ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ

Λιάνα Γούτα: Τι φέρνει η πρωτόγνωρη κρίση στο πετρέλαιο στα διυλιστήρια και στην οικονομία

Η Λιάνα Γούτα, Διευθύντρια Ενεργειακής Πολιτικής και Διεθνών Σχέσεων του Πετρελαϊκού Ομίλου ΕΛΠΕ και Χημικός Μηχανικός του Α.Π.Θ., που εργάζεται για περισσότερα από 20 χρόνια στην πετρελαϊκή βιομηχανία, μας εξηγεί τι γίνεται με την αγορά πετρελαίου, πώς επηρεάζει την οικονομία αυτή η κρίση χωρίς προηγούμενο και τί έχουμε να περιμένουμε στην αγορά του πετρελαίου και των διυλιστηρίων αλλά και στην οικονομία γενικότερα.

Εκτιμά ότι την περίοδο της κατάρρευσης της αγοράς που διανύουμε, με τις τιμές σε ιστορικά χαμηλά και με την ελεύθερη πτώσης της ζήτησης, η πλεονάζουσα πλέον παραγωγή θα δημιουργήσει προβλήματα και πιέσεις ειδικά στις παλαιότερες μονάδες και στις πιο εκτεθειμένες στον ανταγωνισμό. Μάλιστα δε αποκλείεται να δούμε ακόμα και κλείσιμο διυλιστηρίων, όπως συνέβη στην περίοδο 2008-2012 ή τη μεταφορά της διυλιστικής παραγωγής σε περιοχές όπως η Μέση Ανατολή, ή σε αναπτυσσόμενες χώρες της Ασίας και της Αφρικής.

Για τον κλάδο της Διύλισης, δεν είναι καθόλου εύκολο να προβλέψει κανείς πότε θα ανακάμψει η ζήτηση στην αγορά πετρελαίου, σε ποιο βαθμό και με τί ρυθμό. Είναι όμως σίγουρο ότι, μετά το σφοδρό πλήγμα που έχει δεχθεί από την κρίση του κορωνοϊού, οι προσπάθειες σε ευρωπαϊκό και εθνικό επίπεδο θα πρέπει να επικεντρωθούν όχι μόνο στην οικονομική ανάκαμψη αλλά και στη στήριξη της μετάβασης του κλάδου στον χαμηλό άνθρακα, σύμφωνα με το σχεδιασμό της ΕΕ για κλιματικά ουδέτερη οικονομία μέχρι το 2050“.

Όπως λέει χαρακτηριστικά οι προβλέψεις του Διεθνούς Οργανισμού Ενέργειας για τη μέση ετήσια πτώση της ζήτησης (9,3 εκατ. βαρέλια την ημέρα) δείχνουν νούμερα που ισοδυναμούν με την απώλεια της κατανάλωσης της Ινδίας και όλης της Αφρικής! Με περίπου 3 δις πληθυσμού σε όλο τον πλανήτη να βρίσκεται σε μέτρα περιορισμού, η παγκόσμια κατανάλωση έπεσε περισσότερο από 30% και η τιμή του αργού κατρακύλησε στα τέλη Μαρτίου, σε ιστορικό χαμηλό 18 ετών από το 2002. Έτσι η πτώση τιμών του αμερικανικού αργού οδηγήθηκε σε αρνητικά επίπεδα ακόμα πιο κάτω και από το χαμηλότερο προηγούμενο του 1946, αμέσως μετά τον 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο.

Στην Ευρώπη τα πράγματα δεν έφτασαν σε τέτοιο σημείο, καθώς υπάρχουν υποδομές και προβλέψεις για αποθέματα ασφαλείας 90 ημερών που δημιουργούν ένα μαξιλάρι για ένα διάστημα πτώσης της ζήτησης.

Για την επόμενη μέρα η Ευρωπαϊκή Ένωση φαίνεται αποφασισμένη να συνεχίσει όσα έχει σχεδιάσει, και σε αυτή τη σταθερή βούληση συντάσσονται το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, τα Κράτη Μέλη, αλλά και όλοι οι εμπλεκόμενοι φορείς των επιχειρήσεων και της κοινωνίας, ώστε στην επανεκκίνηση της οικονομίας η Πράσινη Συμφωνία και ο Ψηφιακός Μετασχηματισμός θα διαδραματίσουν καθοριστικό ρόλο

Πώς εξηγείτε τη μεγάλη πτώση της τιμής του αμερικάνικου αργού, σε αρνητικά επίπεδα; Θα επαναληφθεί στα συμβόλαια Ιουνίου; 

Η αγορά του πετρελαίου, έχει περάσει πολλές κρίσεις μέσα στις δεκαετίες, αλλά όπως δείχνουν τα νούμερα και συμφωνούν οι αναλυτές, αυτή η κρίση είναι χωρίς προηγούμενο. Μία κρίση που ξέσπασε σε δύο μέτωπα, διαμορφώνοντας ένα σκηνικό πρωτοφανούς κατάρρευσης:

Πρώτον η ελεύθερη πτώση της ζήτησης των καυσίμων λόγω των περιοριστικών μέτρων μετακίνησης για την αποτροπή εξάπλωσης του κορωνοϊού, που σε κάποιους κλάδους όπως τα αεροπορικά καύσιμα σχεδόν μηδένισε τη ζήτηση. Και δεύτερον, η υπερπροσφορά αργού η οποία δημιουργήθηκε από τον “πόλεμο” Ρωσίας/ΟΠΕΚ με τη διαφωνία για τη μείωση των επιπέδων παραγωγής πετρελαίου, που οδήγησε σε ραγδαία πτώση τιμών, μεγαλύτερη του 60%, μέσα σε λίγες βδομάδες.

Οι αριθμοί ήταν εφιαλτικοί: Με περίπου 3 δις πληθυσμού σε όλο τον πλανήτη να βρίσκεται σε μέτρα περιορισμού, η παγκόσμια κατανάλωση έπεσε περισσότερο από 30% και η τιμή του αργού κατρακύλησε στα τέλη Μαρτίου, σε ιστορικό χαμηλό 18 ετών από το 2002.

Οι προβλέψεις του Διεθνούς Οργανισμού Ενέργειας για τη μέση ετήσια πτώση της ζήτησης (9,3 εκατ. βαρέλια την ημέρα) δείχνουν νούμερα που ισοδυναμούν με την απώλεια της κατανάλωσης της Ινδίας και όλης της Αφρικής, ενώ αν δει κανείς την πτώση σε επίπεδο τριμήνου (23 εκατ. βαρέλια την ημέρα), αυτή ισοδυναμεί με απώλεια ίση με το σύνολο της κατανάλωσης σε όλες τις ΗΠΑ και τον Καναδά.

Ωστόσο, παρά την κατάρρευση της ζήτησης, το πετρέλαιο συνέχιζε να παράγεται και να γεμίζει τις δεξαμενές αποθήκευσης, με τέτοιο ρυθμό, ώστε οι αποθηκευτικοί χώροι στις ΗΠΑ έφτασαν στα όρια τους και οι αμερικανικές εταιρείες δεν είχαν πλέον πού να αποθηκεύσουν το πετρέλαιο. Ως αποτέλεσμα, τα αμερικανικά συμβόλαια προμήθειας αργού οδηγήθηκαν σε αρνητικές τιμές, για πρώτη φορά στην ιστορία.

Η λήξη του “πολέμου” τιμών Ρωσίας-Σαουδικής Αραβίας στα μέσα Απριλίου και η συμφωνία του ΟΠΕΚ να μειώσει την παραγωγή έφερε μια προσωρινή ανακούφιση, αλλά φάνηκε ότι άργησε πολύ και αποδείχθηκε λίγη για να αντιμετωπίσει την πτώση του ενός τρίτου της διεθνούς ζήτησης. Παρόλο που ο ΟΠΕΚ συμφώνησε για την μεγαλύτερη περικοπή της παραγωγής που έχει κάνει ποτέ, με τη σύμφωνη γνώμη σχεδόν όλων των μελών του, οι περικοπές αυτές δεν ήταν αρκετές να αντισταθμίσουν την πτώση της ζήτησης και τη συνεχιζόμενη εξάντληση των υποδομών αποθήκευσης. Το ίδιο και ο περιορισμός της παραγωγής αργού στην Αμερική κατά 13%.

Και ενώ όλοι προσπαθούν να διαθέσουν την παραγωγή, δεν υπάρχουν πλέον αγοραστές. Έτσι η πτώση τιμών του αμερικανικού αργού οδηγήθηκε σε αρνητικά επίπεδα ακόμα πιο κάτω και από το χαμηλότερο προηγούμενο του 1946, αμέσως μετά τον 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο.

Αλλά και αυτή τη βδομάδα (28/4), παρατηρήθηκε μια μαζική διάθεση στην αγορά προθεσμιακών συμβολαίων για παραδόσεις αμερικανικού αργού τον Ιούνιο, κάτι που συνεχίζει να δημιουργεί ασφυκτικές πιέσεις στην τιμή του αργού και είναι πιθανό να δημιουργήσει τεράστιες στρεβλώσεις στις τιμές στην περίοδο Ιουνίου-Ιουλίου.

Επομένως, σε μία τέτοια πρωτοφανή κρίση, οι προβλέψεις για το πόσο θα διαρκέσει αυτή η περίοδος των χαμηλών τιμών είναι εξαιρετικά ριψοκίνδυνη και κανείς δε θα στοιχημάτιζε για μια πρόβλεψη.

 Ποιες είναι οι συνέπειες για την οικονομία από τον πόλεμο στις τιμές πετρελαίου; 

Συνήθως η πτώση των τιμών του αργού αποτελεί ένα νέο με θετικό πρόσημο για πολλές οικονομίες, ειδικά για αυτές που εξαρτώνται σε μεγάλο ποσοστό από εισαγόμενη ενέργεια.

Ωστόσο, η σημερινή συγκυρία είναι διαφορετική και πρωτόγνωρη, καθώς δεν πρόκειται για μια απλή πτώση τιμών, αλλά για μια γενικευμένη κρίση σε όλο το φάσμα της οικονομικής δραστηριότητας των χωρών, η οποία οδηγεί σημαντικούς κλάδους της οικονομίας στα πρόθυρα της κατάρρευσης. Με αυτό το δεδομένο, οι συνέπειες είναι δύσκολο να προβλεφθούν.

Για τις συνέπειες στην αμερικανική αγορά πετρελαίου αναφέρθηκα ήδη, ενώ στην Ευρώπη τα πράγματα δεν έφτασαν σε τέτοιο σημείο, καθώς υπάρχουν υποδομές και προβλέψεις για αποθέματα ασφαλείας 90 ημερών, κάτι που δημιούργησε ένα «μαξιλάρι» στο πλεόνασμα της συνεχιζόμενης παραγωγής σε σχέση με την απότομη πτώση της ζήτησης. Βεβαίως, αν αυτή η κατάσταση των περιοριστικών μέτρων μετακίνησης συνεχιζόταν, θα ήταν θέμα χρόνου να φτάσει και η Ευρώπη στα όρια της. Ελπίζουμε ότι η σταδιακή επαναφορά της οικονομίας που ξεκινά δειλά στις περισσότερες χώρες της ΕΕ, θα μας γλυτώσει από τέτοιες ακραίες καταστάσεις.

Ποιες αγορές και οικονομίες θα επηρεαστούν;

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι οι πετρελαιοπαραγωγές χώρες θα είναι αυτές που θα πληγούν περισσότερο. Σύμφωνα με τις πρώτες εκτιμήσεις του Διεθνούς Οργανισμού Ενέργειας, αναμένεται δραματική πτώση των καθαρών εσόδων για κάποιες από αυτές τις χώρες, της τάξης του 50-85% σε σχέση με το 2019. Ειδικά για την περιοχή του Κόλπου, το δημοσιονομικό έλλειμα ενδέχεται να φτάσει το 10-12% του ΑΕΠ, που σημαίνει 150-170 δις δολάρια επιπλέον χρηματοδοτικές ανάγκες.

Κάτι τέτοιο, όπως είναι φυσικό, μπορεί να επηρεάσει σημαντικά όχι μόνο τα μακροοικονομικά στοιχεία των χωρών αυτών, αλλά να προκαλέσει μια ευρύτερη βαθιά κρίση στην περιοχή. Είναι λοιπόν πιθανό, σε χώρες όπως το Ιράκ ή η Νιγηρία να επηρεαστεί η καθημερινότητα των πολιτών, το εισόδημά τους, αλλά και βασικές παροχές όπως η υγεία και η εκπαίδευση, κάτι που εκτός των οικονομικών συνεπειών, ενδέχεται να προκαλέσει και κοινωνικές αναταράξεις και αστάθεια στις περιοχές αυτές.

Πώς επηρεάζει η περίοδος χαμηλών τιμών πετρελαίου, τα διυλιστήρια και τις διεθνείς επενδύσεις σε γεωτρήσεις, σε υποδομές και σε Ανανεώσιμες Πηγές;

Η άνευ προηγουμένου αυτή κρίση, είναι σίγουρο ότι θα επιφέρει μεγάλες αλλαγές στο επόμενο διάστημα. Ήδη κάποιες πετρελαιοπαραγωγές εταιρείες, όπως ανεξάρτητες εταιρείες των ΗΠΑ και παραγωγοί σχιστολιθικού πετρελαίου, αναπροσαρμόζουν τα επενδυτικά τους πλάνα για το 2020, με σημαντικές περικοπές της τάξης του 20-35% που κυρίως αφορούν στον περιορισμό των δραστηριοτήτων τους. Παράλληλα, επηρεάζεται σημαντικά και ένας ευρύς κύκλος οικονομικής δραστηριότητας που συνδέεται με τον κλάδο, όπως πχ οι εταιρείες που παρέχουν υπηρεσίες και προμήθειες στον πετρελαϊκό κλάδο, που έχουν ήδη ανακοινώσει απολύσεις.

Είναι ενδιαφέρον ότι η σημερινή κρίση έρχεται μετά από 2 χρόνια στα οποία παρατηρήθηκε μια σημαντική αύξηση επενδύσεων στον τομέα της διύλισης, που έδωσε μια αύξηση της παραγωγής μεγαλύτερη από 2 εκ βαρέλια/ημέρα μόνο μέσα στο 2019.

Στην περίοδο της κατάρρευσης της αγοράς που διανύουμε, με τις τιμές σε ιστορικά χαμηλά και με την ελεύθερη πτώσης της ζήτησης, η πλεονάζουσα πλέον παραγωγή θα δημιουργήσει προβλήματα και πιέσεις ειδικά στις παλαιότερες μονάδες και στις πιο εκτεθειμένες στον ανταγωνισμό. Μάλιστα δε αποκλείεται να δούμε ακόμα και κλείσιμο διυλιστηρίων, όπως συνέβη στην περίοδο 2008-2012 ή τη μεταφορά της διυλιστικής παραγωγής σε περιοχές όπως η Μέση Ανατολή, ή σε αναπτυσσόμενες χώρες της Ασίας και της Αφρικής.

Σε ό,τι αφορά τις επενδύσεις στην έρευνα υδρογονανθράκων, αυτές εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από τα επίπεδα τιμών του αργού και τις σχετικές προβλέψεις και, παρόλο που πρόκειται για επενδύσεις με μεγάλο χρονικό ορίζοντα, σε μία περίοδο τόσο μεγάλης αστάθειας και αβεβαιότητας για το μέλλον δεν αποκλείεται να δούμε κάποιες επανεκτιμήσεις επενδύσεων.

Πέρα όμως από αυτή καθαυτή την παραγωγή πετρελαιοειδών, ας μη ξεχνάμε ότι το τελευταίο διάστημα ο κλάδος είχε μπει σε μια τροχιά σχεδιασμού της ενεργειακής του μετάβασης σε χαμηλότερες εκπομπές άνθρακα. Αυτή η μετάβαση αφορά όχι μόνο στη διαδικασία παραγωγής και την παραγωγή νέων προϊόντων χαμηλότερου ανθρακικού αποτυπώματος, αλλά και στην διαφοροποίηση του χαρτοφυλακίου με επενδύσεις σε ανανεώσιμες πηγές και άλλες μορφές καθαρής ενέργειας, κατευθύνσεις  που  ο κλάδος καλείται να τηρήσει απαρέγκλιτα ανταποκρινόμενος στον ευρωπαϊκό σχεδιασμό για την Πράσινη Συμφωνία. Όμως και εδώ, δεν αποκλείεται να σημειωθούν κάποιες καθυστερήσεις και επαναξιολογήσεις των επενδυτικών πλάνων, με δεδομένη την κρίση ρευστότητας, αλλά και άλλες σημαντικές παραμέτρους.

Ο σχεδιασμός για την επανεκκίνηση της οικονομίας σε διεθνές, ευρωπαϊκό και εθνικό επίπεδο, θα παίξει σημαντικό ρόλο στη στήριξη και την παροχή επενδυτικών κεφαλαίων, τόσο για την ανόρθωση των κλάδων που έχουν πληγεί, όσο και για τη συνέχιση των επενδυτικών πλάνων που είχαν προγραμματισθεί.

Επηρεάζονται οι στόχοι της κλιματικής αλλαγής με τα νέα δεδομένα; 

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, από την αρχή της κρίσης, έδειξε αποφασισμένη να συνεχίσει το πλάνο της για την υλοποίηση της εμβληματικής Πράσινης Συμφωνίας, χωρίς καθυστερήσεις και αναβολές, με βάση τις ανακοινώσεις από το ξεκίνημα της νέας θητείας των ευρωπαϊκών οργάνων. Είναι χαρακτηριστικό ότι, σε όλο αυτό το διάστημα της κρίσης η Ευρωπαϊκή Επιτροπή συνέχισε κανονικά το έργο της με μια σειρά πολλών Ανακοινώσεων, Χαρτών Πορείας και διαβουλεύσεων, προκειμένου να προχωρήσει στην υλοποίηση του Οράματός της για μια οικονομία μηδενικού άνθρακα μέχρι το 2050.

Βεβαίως, η σφοδρότητα της κρίσης που πλήττει το σύνολο της οικονομίας όλων των χωρών δημιουργεί νέες ανάγκες και απαιτήσεις και η Ευρώπη καλείται να σχεδιάσει την ανάκαμψη και την έξοδο από την κρίση. Νέες πρωτοβουλίες έχουν ξεκινήσει με στόχο να τονωθεί και να επανεκκινήσει η οικονομία και η ΕΕ καταστρώνει το European Recovery Plan (ERP) που αναμένεται να ανακοινωθεί από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή την πρώτη εβδομάδα του Μαΐου.

Αίτημα όλων είναι αυτό το πλάνο ανάκαμψης να είναι συνεπές με τον στόχο της κλιματικής ουδετερότητας και να αποτελέσει τον καταλύτη για μεγάλης κλίμακας επενδύσεις που θα οδηγήσουν τη μετάβαση. Σε αυτή την επανεκκίνηση, η Πράσινη Συμφωνία και ο Ψηφιακός Μετασχηματισμός θεωρούνται ότι θα διαδραματίσουν  καθοριστικό ρόλο. Είναι χαρακτηριστικό ότι την περασμένη βδομάδα, 13 Υπουργοί Ενέργειας της ΕΕ, μεταξύ των οποίων και ο Έλληνας Υπουργός κ. Κ. Χατζηδάκης, συνυπέγραψαν επιστολή ζητώντας η Πράσινη Συμφωνία να αποτελέσει Οδηγό και να χρησιμοποιηθεί ως κεντρικό πλαίσιο και οδικός χάρτης για το πλάνο ανάκαμψης της ΕΕ από την πανδημία του COVID-19.

Η Ευρωπαϊκή Ένωση φαίνεται αποφασισμένη να συνεχίσει όσα έχει σχεδιάσει, και σε αυτή τη σταθερή βούληση συντάσσονται το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, τα Κράτη Μέλη, αλλά και όλοι οι εμπλεκόμενοι φορείς των επιχειρήσεων και της κοινωνίας.

Βεβαίως, αυτά όλα αφορούν στην ΕΕ. Το τί ακριβώς θα συμβεί στην υπόλοιπη παγκόσμια αγορά στο επίπεδο της επαναξιολόγησης των επενδύσεων και των διεθνών στόχων κατά της κλιματικής αλλαγής, μένει να το δούμε.

Πώς βλέπετε να εξελίσσεται η σημερινή κατάσταση; Πόσο εκτιμάτε ότι θα επηρεαστούν οι οικονομίες από την πρωτόγνωρη κρίση;

Σύμφωνα με τις προβλέψεις της Παγκόσμιας Τράπεζας, η ανάκαμψη από την οικονομική κατάρρευση αυτή τη φορά θα είναι πιο ασθενής σε σχέση με την ανάκαμψη από προηγούμενες αντίστοιχες κρίσεις, ακόμα και με πιθανό κλείσιμο μονάδων παραγωγής και προβλήματα αποθήκευσης καυσίμων μέσα στο καλοκαίρι. Εκείνο που είναι ακόμα πιο δύσκολο να προβλέψει κανείς, είναι ποια θα είναι η επόμενη μέρα στην οικονομία και την κοινωνία στο σύνολό τους, όπως πχ στην εργασία, τα ταξίδια, το εμπόριο, και τελικά, πόσες από τις αλλαγές που ζούμε σήμερα ήρθαν για να μείνουν…. Χαρακτηριστικά παραδείγματα η διάδοση της τηλεργασίας, των online αγορών και υπηρεσιών.

Κλάδοι ολόκληροι, όπως οι αεροπορικές μεταφορές μπορεί να μην επανέλθουν στα προ της κρίσης επίπεδα, καθώς τα επαγγελματικά ταξίδια αναμένεται να περιορισθούν πολύ τώρα που οι εταιρείες είχαν την ευκαιρία να ανακαλύψουν τα θετικά της τηλεργασίας σε ό,τι αφορά τον περιορισμό των δαπανών, τον απαιτούμενο χώρο εργασίας, την ευελιξία και την αποδοτικότητα των εργαζομένων.

Αλλά και άλλοι τομείς μπορεί να διαμορφωθούν τελείως διαφορετικά την «επόμενη μέρα», όπως για παράδειγμα ο τομέας των δημόσιων μέσων μεταφοράς και της χρήσης των ιδιωτικών αυτοκινήτων, η αύξηση των online αγορών, η αύξηση της χρήσης του πλαστικού μιας χρήσης.

Σύμφωνα με τον επικεφαλής του Διεθνούς Οργανισμού Ενέργειας, Dr Fatih Birol, «είναι ακόμα πολύ νωρίς να προσδιορίσουμε τις μακροπρόθεσμες επιπτώσεις της κρίσης, όπως είναι σίγουρο και το ότι ο κλάδος Ενέργειας μετά από αυτή την κρίση, θα είναι πολύ διαφορετικός από ό,τι ήταν προ κρίσης».

Έτσι, και για τον κλάδο της Διύλισης, δεν είναι καθόλου εύκολο να προβλέψει κανείς πότε θα ανακάμψει η ζήτηση στην αγορά πετρελαίου, σε ποιο βαθμό και με τί ρυθμό. Είναι όμως σίγουρο ότι, μετά το σφοδρό πλήγμα που έχει δεχθεί από την κρίση του κορωνοϊού, οι προσπάθειες σε ευρωπαϊκό και εθνικό επίπεδο θα πρέπει να επικεντρωθούν όχι μόνο στην οικονομική ανάκαμψη αλλά και στη στήριξη της μετάβασης του κλάδου στον χαμηλό άνθρακα, σύμφωνα με το σχεδιασμό της ΕΕ για κλιματικά ουδέτερη οικονομία μέχρι το 2050.

Πώς αντιμετώπισε ο κλάδος των διυλιστηρίων στην Ευρώπη την κρίση;

Μέσα σε αυτή την πρωτοφανή κρίση, ο κλάδος διύλισης και καυσίμων στην Ευρώπη ανταποκρίθηκε με συνέπεια και επάρκεια. Τα διυλιστήρια συνέχισαν να λειτουργούν χωρίς προβλήματα τροφοδοσίας, περιορίζοντας το προσωπικό στο απολύτως απαραίτητο από άποψη ασφαλούς και αξιόπιστης λειτουργίας, προστατεύοντας έτσι και τους δικούς τους εργαζόμενους, αλλά και το προσωπικό των εργολάβων και συνεργατών από την διάδοση του ιού. Προσάρμοσαν άμεσα την παραγωγή και τη διανομή, προκειμένου να συνεχίσουν να τροφοδοτούν με καύσιμα και άλλα προϊόντα απαραίτητα στην αλυσίδα αξίας, σύμφωνα με τις ανάγκες που διαμορφώθηκαν σε αυτή την περίοδο της κρίσης. Όλα αυτά επέτρεψαν τις απρόσκοπτες μετακινήσεις του ιατρικού προσωπικού, όπως και τη συνεχή και αδιάλειπτη διανομή του ιατρικού εξοπλισμού, των τροφίμων και άλλων σημαντικών προϊόντων στην περίοδο της κρίσης.

Μη ξεχνάμε επίσης ότι, η απρόσκοπτη λειτουργία των διυλιστηρίων επέτρεψε και τη συνεχή τροφοδοσία πρώτης ύλης προς τη πετροχημική βιομηχανία, έναν κλάδο κρίσιμο για την προμήθεια απαραίτητων προϊόντων και υλικών για την αντιμετώπιση της κρίσης, όπως η παραγωγή μασκών, αντισηπτικών κλπ.

Τέλος, η αξιοπιστία των ευρωπαϊκών διυλιστηρίων και τα στρατηγικά αποθέματα που τηρούν οι χώρες της ΕΕ, ισοδύναμα για 90 μέρες τροφοδοσίας, έκαναν την Ευρώπη ασφαλή και αυτάρκη σε καύσιμα, κάτι που δε συνέβη σε άλλα σημαντικά προϊόντα για τα οποία η Ευρώπη εξαρτάται από εισαγωγές.