Ήταν η «Σιδηρά Κυρία» της πολιτικής. Έσωσε τη Μεγάλη Βρετανία από βέβαιη οικονομική καταστροφή, την οδήγησε στη νίκη στη Σύγκρουση των Φώκλαντ και που καθοδήγησε τις ΗΠΑ και τη Σοβιετική Ένωση στα δύσκολα χρόνια του ψυχρού πολέμου. Ο λόγος για τη Margaret Thatcher.
Ήταν η πρώτη γυναίκα πρωθυπουργός και πρώτη ηγέτιδα στην ιστορία του σύγχρονου δυτικού κόσμου. Βγήκε πρώτη με το κόμμα των Συντηρητικών σε τρεις εκλογικές περιόδους και κράτησε τα ηνία της χώρας για έντεκα χρόνια – από το Μάιο του 1979 έως το Νοέμβριο 1990.
Γεννήθηκε στις 13 Οκτωβρίου 1925 σ’ ένα χωριό βόρεια του Λονδίνου. Μεγάλωσε σ’ ένα κρύο διαμέρισμα, πάνω από το παντοπωλείο του πατέρα της, Alfred Roberts.
«Η πολιτική ήταν στο αίμα μου», είχε δηλώσει. Ο λόγος; Εκτός από παντοπώλης, ο πατέρας της ήταν και πολιτικός της τοπικής κοινότητας. Εκείνος της δίδαξε τις βασικές αρχές και τη σημασία της προσωπικής ευθύνης, ενώ την έπαιρνε μαζί του όταν οργάνωνε τις προεκλογικές του εκστρατείες.
Στα 17 της έγινε δεκτή στο Somerville College της Οξφόρδης, για να σπουδάσει χημεία. Δεν έγινε δεκτή στην πανεπιστημιακή ομάδα για τα debates, καθώς ήταν γυναίκα. Έγινε, λοιπόν, μέλος της πανεπιστημιακής συντηρητικής παράταξης. Αποφοίτησε το 1947, έκανε ένα μεταπτυχιακό στο ίδιο αντικείμενο, εργάστηκε ως χημικός μηχανικός και ξεκίνησε τις σπουδές της στη νομική.
Μπήκε στο δύσκολο και ανδροκρατούμενο χώρο της πολιτικής όταν ήταν μόλις 23 ετών, ως υποψήφια με το κόμμα των Συντηρητικών. Το 1949 γνώρισε το σύζυγό της, τον επιχειρηματία Denis Thatcher και απέκτησαν μαζί δύο παιδιά: το Mark και την Carol. Όσο περνούσαν τα χρόνια, το ζευγάρι απέκτησε την οικονομική σταθερότητα που χρειαζόταν, κι έτσι η Margaret αφοσιώθηκε σε αυτό που αγαπούσε πραγματικά.
Έγινε Πρωθυπουργός το 1979, όταν ο James Callaghan έχασε την εμπιστοσύνη του βρετανικού λαού.
Τα σκληρά οικονομικά μέτρα που πέρασε σε μία χώρα που υπέφερε εξαιτίας του πληθωρισμού, οι περικοπές των μισθών και η αναταραχή στις βιομηχανίες δε λειτούργησαν υπέρ της δημοτικότητάς της. Το αποκορύφωμα ήρθε με την εξέγερση του ίδιου του υπουργικού της συμβουλίου και το ιστορικό «Όχι! Όχι! Όχι!» της στη Βουλή σχετικά με την περεταίρω ενσωμάτωση του Ηνωμένου Βασιλείου στην Ευρώπη. Μέχρι να αποσυρθεί, όμως, είχε κερδίσει το σεβασμό όλων.
Όταν ολοκληρώθηκε η θητεία της, πήρε τον τίτλο της Βαρόνης του Kesteven.
Οι πολιτικές της κινήσεις ήταν αποφασιστικές. Έσπασε το καθεστώς των συνδικαλιστών και οδήγησε το Εργατικό Κόμμα στο να εγκαταλείψει την αφοσίωσή του στην κρατικοποίηση της βιομηχανίας, να επαναπροσδιορίσει την ιδέα της ευημερίας και να αποδεχθεί τη σημασία της ελεύθερης αγοράς.
Τον Οκτώβριο του 1980, όταν ήδη βρισκόταν στην εξουσία για ενάμιση χρόνο, η Margaret Thatcher ήρθε αντιμέτωπη με μία καταστροφή. Οι επιχειρήσεις έκλειναν η μία μετά την άλλη, τα ποσοστά ανεργίας ξεπέρασαν κάθε προηγούμενο, από την εποχή της Ύφεσης του ’30. Ακόμη και οι πιο μεγάλοι υποστηρικτές της φοβήθηκαν ότι με τη στάση της θα υπέφεραν τα κατώτερα οικονομικά στρώματα, η μεσαία τάξη θα υποβαθμιζόταν και θα επικρατούσε χάος.
«Δεν είμαι συναινετική πολιτικός», έλεγε. «Είμαι πολιτικός εκ πεποιθήσεως».
Για τους εχθρούς της ήταν μία γυναίκα που δεν νοιαζόταν για τους απόρους. Θεωρούταν σκληρή, στενόμυαλη και πολλοί υποστήριζαν ότι διεύρυνε το ταξικό χάσμα. «La Pasionaria of Priviledge» την είχε αποκαλέσει ο καγκελάριος της κυβέρνησης Wilson, Denis Healey.
Για τους συναδέλφους της, ήταν ζωηρή και ετοιμόλογη. «Είχε υψηλές απαιτήσεις και περίμενε όλοι να κάνουν τη δουλειά τους», ανέφερε το 1999 ο πρωθυπουργικός σύμβουλος John O’ Sullivan. «Όμως υπήρχε διαχωρισμός. Ήταν πιο σκληρή με τους υπουργούς της, παρά με το προσωπικό. Όσο ταπεινότερη ήταν η θέση, τόσο πιο ευγενική ήταν εκείνη».
Παρότι ήταν η πρώτη γυναίκα που ηγήθηκε μεγάλου πολιτικού κόμματος στη Δύση, πολλές φεμινίστριες στάθηκαν απέναντί της. «Κερδίσαμε τη μάχη για τα δικαιώματα των γυναικών», είχε πει. Εκείνες, όμως, θεώρησαν ότι η πρωθυπουργός δεν αφιέρωσε το χρόνο που απαιτούσε το κίνημά τους.
Ήρθε σε ρήξη και με το χώρο της Τέχνης. Επειδή διέκοψε τη χρηματοδότηση ακαδημαϊκών και καλλιτεχνικών χώρων, την αποκάλεσαν επαρχιώτισσα. Το 1985, όμως, κατά τη διάρκεια της δεύτερης θητείας της, της πρότειναν να γίνει επίτιμη διδάκτωρ στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης – μία τιμή για τους πρωθυπουργούς που αποφοίτησαν από εκεί, όπως η ίδια. Μετά από σκέψη, όμως, η Thatcher αρνήθηκε.
Και πάλι, η δημοτικότητά της δεν έπεφτε.
«Η Margaret Thatcher προκαλούσε έντονα συναισθήματα», είχε γράψει ο σεναριογράφος Ronald Millar, ο οποίος ήταν υπεύθυνος και για τους λόγους που εκείνη εκφωνούσε. «Για κάποιους έκανε μόνο λάθη, για άλλους μόνο σωστά. Κανείς δεν ήταν αδιάφορος. Έκανε λογικούς ανθρώπους να τη μισούν, ενώ ενέπνεε απέραντη αφοσίωση σε άλλους.»
Όταν αποσύρθηκε από τα καθήκοντά της, στις 28 Νοεμβρίου 1990, εκφώνησε τον τελευταίο της λόγο και αποχώρησε από τη Βουλή κλαίγοντας. Ένιωθε πως την είχαν προδώσει οι σύμμαχοί της, όμως δεν το έβαλε κάτω.
Ταξίδεψε παντού, κάθισε στη Βουλή των Λόρδων ως η Βαρόνη Thatcher του Kesteven, έγραψε τα απομνημονεύματά της και αφοσιώθηκε στο Ίδρυμα Margaret Thatcher. Έφυγε από τη ζωή στα 87 της χρόνια, στις 8 Απριλίου 2013.
«Στην πολιτική, εάν θέλεις κάτι να ειπωθεί κάτι, ζήτησέ το από έναν άνδρα. Εάν θέλεις κάτι να γίνει κάτι, ζήτα το από μία γυναίκα», είχε πει.