Power

Μέρι Άνινγκ: Η θρυλική παλαιοντολόγος με τη ζωή που έγινε ταινία

πηγή: wikipedia.org

Γυναίκα, εργαζόμενη και φτωχή: Τα τρία πράγματα που κανείς δεν ήθελε να είναι, στη Βρετανία του 19ου αιώνα. Κι όμως, όλα αυτά ήταν η Μέρι Άνινγκ. Λόγω του φύλου της, δεν είχε δικαίωμα ψήφου – ούτε κι ελεύθερης έκφρασης, ενώ απαγορευόταν να διαθέτει περιουσία στο όνομά της. Με τον τρόπο της, βέβαια, κατάφερε να κάνει τα πάντα.

H Μέρι ήταν εξαιρετική. Σε μία εποχή που η κοινωνία ήταν ανδροκρατούμενη, εκείνη έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην εξέλιξη της επιστήμης και, συγκεκριμένα, της παλαιοντολογίας. Το έργο της οδήγησε σε έναν ξεχωριστό τρόπο μελέτης και ερμηνείας των απολιθωμάτων, ενώ πραγματοποίησε τις μεγαλύτερες ανακαλύψεις για τους δεινοσαύρους – σε μία εποχή που η λέξη δεν υπήρχε καν στο λεξικό. Αυτός είναι και ο λόγος που η ζωή της μεταφέρθηκε στη μεγάλη οθόνη, με την ταινία Ammonite.

Αυτήν τη στιγμή, το Μουσείο Φυσικής Ιστορίας του Λονδίνου τη χαρακτηρίζει κυνηγό απολιθωμάτων.

Τι ήταν, όμως, αυτό που  την έκανε τόσο ξεχωριστή;

Γεννήθηκε το 1799 και μεγάλωσε σε μία φτωχή οικογένεια. Οι γονείς της ήταν αρνητές της θρησκείας – πίστευαν, όμως, στην εκπαίδευση. Ο πατέρας της ήταν εκείνος που την ενέπνευσε να σπουδάσει γεωλογία και να ασχοληθεί με τη μελέτη απολιθωμάτων.

Ως παιδί, τον βοηθούσε να βρει και να μελετήσει εκείνα τα παράξενα πετρώματα που έβρισκε στην ακτή. Αργότερα θα μάθαινε ότι ήταν στην πραγματικότητα εξαιρετικά σημαντικά για την κατανόηση της ζωής του παρελθόντος.

Το 1810, ξεκίνησαν τα προβλήματα για τους Άνινγκ. Ο πατέρας τους, έπεσε από βράχια, νόσησε με φυματίωση και έφυγε από τη ζωή. Η οικογένεια έμεινε στο δρόμο και η Μέρι, μαζί με το μεγαλύτερο αδελφό της, Τζόζεφ, έπρεπε να βγάλουν τα προς το ζην. Αποφάσισαν, έτσι, να μετατρέψουν το αλλοτινό τους χόμπι σε επιχείρηση.

Έναν χρόνο αργότερα, η τύχη τους χαμογέλασε. Κι αυτό γιατί η 12χρονη ακόμη Μέρι βρήκε ένα γιγάντιο απολιθωμένο κρανίο, το οποίο αρχικά πίστευε πως ανήκε σε κάποιον κροκόδειλο. Ο Τζόζεφ ήταν ενθουσιασμένος και έτοιμος να αναζητήσει το σώμα του ζώου, αλλά εκείνη ανέλαβε την «ανασκαφή» . Τελικά, βρήκαν το σκελετό ενός ιχθυοσαύρου, η σπονδυλική στήλη του οποίου ξεπερνούσε τα πέντε μέτρα. Έμοιαζε με δελφίνι. Σχεδόν αμέσως, με τα δύο αδέλφια επικοινώνησαν σημαντικά μουσεία και συλλέκτες – το εισόδημά τους, βέβαια, παρέμενε αβέβαιο.

Στις παραλίες της περιοχής που σήμερα γνωρίζουμε ως Ιουρασική Ακτή, η Μέρι Άνινγκ ανακάλυπτε παλαιολιθικούς θησαυρούς. Το χειμώνα του 1823, βρήκε σχεδόν ολόκληρο το σκελετό ενός πλησιόσαυρου – του «δράκου» της θάλασσας με το μακρύ λαιμό. Τότε ήταν που ξεκίνησε να γίνεται διάσημη, ακόμη κι ο Γάλλος παλαιοντολόγος Ζωρζ Κιβιέ αναφερόταν σε εκείνη ως «αξισέβαστη συλλέκτρια».

Προκειμένου να αξιολογήσει τα ευρήματά της και την αξία τους, χρειαζόταν γνώσεις ανατομίας. Αντέγραφε επιστημονικά άρθα με το χέρι και απορροφούσε σαν σφουγγάρι τις έρευνες των άλλων. Περίεργη κι ατρόμητη, πειραματιζόταν και μάθαινε όσο περισσότερα μπορούσε, ώστε να κατανοήσει τα μυστηριώδη σώματα που έβρισκε. Έτσι, όχι απλώς ανακάλυψε νέα είδη, αλλά και τον πασίγνωστο πτερόσαυρο, το πρώτο σπονδυλωτό που μπόρεσε να πετάξει.

Στα 27 της χρόνια, άνοιξε το πρώτο της κατάστημα. Το ονόμασε Anning’s Fossil Depot και, μέσα από ένα μεγάλο παράθυρο – βιτρίνα, τουρίστες και περαστικοί έριχναν μία ματιά στα ευρήματά της. Τακτικός πελάτης της ήταν και ο Βασιλιάς της Σαξονίας, ο οποίος αγόρασε από εκείνη έναν ισθυόσαυρο. Παρά την εμπορική της επιτυχία, όμως, η Μέρι Άνινγκ αντιμετώπιζε ένα σημαντικό πρόβλημα: Κανένας δεν την έπαιρνε στα σοβαρά, εξαιτίας του φύλου της.

Στην εργασία που ανέφερε την ύπαρξη του πτερόσαυρου, η οποία δημοσιεύθηκε το 1823, το όνομά της δεν αναφέρθηκε καν. Έμεινε στην αφάνεια, ενώ το μόνο που γράφτηκε ήταν πως ο σκελετός «ανακαλύφθηκε στο Λάιμ». Ακόμη κι όταν ο Κιβιέ ή άλλοι σύγχρονοί της τής έδωσαν τα εύσημα, κανείς τους δεν τη συμπεριέλαβε ποτέ στους συγγραφείς των ερευνών. Η Μέρι ήταν το απόλυτο outsider της επιστημονικής κοινότητας.

Πολλοί την περιγράφουν ως ένα σπάνιο πλάσμα, αλλά ολομόναχο. Κάτι τέτοιο, βέβαια, δεν ισχύει. Η Μέρι Άνινγκ ήταν μέλος μίας κοινότητας γυναικών γεωλόγων και παλαιοντολόγων, ανάμεσά τους η Έθελντρεν Μπένετ, η Σαρλότ Μέρτσισον και η Ελίζαμπεθ Φίλιποτ.

Την εποχή που βρέθηκε στο απόγειο της καριέρας της, όταν πια είχε κερδίσει το σεβασμό των ανδρών συναδέλφων της, η Μέρι έφυγε από τη ζωή. Ήταν 47 ετών και έπασχε από καρκίνο. Ήθελε να μείνει στην ιστορία, να αναγνωριστεί το ταλέντο και ο κόπος της. Να μάθει ο κόσμος ότι αν είχε γεννηθεί σε μία πιο πλούσια οικογένεια, δε θα χρειαζόταν ποτέ να ψάξει για «παράξενες πέτρες» να πουλήσει, οπότε δε θα είχε βρεθεί τίποτα απ’ όσα ανακάλυψε.

Έχουν περάσει σχεδόν 200 χρόνια από το θάνατό της. Το μόνο σίγουρο, είναι πως η ευχή της πραγματοποιήθηκε. Άνοιξε το δρόμο για χιλιάδες παλαιοντολόγους, έδειξε στις γυναίκες ότι μπορούν να πετύχουν.

 

Διαβάστε επίσης:

Rosalind Franklin: Μία από τις πιο αδικημένες γυναίκες της επιστήμης

Κάρεν Ούλενμπεκ: H πρώτη γυναίκα μαθηματικός που κέρδισε Βραβειο Άμπελ

5 άγνωστες γυναίκες που άλλαξαν για πάντα τον κόσμο της επιστήμης

 

Ακολουθήστε το Portraits στο Google News για την πιο ξεχωριστή ενημέρωση