Η πανδημία του κορονοϊού έχει αλλάξει τη ζωή μας, εδώ και περίπου 3 μήνες. Οι άνθρωποι σε όλο τον κόσμο, όπως και στην Ελλάδα, μαθαίνουν να ζουν πλέον σε συνθήκες περιορισμού ή απόλυτης καραντίνας. Καθημερινά, σχεδόν μουδιασμένοι από την απότομη αλλαγή της καθημερινότητά μας, μαθαίνουμε από τις ειδήσεις και τις εκπομπές τα θύματα, που αφήνει πίσω του ο θανατηφόρος ιός, τα κρούσματα, τα συμπτώματα, καθώς και τα μέτρα, που πρέπει να τηρούμε για να περιοριστεί η εξάπλωσή του. Ακούμε και διαβάζουμε ατελείωτες ώρες μέσα στην ημέρα για το τί μπορούμε να κάνουμε όσο #μένουμεσπίτι, πώς μπορούμε να απασχοληθούμε, να εργαστούμε από το σπίτι, να απασχολήσουμε παιδιά και εφήβους με δημιουργικό τρόπο. Ωστόσο, αγνοούμε μια «σκοτεινή» και άκρως επικίνδυνη πραγματικότητα. Εκείνη της ενδοοικογενειακής βίας.
Τη στιγμή που για πολλούς η διαμονή στο σπίτι μοιάζει ένα ευχάριστο διάλειμμα και μια ευκαιρία για ποιοτικό χρόνο με την οικογένεια και τον εαυτό τους, για άλλους αποτελεί μια σοβαρή πρόκληση. Πολλοί ψυχολόγοι και οργανισμοί κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου, καθώς εκτιμούν πως τα περιστατικά ενδοοικογενειακής βίας (συναισθηματική, σωματική ή λεκτική) θα σημειώσουν ραγδαία αύξηση, με βασικούς αποδέκτες τις γυναίκες και τα παιδιά.
Όπως στον ρυθμό εξάπλωσης του κορονοϊού, έτσι και σε αυτή την περίπτωση, το παράδειγμα της Κίνας μας δείχνει τι ακολουθεί. Πολλοί οργανισμοί κατέγραψαν αύξηση των περιστατικών ενδοοικογενειακής βίας κατά τη διάρκεια της καραντίνας, που είχε επιβληθεί στους πολίτες. Τα στοιχεία σοκάρουν. Ο Wan Fei, συνταξιούχος αστυνομικός που τώρα διαχειρίζεται μια μη κερδοσκοπική οργάνωση κατά της ενδοοικογενειακής βίας στο Jingzhou του Hubei, δήλωσε ότι ο αριθμός των περιστατικών αυτών σχεδόν διπλασιάστηκε από τη μέρα που άρχισε η καραντίνα. «Η επιδημία είχε τεράστιο αντίκτυπο στις οικογενειακές σχέσεις. Σύμφωνα με τα στοιχεία μας, το 90% των βίαιων επιθέσεων στα πλαίσια της οικογένειας, αυτής της περιόδου, σχετίζεται με την επιδημία Covid-19».
Ο φόβος και η ανησυχία για αυτή την πρωτόγνωρη παγκόσμια κατάσταση, καθώς και η οικονομική πίεση που ασκείται αυτή τη στιγμή σε πολλές οικογένειες, ενισχύουν τέτοιες συμπεριφορές, αναφέρει ο Wan. Μάλιστα, κατά τη διάρκεια της κρίσης στην Κίνα, το #AntiDomesticViolenceDuringEpidemic χρησιμοποιήθηκε χιλιάδες φορές στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, σε μια προσπάθεια ευαισθητοποίησης της εθνικής και διεθνούς κοινότητας.
Τι δείχνουν τα στοιχεία για Ευρώπη και Αμερική
Υπολογίζεται ότι 1,6 εκατομμύρια γυναίκες στην Αγγλία και την Ουαλία έπεσαν θύματα ενδοοικογενειακής βίας το 2019. Η Claire Barnett, εκτελεστική διευθύντρια του οργανισμού UN Women UK, δήλωσε ότι υπάρχουν σαφή στοιχεία από όλο τον κόσμο, που αποδεικνύουν πως σε περιόδους οικονομικής αβεβαιότητας και κοινωνικής αστάθειας, η βία αυτής της μορφής αυξάνεται. «Όταν δημιουργείται ένα πρόσθετο άγχος στις κοινωνίες – από ασθένειες, περιβαλλοντικά προβλήματα, κτλ- τα ποσοστά της βίας σημειώνουν αύξηση».
Η απομόνωση και η οικονομική πίεση είναι κοινά χαρακτηριστικά των καταχρηστικών σχέσεων, τα οποία, όπως προειδοποιούν οι ειδικοί, θα επιδεινωθούν περαιτέρω κατά τη διάρκεια αυτής της πανδημίας. «Η επιβολή της αυτοαπομόνωσης μπορεί να ενισχύσει την ικανότητα του θύτη να περιορίσει τις ελευθερίες των γυναικών, αφήνοντάς τες εκτεθειμένες σε μεγάλο κίνδυνο». Οργανισμοί, σωματεία αλλά και πολιτικοί, όπως ο Jeremy Corbyn, είναι ιδιαίτερα θορυβημένοι με τον τελευταίο να θέτει σχετικό ερώτημα στον πρωθυπουργό, Boris Johnson. «Κάθε δεκαπενθήμερο, τρεις γυναίκες σκοτώνονται από τον σύντροφό τους ή τον πρώην σύντροφό τους. Η ενδοοικογενειακή βία είναι πιθανό να αυξηθεί εάν ένας μεγάλος αριθμός ανθρώπων χρειαστεί να απομονωθεί» είπε ο αρχηγός του Εργατικού Κόμματος.
Στη Γερμανία, η προσοχή των ειδικών στρέφεται στα μικρά παιδιά και τους εφήβους, σύμφωνα με τη Deutsche Welle. Για πολλά παιδιά, το σχολείο είναι ένας χώρος μάθησης και κοινωνικοποίησης. Για άλλα, ένα ασφαλές μέρος – ένα καταφύγιο από επικίνδυνα περιβάλλοντα στο σπίτι, όπου αντιμετωπίζουν την απειλή της παιδικής κακοποίησης.
Σύμφωνα με στοιχεία της αστυνομίας, περισσότερα από 4.000 κρούσματα κακοποίησης παιδιών αναφέρθηκαν το 2018. Ο αριθμός των περιπτώσεων σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών ήταν σημαντικά υψηλότερος και ανερχόταν σε πάνω 14.000. Με τα σχολεία να είναι κλειστά, ως μέρος των μέτρων της Γερμανίας για τον περιορισμό της εξάπλωσης του κορονοϊού, διάφορες οργανώσεις έχουν προειδοποιήσει για πιθανή αύξηση της κακοποίησης των παιδιών. Ο επικεφαλής της Γερμανικής Ένωσης Παιδιών (Deutscher Kinderverein), Rainer Rettinger, αναφέρει ότι η κατάσταση για μερικά παιδιά μπορεί να επιδεινωθεί, θέτοντας σε κίνδυνο ακόμη και τη ζωή τους. Ωστόσο, ανησυχητικά είναι και τα στοιχεία για τα κρούσματα βίας κατά των γυναικών, τα οποία επίσης αναμένεται να αυξηθούν. Ενδεικτικά, μόνο το 2018, σύμφωνα με την Ομοσπονδιακή Αστυνομική Υπηρεσία, 114,393 γυναίκες έπεσαν θύματα ενδοοικογενειακής βίας.
Στην Αμερική, δεδομένου ότι ο φόβος και το άγχος για τον κορονοϊό αυξάνονται, αναμένεται και εκεί αύξηση της ενδοοικογενειακής βίας. Σύμφωνα με το SafeNest, ένα καταφύγιο για τις γυναίκες που έχουν πέσει θύματα στο Λας Βέγκας, ήδη σημειώνεται αύξηση των τηλεφωνικών κλήσεων, περίπου 10%, συγκριτικά με τις προηγούμενες ημέρες. Όπως αναφέρει η Liz Ortenburger, διευθύνουσα σύμβουλος του SafeNest, αιτία της αύξησης αυτής είναι ο κορονοϊός. «Αυτές οι δύσκολες καταστάσεις, αποτελούν έναυσμα τέτοιων επιθετικών συμπεριφορών. Έχουμε μεγάλες οικογένειες που μένουν όλοι μαζί σε διαμερίσματα και σπίτια.»
«Ο σύζυγός μου δεν θα με αφήσει να φύγω από το σπίτι. Έχει συμπτώματα που μοιάζουν με γρίπη και με κρατάει εδώ με την δικαιολογία ότι δεν θέλει να φέρω τον ιό στο σπίτι. Αλλά αισθάνομαι ότι είναι απλώς μια προσπάθεια να με απομονώσει» λέει ένα θύμα της ενδοοικογενειακής βίας στην Εθνική Τηλεφωνική Γραμμή για την Οικογενειακή Βία. Μάλιστα, όπως είπε η ίδια, την απείλησε πως αν τολμήσει να βήξει θα την έδιωχνε από το σπίτι, αφήνοντάς τη μόνη να πεθάνει στο δωμάτιο κάποιου ξενοδοχείου. Φοβάται πως αν φύγει, ο σύζυγός της δεν θα την αφήσει να επιστρέψει σπίτι. Σε ένα άλλο περιστατικό στην Καλοφόρνια, μια γυναίκα με άσθμα κακοποιήθηκε από τον σύζυγό της, φέροντας σοβαρά τραύματα, ωστόσο δεν πήγε ποτέ σε κάποιο νοσοκομείο, φοβούμενη μην κολλήσει κορονοϊό.
Για τους ανθρώπους, που βιώνουν ενδοοικογενειακή βία, οι νέες συνθήκες τους έχουν παγιδεύσει στα σπίτια με τους θύτες τους. Στις Ηνωμένες Πολιτείες, όπου χιλιάδες άνθρωποι έχουν μολυνθεί από τον κορονοϊό, σύμφωνα με την Εθνική Τηλεφωνική Γραμμή για την Οικογενειακή Βία, οι καταγγελίες για τέτοια περιστατικά αυξάνονται, ενώ οι περισσότεροι δράστες χρησιμοποιούν τον θανατηφόρο ιό ως μέσο πίεσης. Οι περισσότεροι απειλούν πως θα αφήσουν τα θύματά τους στο δρόμο να κολλήσουν και δεν θα τους επιτρέψουν την επιστροφή στο σπίτι.
Η περίπτωση Ελλάδας και Κύπρου
Για τον κίνδυνο αύξησης των κρουσμάτων ενδοοικογενειακής βίας και στην Ελλάδα προειδοποιεί η Γενική Γραμματεία Οικογενειακής Πολιτικής και Ισότητας των Φύλων. Σε σχετική ανακοίνωση, αναφέρεται πως σε «περιόδους κρίσης είναι πιθανόν να διογκωθούν τα περιστατικά έμφυλης βίας. Η ενδοοικογενειακή βία βρίσκει πρόσφορο έδαφος, όταν οι γυναίκες περιορίζονται στο σπίτι, σε μια κακοποιητική σχέση, για μεγάλο χρονικό διάστημα. Το μήνυμα για τις γυναίκες αυτές είναι ένα:
Ακόμα κι αν είσαι περιορισμένη, δεν απαγορεύεται να ζητήσεις βοήθεια.
Η τηλεφωνική γραμμή SOS 15900 παραμένει ανοιχτή, 7 μέρες την εβδομάδα, 24 ώρες την ημέρα.
Περισσότερες πληροφορίες για την τηλεφωνική γραμμή SOS 15900 και τις δομές υποστήριξης γυναικών θυμάτων βίας, βρείτε στην ιστοσελίδα: www.womensos.gr.»
Μιλώντας σε ιστοσελίδα, η γενική γραμματέας Ισότητας Μαρία Συρεγγέλα, ανέφερε χαρακτηριστικά: «Είναι διεθνώς αποδεδειγμένο ότι τα κρούσματα σωματικής, ψυχολογικής και λεκτικής βίας κατά των γυναικών αυξάνονται κατακόρυφα. Οι σύμβουλοι μας παρέχουν ψυχοκοινωνικές συμβουλές και άλλες υπηρεσίες ψυχολογικής στήριξης, γι΄ αυτό όσες γυναίκες υφίστανται βία στη δουλειά τους ή στο οικογενειακό τους περιβάλλον πρέπει να μας καλέσουν, να ενθαρρυνθούν για να αντιμετωπίσουμε την κατάσταση.»
«Καμιά γυναίκα που υφίσταται κακοποίηση δεν μπορεί και δεν πρέπει να είναι μόνη της, πόσω μάλλον τώρα τις μέρες του κορονοϊού. Είμαστε εδώ για να στηρίξουμε και να βοηθήσουμε», προσέθεσε η κ. Συρεγγέλα.
Την ίδια στιγμή, ιδιαίτερα σοκαριστικά είναι τα στοιχεία, που έχουν έρθει στο φως της δημοσιότητας, από την Κύπρο. Ο περιορισμός στο σπίτι οδήγησε σε αύξηση 30% των περιστατικών βίας, με αποδέκτες γυναίκες και παιδιά. Σύμφωνα με ανακοίνωση του Κυπριακού Συνδέσμου για την Πρόληψη και Αντιμετώπιση της Βίας στην Οικογένεια (ΣΠΑΒΟ), ο «περιορισμός λόγω COVID-19 δημιουργεί πρόσφορο εδαφος για επιδείνωση της ενδοοικογενειακής βίας. Τα στοιχεία του ΣΠΑΒΟ από το πρώτο επιβεβαιωμένο κρούσμα στην Κύπρο μέχρι και σήμερα επισφραγίζουν και σκιαγραφούν το τοπίο. Μπορεί να πρέπει να περιοριστείς αλλά δεν απαγορεύεται να φύγεις και να ζητήσεις βοήθεια. Όλες οι υπηρεσίες έχουν αναπροσαρμοστεί και εναρμονιστεί σύμφωνα με τα νέα δεδομένα και για όσους τις χρειάζονται συνεχίζουν να παρέχονται 24 ώρες καθημερινά δωρεάν.»
Σύμφωνα με τα στοιχεία που δόθηκαν στη δημοσιότητα από τις 9 Μαρτίου μέχρι τις 17 Μαρτίου:
- καταγράφηκαν 750 κλήσεις για ενδοοικογενειακή βία
- πέντε νέα αιτήματα για εισδοχή σε χώρους φιλοξενίας
- τέσσερα νέα αιτήματα για ατομική συμβουλευτική
Η Επιστημονική Διευθύντρια του ΣΠΑΒΟ, Δρ. Άντρη Ανδρόνικου, μιλώντας σε τηλεοπτική εκπομπή ανέφερε πως όσοι ασχολούνται με το φαινόμενο της ενδοοικογενειακής βίας, γνωρίζουν πως η αύξησή της παρατηρείται σε περιόδους που η οικογένεια που δυσλειτουργεί, συνυπάρχει πιο πολύ. «Αναμέναμε αυτή την αυξητική τάση απέναντι στα περιστατικά βίας που έπρεπε να διαχειριστούμε. Αυτή τη στιγμή ο περιορισμός που έχει τεθεί ως μέτρο πρόληψης αλλά και αντιμετώπισης της επιδείνωσης εξάπλωσης αυτού του ιού, ταυτόχρονα αποτελεί και εργαλείο στα χέρια των δραστών. Γυναίκες για μεγάλο χρονικό διάστημα βρίσκονται στο σπίτι κι επομένως απομονώνονται ακόμη περισσότερο από την κοινωνική ζωή και από τους χώρους εργασίας τους με αποτέλεσμα ο έλεγχος που έχουν στη ζωή των γυναικών οι δράστες να γίνεται ακόμη μεγαλύτερος με αποτέλεσμα την επιδείνωση της βίας» είπε χαρακτηριστικά.
Σήμερα, περισσότερο από ποτέ, πρέπει να προσέχουμε τους πιο ευάλωτους στην κοινωνία μας. Όχι μόνο τις ευπαθείς ομάδες και τους ηλικιωμένους, αλλά και εκείνους, που δεν μένουν σε ένα ασφαλές περιβάλλον, όπως οι υπόλοιποι.