Στα 241 χρόνια που έχουν περάσει από την επικύρωση του Συντάγματος των ΗΠΑ, περισσότεροι από 2.500 άνθρωποι έχουν βάλει υποψηφιότητα για Πρόεδροι. Σχεδόν το 10% τους ήταν αρκετά δυναμικό ώστε να διεκδικήσει μέχρι τέλους την ηγεσία μίας παράταξης, ενώ το ποσοστό των γυναικών είναι αρκετά χαμηλότερο.
Η πρώτη γυναίκα που τόλμησε να μπει στη σκληρή αυτή μάχη για την προεδρία, ήταν η Βικτόρια Γούντχαλ. Το 1870, πενήντα ολόκληρα χρόνια πριν οι γυναίκες αποκτήσουν δικαίωμα ψήφου, η ατρόμητη ακτιβίστρια και επιχειρηματίας έγινε υποψήφια για το Κόμμα Ίσων Δικαιωμάτων. Στην προεκλογική της καμπάνια μίλησε για την ελευθερία στον έρωτα, το δικαίωμα των γυναικών στην επιλογή συζύγου και το διαζύγιο. Εκατό χρόνια αργότερα, η Σίρλεϊ Τσίσολμ έγινε η πρώτη Μαύρη υποψήφια Πλανητάρχης. Με σλόγκαν «unbossed and unbought» προσπάθησε να γίνει η επικεφαλής των Δημοκρατικών το 1972.
Η Γούντχαλ έφυγε από τη ζωή το 1927 και η Τσίσολμ το 2005. Άνοιξαν, όμως, το δρόμο που πολλές γυναίκες αποφάσισαν να ακολουθήσουν. Εκείνες, καταρρίπτοντας τα στερεότυπα που ήθελαν το φύλο τους αδύναμο, να μένει σπίτι, έκαναν την πολιτική σκηνή των ΗΠΑ ένα μέρος λιγότερο αφιλόξενο. Ενέπνευσαν τις παρακάτω τέσσερις γυναίκες να βρουν το κουράγιο και να προσπαθήσουν να διεκδικήσουν την αμερικανική προεδρία, έχοντας περάσει το 50ό έτος της ηλικίας τους.
Χίλαρι Κλίντον, 73
Η πρώην Πρώτη Κυρία και Γερουσιαστής της Νέας Υόρκης, ήταν 59 ετών την πρώτη φορά που ανακοίνωσε την υποψηφιότητά της για την προεδρία των Δημοκρατικών, στις 20 Ιανουαρίου 2007. Πήρε μόλις 18 εκατομμύρια ψήφους και έχασε από τον Μπαράκ Ομπάμα. «Ένιωσα πως απογοήτευσα τόσα εκατομμύρια ανθρώπους εκείνη την ημέρα», έγραψε στο βιβλίο της. «Ειδικά τις γυναίκες και τα κορίτσια που είχαν επενδύσει τα όνειρά τους επάνω μου».
Το 2016, δοκίμασε ξανά. Έγινε η πρώτη γυναίκα που κέρδισε την πολιτεία της Αϊόβα και η πρώτη που κατάφερε να ηγηθεί μεγάλου κόμματος. Παρότι, μάλιστα, πήρε 2.8 εκατομμύρια παραπάνω ψήφους από τον Ντόναλντ Τραμπ στις προεδρικές εκλογές, δεν κατάφερε να γίνει Πλανητάρχης.
«Ξέρω πως δεν έχουμε σπάσει ακόμη τη γυάλινη οροφή, όμως μια μέρα, κάποια θα το κάνει – κι ελπίζω συντομότερα απ’ όσο πιστεύουμε τώρα», δήλωσε τότε.
Κάρλι Φιορίνα, 66
Πριν ξεκινήσει τη σταδιοδρομία της στην πολιτική, η Κάρλι Φιορίνα ήταν επικεφαλής της Hewlett – Packard. Υπήρξε CEO της εταιρείας από το 1999 έως το 2005 κι έγινε η πρώτη γυναίκα Διευθύνουσα Σύμβουλος επιχείρησης του Dow Jones.
Η Φιορίνα, με την ελπίδα να αξιοποιήσει και σε άλλους τομείς τη μεγάλη εμπειρία της, ανακοίνωσε το Μάιο του 2015 πως ήταν έτοιμη να διεκδικήσει την προεδρία των Ρεπουμπλικανών. Δεν ήταν, όμως, ούτε η ισχυρότερη επιχειρηματίας, ούτε η πιο επιδραστική μεταξύ των υποψηφίων, ούτε άνδρας – στο συγκεκριμένο χώρο το φύλο, δυστυχώς, δεν περνά αδιάφορο από πολλούς.
«Υπάρχουν άνθρωποι στο κόμμα μας που πραγματικά “τρέμουν” τον Ντόναλντ Τραμπ. Ανάμεσά τους κι εγώ», δήλωσε το Μάρτιο εκείνης της χρονιάς, έχοντας χάσει και στηρίζοντας πια τον αλλοτινό της αντίπαλο, Τεντ Κρουζ. «Πρέπει να τον νικήσουμε στις κάλπες. Και ο μόνος που μπορεί να το κάνει αυτό, είναι ο Τεντ Κρουζ».
Τζιλ Στάιν, 70
Η απόφοιτη του Harvard και δυναμική γιατρός Τζιλ Στάιν, υπήρξε υποψήφια με το Πράσινο Κόμμα το 2012 και το 2016. Και τις δύο φορές που προσπάθησε να κατακτήσει τη θέση της στο Οβάλ Γραφείο του Λευκού Οίκου, η καμπάνια της προωθούσε τη Νέα Πράσινη Συμφωνία – ένα σχέδιο που, σύμφωνα με την ίδια, θα δημιουργούσε θέσεις εργασίας, θα βοηθούσε το περιβάλλον και θα οδηγούσε σε ένα πιο ισόνομο οικονομικό σύστημα.
Πολλοί πιστεύουν ότι εκείνη ευθύνεται, κατά κάποιον τρόπο, για την εκλογή του Τραμπ το 2016. Κι όχι επειδή τον στήριξε, αλλά επειδή έλαβε το 1.1% των ψήφων των Αμερικανών, οι οποίες άγγιζαν το ενάμισι εκατομμύριο. Μάλιστα, οι έδρες της στο Ουισκόνσιν, το Μίσιγκαν και την Πενσιλβάνια ήταν περισσότερες από τη διαφορά μεταξύ της Κλίντον και του Τραμπ. Αν, λοιπόν, οι ψηφοφόροι της είχαν προτιμήσει την υποψήφια των Δημοκρατικών, όλα θα ήταν διαφορετικά.
Κάρολ Μόσλεϊ Μπράουν, 73
Η Μπράουν είναι γνωστή ως η πρώτη Μαύρη γυναίκα άνω των 50 που είχε πιθανότητες να γίνει πρόεδρος των ΗΠΑ.
«Ήρθε η ώρα να βγάλουμε την ταμπέλα “Μόνο Άνδρες” από την πόρτα του Λευκού Οίκου», είχε πει το 2003.
Η προεκλογική της εκστρατεία άγγιζε θέματα που βρέθηκαν στο επίκεντρο το 2016 και το 2020. Μίλησε για τη δημόσια υγεία, σε μία εποχή που οι αντίπαλοί της είχαν τη στήριξη πάμπλουτων χορηγών. Πέρασε δύσκολες ώρες παλεύοντας να συγκεντρώσει τα χρήματα για την καμπάνια της, ενώ δέχθηκε σκληρή κριτική για μία συνάντησή της με το δικτάτορα της Νιγηρίας, πίσω στο 1996. Η πορεία της ήταν απογοητευτική στην εκλογική αναμέτρηση, καθώς η επιτροπή του Κογκρέσου FEC είχε ξεκινήσει έρευνα για εκείνη.
Το 2008, η Μπράουν έκανε μία απόπειρα να αποσυρθεί από την πολιτική, ιδρύοντας μία εταιρεία οργανικών τροφίμων, όμως ασχολήθηκε με την προεκλογική εκστρατεία του Μπάιντεν και ποτέ δε σταμάτησε να μιλά για την έλλειψη ποικιλομορφίας στην κυβέρνηση.
«Είναι να αναρωτιέσαι γιατί δεν υπάρχουν περισσότερες γυναίκες, έγχρωμες γυναίκες και μη προνομιούχες γυναίκες στο χώρο», είχε πει το 2014. «Πιστεύω πως είναι πολύ σημαντικό να δούμε μεγαλύτερη συμπερίληψη και στα δύο κόμματα, σε ό, τι αφορά το φύλο, τη φυλή και το οικονομικό υπόβαθρο».
Διαβάστε επίσης:
Alexandria Ocasio-Cortez: Η σταρ της πολιτικής σκηνής των ΗΠΑ
Amanda Lind: Η αντισυμβατική Υπουργός Πολιτισμού της Σουηδίας
Ακολουθήστε το Portraits στο Google News για την πιο ξεχωριστή ενημέρωση