευξη που έδωσε 25 χρόνια μετά την ανακάλυψή του, το 1980.

Η προσωπική του ζωή κυλούσε ήρεμα. Το 1939, μία μέρα μετά την αποφοίτησή του από το Πανεπιστήμιο, παντρεύτηκε τη Donna Lindsay. Στην αρχή, ο πατέρας της δε συμφωνούσε με την επιλογή της, όμως σιγά – σιγά, συνήθισε το Salk. Δέχθηκε να γίνει ο γάμος υπό δύο όρους: Πρώτον, ο γαμπρός θα έπρεπε να περιμένει μέχρι να γίνει και επίσημα γιατρός, ώστε οι προσκλήσεις να γράφουν «Δρ.» μπροστά από το όνομά του. Δεύτερον, θα έπρεπε να αποκτήσει περισσότερο κύρος, με ένα μεσαίο όνομα. Έτσι, για χάρη της αγαπημένης του, μετονομάστηκε σε Jonas Edward Salk.

Το ζευγάρι απέκτησε τρία παιδιά: τους Peter, Darrell και Jonathan. Πήρε, όμως, διαζύγιο το 1968. Δύο χρόνια μετά, παντρεύτηκε τη Γαλλίδα ζωγράφο, Françoise Gilot.

πηγή: wikipedia.org

Ο Jonas Salk έφυγε από τη ζωή στις 23 Ιουνίου 1995, από ανακοπή καρδιάς. Ήταν 80 ετών.