Εξερεύνησε τη Νότιο Αφρική και έγραψε για τις περιπέτειές της. Τα ταξίδια της συνέβαλλαν σημαντικά στην προώθηση τόσο του αφρικανικού πολιτισμού, όσο και του βρετανικού ιμπεριαλισμού στην Ευρώπη, ενώ τα βιβλία της έχουν μείνει στην ιστορία. Ο λόγος για τη Mary Kingsley, η οποία έφυγε από τη ζωή στις 3 Ιουνίου του 1900, φροντίζοντας Ολλανδούς αιχμαλώτους πολέμου. Ήταν μόλις 38 ετών.
Ήταν το μεγαλύτερο παιδί του γνωστού ταξιδιώτη και συγγραφέα, George Kingsley. Έχοντας γεννηθεί στο σε μία εποχή ιδιαίτερα σκληρή για τις γυναίκες, δεν έλαβε σωστή, επίσημη εκπαίδευση και της επέτρεπαν να διαβάζει μόνο έργα της Jane Austen. Οι αδελφοί της, αντίθετα, προετοιμάζονταν για μία ζωή με όλα τα δικαιώματα και όλες τις ανέσεις.
Η Mary ενδιαφερόταν από μικρή για τα ταξίδια του πατέρα της, ιδιαίτερα εκείνο που πραγματοποίησε στις ΗΠΑ, τη δεκαετία του 1870. Μάλιστα, λίγο έλειψε να βρεθεί αντιμέτωπος με το Στρατηγό Custer, πριν τη μάχη του Little Bighorn. Ευτυχώς, ο καιρός τον κράτησε μερικές μέρες πίσω. Αυτό που της είχε τραβήξει την προσοχή, ήταν οι παρατηρήσεις του σχετικά με την κακή, σχεδόν απάνθρωπη αντιμετώπιση των αποίκων προς τους ιθαγενείς Αμερικανούς. Άρχισε να καταλαβαίνει, έτσι, το λόγο που οι σκλάβοι φοβούνταν τόσο τους Βρετανούς αφέντες τους.
Διαβάζοντας τα απομνημονεύματα πολλών εξερευνητών, έμαθε για τις εμπειρίες τους στη «μαύρη ήπειρο» κι άρχισε να αποκτά μία πρωτόγνωρη αγάπη για την αφρικανική κουλτούρα, η οποία απειλούταν από τους ιεραπόστολους του δυτικού κόσμου.
Το 1886, στα 24 της χρόνια, ξεκίνησε να διευρύνει τους ορίζοντές της. Ο αδελφός της, Charley, κέρδισε υποτροφία στο Christ’s College του Πανεπιστημίου του Cambridge και τη σύστησε σε μία σειρά πολυταξιδεμένων, καλλιεργημένων ανθρώπων. Μετακόμισαν οικογενειακώς για να βρίσκονται κοντά του κι εκείνη κατάφερε να πάρει μερικές γνώσεις ιατρικής – που, τελικά, της φάνηκαν ιδιαίτερα χρήσιμες, όταν περιπλανιόταν στις ζούγκλες.
Παρέμεινε στην Αγγλία μέχρι το θάνατο των γονιών της, το 1892. Κληρονόμησε, όμως, ένα αρκετά γενναίο ποσό και μπόρεσε επιτέλους να κυνηγήσει το όνειρό της. Δεν περίμενε στιγμή και, λιγότερο από ένα χρόνο μετά, βρισκόταν στη Σιέρρα Λεόνε. H κίνησή της θεωρούταν ιδιαίτερα τολμηρή, ειδικά λόγω του φύλου της, και επικίνδυνη. Μία ανύπαντρη γυναίκα να ταξιδεύει μόνη; Ήταν ανήκουστο! Πόσο μάλλον με προορισμό μία σχεδόν απάτητη ήπειρο.
Φυσικά, δεν πτοήθηκε ποτέ. Πήρε ειδικά μαθήματα επιβίωσης σε τροπικό περιβάλλον και ξεκίνησε για την Αγκόλα. Έζησε πλάι στους αυτόχθονες, έμαθε τη γλώσσα τους και ήρθε σε επαφή με την άγρια φύση. Προσπάθησε να τους καταλάβει, να δει την ψυχή τους.
Επέστρεψε στην Αγγλία για να βγάλει περισσότερα χρήματα και να ανανεώσει τις προμήθειές της. Έφυγε όσο πιο γρήγορα μπορούσε, πιο θαρραλέα και έμπειρη, αναζητώντας νέες συγκινήσεις. Το 1984, λοιπόν, τη βρήκε να συναναστρέφεται με μάγους-θεραπευτές, κανίβαλους και ιερείς νέων, παράξενων θρησκειών που δυσκολευόταν να καταλάβει. Στις σημειώσεις της, κατέγραφε τα πάντα με ανατριχιαστικές λεπτομέρειες, κάνοντας σημαντικές παρατηρήσεις για τον τρόπο ζωής των ιθαγενών. Για κάποιους, μάλιστα, όπως τους κατοίκους της Γγαμπόν και του Καμερούν, ήταν η πρώτη λευκή που είδαν ποτέ!
Έγινε η πρώτη γυναίκα του δυτικού κόσμου που έφτασε στην κορυφή του Όρους Καμερούν – μία πορεία γεμάτη κινδύνους. Όταν γύρισε στην πατρίδα της, ήταν, πια, διάσημη. Δυστυχώς, όχι με την καλή έννοια. Οι εφημερίδες της εποχής την περιέγραφαν υποτιμητικά σαν «καινούργιο είδος γυναίκας», χαρακτηρισμό που απέδιδαν κυρίως σε φεμινίστριες. Η ίδια, προσπάθησε όσο μπορούσε να αποστασιοποιηθεί από τις σουφραζέτες. Την ενδιέφεραν περισσότερο τα δικαιώματα των Αφρικανών και, παρά τη θύελλα αντιδράσεων, έδινε σχετικές ομιλίες.
Οι απόψεις της ήταν σίγουρα πολύ μπροστά, δεν άρμοζαν σ’ εκείνα τα χρόνια. Αντιλαμβανόταν το βάθος της αφρικανικής κοινωνίας και δεν προσπάθησε ποτέ να την καταπιέσει. Αν και η Mary Kingsley δεν ήταν συμπαθής στους συγχρόνους της, έπαιξε μεγάλο ρόλο στην εξέλιξη της Βρετανικής Αυτοκρατορίας. Συνέβαλλε μοναδικά, μέσω του έργου της, στην ειρηνική της διάλυση μετά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και, τελικά, υμνήθηκε από όλους.