Από την Ελλάδα ως τη Ρωσία, έξι διευθύντριες διεθνών μουσείων με την προοδευτική τους ματιά αλλάζουν τον τρόπο που ο μέσος άνθρωπος αντιλαμβάνεται τη σύγχρονη ζωή. Αφού σύμφωνα με τη διάσημη ρήση «η τέχνη ανοίγει ένα παράθυρο στον κόσμο».
Η σύμβουλος τέχνης Άρτεμις Μπαλτογιάννη είχε επισημάνει σε ανύποπτο χρόνο στη συνέντευξή της στο mononews, ότι οι διευθυντές και επιμελητές μουσείων παίζουν πλέον το ρόλο των επιμελητών εκθέσεων. Άρα διαμορφώνουν ενεργά, σε επίπεδο «βάσης» την κοινή γνώμη και λαϊκή αισθητική.
Όπως προτείνουν οι Financial Times, τώρα που πολλά μουσεία παραμένουν κλειστά, ήρθε η ώρα της σιωπής και της περισυλλογής για τον μελλοντικό ρόλο τους.
Οι γυναίκες στον 21ο αιώνα, αναδεικνύονται πάντως οι μεγαλύτερες παίκτριες στην παγκόσμια μουσειακή σκακιέρα.
Σεΐχα Αλ Μαγιάσα, Κατάρ
Όποιος ταξιδέψει στο Κατάρ για δουλειά εν μέσω πανδημίας (!), επιβάλλεται να επισκεφτεί το Εθνικό Μουσείο του Κατάρ: Η έκθεση Μαλ Λαβάλ (Mal Lawal 3) παρουσιάζει έργα από τη συλλογή μεγάλων συλλεκτών.
Η Σεΐχα Αλ Μαγιάσα Μπιντ Χαμάντ μπιν Καλίφα Αλ Τάνι, κόρη του αποθανώνοντος Σεΐχη και αδελφή του νυν άρχοντα, παραμένει το εξωστρεφές πρόσωπο της οικογένειας στη Δύση. Έχει συνεργαστεί με τον πρίγκιπα Νικόλαο στην έκθεση που συν-επιμελήθηκε η Μαριλένα Κουτσούκου σε δύο πόλεις -Αθήνα (Μουσείο Μπενάκη Ισλαμικής Τέχνης) και στην Ντόχα. Ο προΰπολογισμός που διαχερίζεται διοικώντας όλα τα μουσεία της χώρας αγγίζει το ένα δισεκατομμύρια δολάρια.
Κατάρ και Άμπου Ντάμπι διαγωνίζονται ποιο θα υπερβεί το άλλο στην κούρσα της πιο «αναγεννησιακής» χώρας. Στο πλαίσιο της προσπάθειάς τους να δυτικοποιηθούν. Το χρήμα του πετρελαίου ρέει άφθονο και αρκεί για κάθε «vanity project», ματαιόπονη φιλοδοξία.
Μουσεία χτίζονται διαρκώς και φιλοξενούν εκθέσεις ή έργα τέχνης που προέρχονται από τη Δύση. Το Άμπου Ντάμπι περηφανεύεται για παραρτήματα του Λούβρου και του Γκουγκενχάιμ. Το Κατάρ αντιστοίχως επένδυσε 800 εκατομμύρια για το εντυπωσιακό Μουσείο Ισλαμικής Τέχνης.
Η Σεΐχα παλεύει να ισορροπήσει αυτές τις δύο αντίθετες αλλά τόσο κοντινές παραδόσεις, της Ευρώπης και της Μέσης Ανατολής.
Το 2011 αγόρασε τους Χαρτοπαίκτες (The Card Players) του Σεζάν για 250 εκατομμύρια δολάρια, τέσσερις φορές πιο πάνω από την αξία που είχε αγγίξει έργο του στο παρελθόν. Ίδρυσε όμως και το Μουσείο Σύγχρονης Αραβικής Τέχνης της πόλης, το Ματχάφ.
Αψηφώντας την αυστηρή πατριαρχική παράδοση της χώρας της, παρήγγειλε από τη διάσημη γαλλίδα φωτογράφο Μπριζίτ Λακόμπ να φωτογραφήσει Άραβες αθλητές: Άνδρες αντικείμενα θαυμασμού μιας γυναίκας. Η ασυνήθιστη έκθεση Hey’Ya έκανε το γύρω του κόσμου.
Δηλωμένη επιδίωξή της να μετατρέψει την Ντόχα σε πρωτεύουσα των διανοούμενων της Μέσης Ανατολής. Και αν δεν καταφέρει να την εδραιώσει ως καλλιτεχνικό κέντρο όλου του κόσμου, τότε τουλάχιστον να γίνει σημείο αναφοράς του.
Όλγα Σβίμπλοβα, ΜΑΜΜ
Η Όλγα Σβίμπλοβα, τιμώντας την ατσάλινη δύναμη που τρέχει στις ρώσικες φλέβες της, διάλεξε τον δύσκολο δρόμο για να κατακτήσει την κορυφή.
Πήρε πτυχίο ψυχολογίας από το Πανεπιστήμιο της Μόσχας. Όταν της πρότεινε ο Στρατός μία θέση, εκείνη αρνηθηκε. Στη σοβιετική ρωσία όμως της δεκαετίας του 1970, πολλές επιλογές δεν υπήρχαν.
Έτσι άρχισε να καθαρίζει δρόμους. «Πολλοί καλλιτέχνες, ποιητές και συγγραφείς έγιναν καθαριστές», έχει δηλώσει. Είχαν άπλετο χρόνο για να αφοσιωθούν ελεύθερα σε αυτό που αγαπούσαν. Η Όλγα τότε άρχισε να οργανώνει εκθέσεις σε διαμερίσματα φίλων της: Καλλιτεχνικά φιλμ που κατέγραφαν την υπόγεια ρωσική σκηνή. Θεωρείται πλέον αυθεντία στο είδος.
Μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης, εκτοξεύτηκε γρήγορα στο πάνελ του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ στο Ντάβος. Πέντε χρόνια αργότερα, εγκαινίασε το Ίδρυμα Φωτογραφίας της Μόσχας. Η συλλογή του ξεπερνάει τα 80.000 αντίτυπα ενώ φέρνει στο προσκήνιο μια ολόκληρη γενιά σπουδαίων σοβιετικών φωτογράφων που είχαν περιθωριοποιηθεί.
Αλλά η Σβίμπλοβα έκρυβε μεγαλύτερες φιλοδοξίες. Το 2010 η συλλογή ενσωματώθηκε στο Μουσείο Μιντιακής Τέχνης της Μόσχας (Multimedia Art Museum, Moscow -ΜΑΜΜ). Χιλιάδες τουρίστες και φιλότεχνοι εισρέουν στις συχνές εκθέσεις που οργανώνονται στις αίθουσές του. Δίνει βάρος στους σύγχρονους Ρώσους καλλιτέχνες χωρίς να παραμελεί τη διεθνή σκηνή.
Στα εγκαίνια της έκθεσης του ιρλανδοαμερικανού Σον Σκάλι (Sean Scully) που ελάχιστοι γνώριζαν στη Ρωσία (και στην Ελλάδα ίσως), υποδέχτηκε σχεδόν είκοσι χιλιάδες άτομα το πρώτο σαββατοκύριακο.
Ως τις 17 Απριλίου παρουσιάζεται η έκθεση Flow με έργα του Μπόρις Ναζαρένκο (Boris Nazarenkο).
Μαρία Μπάλσο, Tate
Η διευθύντρια της Τέιτ Μαρία Μπάλσο (Maria Balshaw) ξεχωρίζει ως η γυναίκα με τη μεγαλύτερη επιρροή στη βρετανική καλλιτεχνική σκηνή (τη μεγαλύτερη στον κόσμο), άρα και διεθνώς…
Επιβλέπει τα τέσσερα μουσεία του Ιδρύματος, δηλαδή 75,000 έργα. Δέκα οκτώ μήνες αφότου ανέλαβε τα καθήκοντά της η Μαρία Μπάλσο ανακοινώθηκε ότι η Tate Britain (με την κλασική τέχνη) θα αφιέρωνε τις κύριες αίθουσές της σε γυναίκες δημιουργούς με έργα από τα τελευταία εξήντα χρόνια.
Αυτή τη στιγμή παρουσιάζονται τριάντα έξι έργα από τριάντα δύο καλλιτέχνες. Εντυπωσιάζει ιδιαιτέρως η δημιουργία με μεικτά μίντια της Σούζαν Χίλερ (Susan Hiller) Belshazzar’s Feast, the Writing on Your Wall (1983-4). Αλληγορικό έργο για την απληστία της εξουσίας που αναφέρεται στις Γραφές.
Από το 2017 έχει οργανώσει σημαντικές ρετροσπεκτίβες σε γυναικείες μονογραφίες στην Tate Modern: Για την Άνι Άλμπερς (Anni Albers 1899-1994), τη Ναταλία Γκοντσάροβα (Natalia Goncharova 1881-1962), τη Ντόρα Μάαρ (Dora Maar 1907-1997) και τη Δωροθέα Τάνινγκ (Dorothea Tanning 1910-2012)
Προσεχώς οργανώνονται εκθέσεις της Πάολα Ρέγκο (Paula Rego, 1935) από τις 7 Ιουλίου στην Tate Britain και της Σόφι Τέμπερ-Αρπ (Sophie Taeuber-Arp, 1899-1943) στην Tate Modern από τις 15 Ιουλίου. Θα ακολουθήσουν οι γλύπτριες Μαγκνταλένα Αμπακάνοβιτς (Magdalena Abakanowicz 1930-2017) και Μαρία Μπαρτουτσοβά (Maria Bartuszová 1936-1996).
Από την άλλη, ως βαθιά μελετήτρια της αισθητικής, η Μπόλσο αντιλαμβάνεται ότι οι καλλιτέχνες που παρουσιάζει η Tate δεν πρέπει να κρίνονται με εθνικά ή έμφυλα κριτήρια. «Θα μπορούσαν να με κρίνουν τόσο από το γεγονός ότι μεγάλωσα σε αγγλική πόλη χωρίς καμία γκαλερί όσο και από το γεγονός ότι ήμουν κορίτσι», εξήγησε στους Times.
Σπούσασε αγγλική φιλολογία και πολιτιστικές σπουδές και ολοκλήρωσε το διδακτορικό της στην αφροαμερικανική οπτική και λογοτεχνική κουλτούρα. Εξού και η θέλησή της να διευρύνει το αφήγημα, να ενσωματώσει περισσότερες αποχρώσεις και να το καταστήσει πιο σύνθετο, όπως δήλωσε.
Λορόνς ντε Καρ, Μουσείο Ορανζερί και Ορσέ (Musée de l’Orangerie, Musée d’Orsay), Παρίσι
Η Λορόνς ντε Καρ (Laurence des Cars), έχε μετατρέψει την τη διάχυτη ανάγκη για διεθνή διάλογο σε προσωπική της ευθύνη. Προτού αναλάβει τα ηνία την πινακοθήκη που έχει ταυτιστεί με τα νούφαρα του Μονέ, το Μουσείο Ορανζερί και το περίφημο Μουσείο Ορσέ (Musée d’Orsay), αφιέρωσε μία επταετία στην οργάνωση του Λούβρου στο Άμπου Ντάμπι.
Η διεθνής ματιά της απαιτεί την ενσωμάτωση νέων δημιουργών από τις νέες, δραστήριες αγορές της Αφρικής και της Μέσης Ανατολής. Πιστεύει ότι η ανταλλαγή ιδεών και πολιτιστικών θησαυρών, εμπλουτίζει την εμπειρία και τη γνώση της Δύσης. «Ο διάλογος ανάμεσα στην Ευρώπη και στην Αμερική έχει κλείσει», επισημαίνει με παρισσεία.
Τα έργα πρέπει να ταξιδεύουν διότι τίποτα δεν μπορεί να αντικαταστήσει την πραγματική επαφή με το πρωτότυπο (βιβλία ή ίντερνετ). Το 2019 οδήγησε του κορυφαίους ιμπρεσιονιστές του Ορσέ στην πρώην γαλλική αποικία, στο μουσείο μοντέρνας και σύγχρονης τέχνης Μοχάμεντ VI στο Ραμπάτ του Μαρόκκου (Mohammed VI Museum of Modern and Contemporary Art in Rabat).
Επιπλέον, εάν σύμφωνα με τη γνωστή επωδό η γλώσσα της τέχνης παραμένει διεθνής, τότε χρειάζεται εύγλωττους εκφραστές για να τη βοηθήσουν να ανθίσει. Η Καρ συμβάλλει στο διεθνή διάλογο με σημαντικές μελέτες και πρωτοποριακές επιμέλειες.
Τον προσεχή Σεπτέμβριο παρουσιάζεται η έκθεση Bring on the cinema!
Τέλμα Γκόλντεν, Studio Museum, Νέα Υόρκη
«Η δημιουργία χώρου είναι μια πράξη πολιτιστική αλλά και πολιτική», διευκρίνισε η Τέλμα Γκόλντεν (Thelma Golden) που συνέβαλε καθοριστικά στη σύγχρονη εμμονή με τους αφροαμερικανική τέχνη. Δεσπόζει πλέον στον καλλιτεχνικό χώρο το ρεύμα «διεθνής μαύρη παρουσία» (global black presence).
Η ίδια καλεί τους ειδικούς να επαναπροσδιορίσουν το ρόλο του μουσείου. Τη φαντάζεται ως πλατφόρμα ιδεών ή δεξαμενή μέσα στην οποία οι νέες ιδέες δοκιμάζονται και ζυμώνονται. Έτσι πρέπει να λειτουργούν στο μέλλον οι επιμελητές των μουσείων, προτείνει εκείνη.
Η Γκόλντεν ξεκίνησε την καριέρα της στο Studio Museum στο Χάρλεμ. Ύστερα πήγε στο Ουίτνεϊ (Whitney) όπου συν-επιμελήθηκε την Μπιενάλε του 1993, που άφησε εποχή. Υπήρξε πιο συμμετοχικό από οποιαδήποτε μπιενάλε στην Ιστορία, σε σχέση με το προφίλ των καλλιτεχνών που παρουσίασε. Τα πνεύματα οξύνθηκαν. Δημιουργήθηκαν αντιπαλότητες. Το μήνυμα που άφησε: Ότι η τέχνη μπορεί να φέρει αλλαγή.
Στο Studio Museum επέστρεψε ως διευθύντρια το 2005. Πάντα αναζητά τους καλλιτέχνες που μπορούν να συμβάλλουν σε μία αναθεώρηση της Ιστορίας. Εκείνους που «δημιουργούν νέους χώρους για να σκεφτούμε».
Για του λόγου το αληθές, μπορεί κανείς να παρακολουθήσει την ανοιχτή έκθεση Hearts in Isolation: Expanding the Walls 2020, που θα παραμείνει στο διαδίκτυο ως τις 31 Ιουλίου.
Μαρίνα Λαμπράκη Πλάκα
Η ημέτερη διευθύντρια της Εθνικής Πινακοθήκης – Μουσείο Αλέξανδρου Σούτσου Μαρίνα Λαμπράκη Πλάκα παντρεύτηκε στα 17 της χρόνια τον φιλόλογο Δημήτρη Πλάκα. Από το 1992 διοικεί με πανθομολογούμενη επιτυχία το κεντρικό μουσείο της χώρας.
Την περίοδο 1959-1964 φοίτησε στο Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών. Έκανε μεταπτυχιακές σπουδές στην Κλασική Αρχαιολογία με υποτροφία ΙΚΥ και θέμα την «Προσωκρατική Φιλοσοφία και Τέχνη».
Παρακολούθησε μαθήματα Ιστορίας της Τέχνης με τον καθηγητή Παντελή Πρεβελάκη στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών (1965-1968). Συνέχισε με μεταπτυχιακές σπουδές και υποτροφία στην Ιστορία και Κοινωνιολογία της Τέχνης στο Παρίσι, στο Πανεπιστήμιο της Σορβόννης (Paris I, 1968-1971). Το 1973 έλαβε αποφοίτησε (Doctorat d’ État ès Lettres) με άριστα από τη Σορβόννη (Paris I) για τη μελέτη Ο Μπουρντέλ και η Ελλάδα.
Το 1975 εκλέχθηκε παμψηφεί ως τακτική καθηγήτρια στην έδρα της Ιστορίας της Τέχνης της Ανωτάτης Σχολής Καλών Τεχνών αντικαθιστώντας τον αποχωρήσαντα λόγω ορίου ηλικίας Παντελή Πρεβελάκη. Η πρώτη γυναίκα Καθηγήτρια στην Ιστορία της Σχολής.
Έχει διδάξει ως επισκέπτρια και σε ξένα πανεπιστήμια της Γαλλίας, των ΗΠΑ, αλλά και στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Κρήτης στο Ρέθυμνο.
Η ώρα πλησιάζει όταν θα ολοκληρωθεί το κορυφαίο έργο της ως διευθύντριας, η επέκταση της Εθνικής Πινακοθήκης. Προσθέτει στους χώρους της ακόμη 11040 m2 αναβαθμίζοντάς τη μουσειολογικά, αισθητικά και λειτουργικά. Το έργο χρηματοδοτείται από το ΕΣΠΑ, το υπουργείο Πολιτισμού και από δωρεά του Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος. Αν μη τι αλλο, θα μείνει στην Ιστορία ως η γυναίκα που παρέδωσε (στα ογδόντα της χρόνια) στον ελληνισμό ένα μουσείο εφάμιλλο των αντίστοιχων ιδρυμάτων της Δύσης.
«Το δικό μου ουτοπικό έργο», όπως εκμυστηρεύτηκε στην υπογράφουσα σε συνέντευξή της στο Portraits.gr και στο mononews πριν από έναν χρόνο.
Η επέκταση της Πινακοθήκης και εκτός Αθηνών έχει ήδη ολοκληρωθεί με νέα παραρτήματα στην Κέρκυρα, στο Ναύπλιο, στην Γλυπτοθήκη στο Γουδή και στο Μουσείο Καπράλου στην Αίγινα.
Πέρα από τη μουσειακή μελέτη και την επέκταση, το έργο της Μαρίνας Λαμπράκη Πλάκα αποδείχθηκε εξ αρχής πρωτοποριακό. Η συλλογή της Πινακοθήκης εμπλουτίστηκε με 3.000 νέα έργα, ανάμεσα στα οποία και δυο πίνακες του Θεοτοκόπουλου (El Greco).
Η κορυφαία έκθεση Από τον Θεοτοκόπουλο στον Σεζάν (1992-93) συγκέντρωσε πάνω από 600.000 επισκέπτες που ήρθαν να προσκυνήσουν τον Γκρέκο τους. Τα εκθέματα αυτά είχαν έρθει με πρόγραμμα ανταλλαγής από το Μητροπολιτικό Μουσείο της Νέας Υόρκης και από την Εθνική Πινακοθήκη της Ουάσινγκτον (και τα έξοδα κάλυψαν σχεδόν εξ ολοκλήρου οι χορηγίες).
«Έχω δοκιμάσει πολλές συγκινήσεις», παραδέχτηκε στην ίδια συνέντευξη η Μαρίνα Λαμπράκη Πλάκα. Αντάξιες όσων χαρίζει στον ελληνικό λαό.
Διαβάστε επίσης:
4+1 κυρίες που τάραξαν τον κόσμο της τέχνης
Λέινι Μόλναρ: Η καλλιτέχνις που βάζει τέλος στα «πρέπει» των γυναικών
Τομ Μπομπ: Ο μυστηριώδης street καλλιτέχνης που κάνει τις πόλεις λίγο πιο φωτεινές
Ακολουθήστε το Portraits στο Google News για την πιο ξεχωριστή ενημέρωση