Στις 25 Απριλίου 1854, μία ντροπαλή και μελαγχολική κοπέλα έγινε μέλος μίας ευρωπαϊκής βασιλικής οικογένειας. Με τρεμάμενα πόδια και γεμάτη συναισθήματα που ούτε η ίδια δεν μπορούσε να αναγνωρίσει, η 16χρονη Ελισάβετ, την οποία όλοι γνώριζαν με το υποκοριστικό Σίσσυ, παντρεύτηκε τον 23χρονο Αυτοκράτορα Φραντς Γιόζεφ της Αυστρίας, τον απόλυτο μονάρχη του μεγαλύτερου κράτους μετά τη Ρωσία. Κατά τη διάρκεια των εορταστικών γαμήλιων εκδηλώσεων, χιλιάδες κάτοικοι της Βιέννης έβγαιναν στους δρόμους για να δουν έστω κι από μακριά την έφηβη Αυτοκράτειρα. Κι ενώ εξωτερικά έμοιαζε τρισευτυχισμένη, μέσα της ούρλιαζε από απελπισία.
Η Σίσσυ έγινε δημόσιο πρόσωπο από τη μία στιγμή στην άλλη. Έμενε απομονωμένη στο παλάτι, αντιμετώπιζε ψυχολογικά προβλήματα, χρειάστηκε να διαχειριστεί τον απόλυτο τρόμο κάθε μητέρας: Την αυτοκτονία του παιδιού της. Όλα αυτά, πριν χάσει τη δική της ζωή από τα χέρια ενός Ιταλού αναρχικού.
Γεννήθηκε το 1837 στο Μόναχο. Μεγάλωσε παίζοντας στα δάση της Βαυαρίας με τα επτά αδέλφια της, έκανε ατέλειωτες ώρες ιππασία και σκαρφάλωνε στα βουνά. Ο πατέρας της, Δούκας Μαξιμιλιανός, της δίδαξε την αξία της δημοκρατίας και την ισότητα των φύλων – πράγματα ασυνήθιστα για την εποχή. Η μητέρα της, Πριγκίπισσα Λουδοβίκα, της κληροδότησε την αγάπη για την ιδιωτικότητα και το φόβο της δημοσιότητας. Τα τελευταία, θα τη δυσκόλευαν ιδιαίτερα στη μετέπειτα ζωή της.
Ο Φραντς, από την άλλη, εργαζόταν σκληρά και τη λάτρευε. Δεν είχε, όμως χιούμορ, ούτε και φαντασία. Στην αρχή, μάλιστα, η μητέρα του και αδελφή της Λουδοβίκας, Σοφία, σχεδίαζε να τον παντρέψει με τη μεγαλύτερη αδελφή της Σίσσυ. Εκείνος, δεν είχε καμία διάθεση να ακολουθήσει το θέλημά της. Ερωτεύτηκε την Ελισάβετ από το πρώτο λεπτό. Κι η νεαρή κοπέλα, κολακευμένη από το ενδιαφέρον του και αγχωμένη για όσα θα επιφύλασσε το μέλλον, δεν μπορούσε καν να φάει όταν πλησίαζαν οι ώρες των ραντεβού τους.
Όταν πια παντρεύτηκαν, ο εργασιομανής Αυτοκράτορας την άφηνε μόνη. Δεν είχε φίλους, μέσα σε τέσσερα χρόνια γέννησε τρεις φορές και μόνο δύο από τα παιδιά επιβίωσαν. Έπασχε από κατάθλιψη, σιχαινόταν τις δημόσιες εμφανίσεις και η Αρχιδούκισσα Σοφία φρόντιζε να τη δυσκολεύει ακόμη περισσότερο.
Οι Αυστριακοί τη λάτρευαν, η ομορφιά της τους εντυπωσίαζε. Κι η ίδια το γνώριζε καλά. Αφιέρωνε ένα τρίωρο την ημέρα στο χτένισμά της, ενώ επί μία ώρα έσφιγγε τον κορσέ της για να έχει μικροσκοπική μέση. Έκανε πολύ αυστηρή δίαιτα και εμφάνιζε συμπτώματα της ασθένειας που σήμερα αναγνωρίζουμε ως νευρική ανορεξία. Για χρόνια, τρεφόταν σχεδόν αποκλειστικά με κρύο γάλα, πορτοκάλια και αυγά.
Επιπλέον, γυμναζόταν διαρκώς. Σε κάθε παλάτι, είχε ένα δωμάτιο γεμάτο όργανα γυμναστικής της εποχής και αισθανόταν άσχημα αν δεν τηρούσε το πρόγραμμά της. Κάποτε, ένας υπηρέτης που την είδε να ακολουθεί την ακροβατική της ρουτίνα, έγραψε στο ημερολόγιό τους πως «Φορούσε ένα μαύρο μεταξένιο φόρεμα με υπέροχα πούπουλα. Ποτέ πριν δε μου φάνηκε τόσο επιβλητική. Έτσι, κρεμασμένη στα σχοινιά, έδινε μία φανταστική εντύπωση, σαν ένα πλάσμα μεταξύ φιδιού και πτηνού».
Το 1862, έπειτα από ένα νευρικό κλονισμό, ταξίδεψε στην Ελλάδα σε μία προσπάθεια να ξεφύγει από το «κελί της φυλακής», όπως αποκαλούσε τα ανάκτορα στη Βιέννη. Πήγε, έπειτα, στην Αγγλία, την Ιρλανδία, την Ελβετία και την Ουγγαρία – μία χώρα που αγάπησε βαθιά, θεωρώντας πως ο λαός της άξιζε περισσότερη ελευθερία και σεβασμό. Πέντε χρόνια μετά, το κράτος αυτό ενώθηκε με την Αυστρία, σχηματίζοντας έτσι την Αυστροουγκαρία, της οποίας ο Φραντς έγινε Βασιλιάς κι η Σίσσυ Βασίλισσα.
Θα μπορούσαμε, ίσως, να την παρομοιάσουμε με την Νταϊάνα. Επισκεπτόταν νοσοκομεία και φιλανθρωπικές εκδηλώσεις χωρίς προειδοποίηση, ήταν ιδιαίτερα προσιτή και ο λαός την ένιωθε «δική του». Έδινε κουράγιο στους ασθενείς, ένιωθε τον πόνο τους, καθόταν στο προσκεφάλι τους.
Μέχρι το τέλος της δεκαετίας του 1880, η Πριγκίπισσα είχε χάσει τον εαυτό της. Η μικρή της κόρη, Μαρί Βαλερί, τη βρήκε μία μέρα να γελά υστερικά, μέσα σε μία μπανιέρα. Έκανε αυτοκτονικές σκέψεις, τις οποίες εκμυστηρευόταν στον τρομοκρατημένο, πια, Φραντς. Η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι, ήρθε όταν ο διάδοχος του θρόνου, ο πρωτότοκός της Ροδόλφος βρέθηκε νεκρός με τη 17χρονη ερωμένη του. Οι νέοι αποφάσισαν να δώσουν τέλος στη ζωή τους, επειδή ο έρωτάς τους δε γινόταν αποδεκτός. Πολλοί, βέβαια, υποστηρίζουν πως πρόκειται για μία ανεξιχνίαστη, διπλή δολοφονία.
Πάντα μαυροφορεμένη, με το βλέμμα στο πάτωμα, περιπλανιόταν σ’ ολόκληρη την Ευρώπη και τη Βόρειο Αφρική. Δεν ήθελε σωματοφύλακες, περίμενε υπομονετικά το θάνατό της.
Το τέλος της ήρθε στις 10 Σεπτεμβρίου 1898, κατά τη διάρκεια επίσκεψής της στη Γενεύη. Εκεί βρισκόταν ο Ιταλός αναρχικός Λουίτζι Λουκένι, ο οποίος είχε φτάσει στην Ελβετία αποφασισμένος να σκοτώσει τον Πρίγκιπα Ανρί της Ορλεάνης, ως ένδειξη διαμαρτυρίας στην άρχουσα τάξη. Τελικά, επειδή ο αρχικός του στόχος δεν έκανε ποτέ το προγραμματισμένο του ταξίδι, στράφηκε στην Αυστριακή πριγκίπισσα. Της επιτέθηκε με ένα μικρό μαχαίρι – τόσο λεπτό που, στην αρχή, εκείνη δεν ένιωσε καν πόνο.
«Αγάπησα, έζησα, γύρισα τον κόσμο», είχε γράψει, «αλλά ποτέ δεν έφτασα εκεί που ονειρευόμουν».
Διαβάστε επίσης:
Μαρία Τερέζα της Ισπανίας: Η πριγκίπισσα υπέρμαχος των γυναικείων δικαιωμάτων
Πριγκίπισσα Diana: H influencer πριν τα social media
Soraya Esfandiari Bakhtiari: Η ιστορία της θλιμμένης πριγκίπισσας
Ακολουθήστε το Portraits στο Google News για την πιο ξεχωριστή ενημέρωση