Πριν από δύο χρόνια, η Αν ΜακΦέραν συνάντησε έντεκα γυναίκες που γνώρισε online, στην εφαρμογή Bumble BFF. Τις κάλεσε στο σπίτι της στο Λος Άντζελες για μία «κοριτσίστικη βραδιά», γεμάτη μακιγιάζ και σέλφι για το Instagram. Δεν είχε καμία όρεξη, όμως, να κάνει νέες φίλες. Απλώς έψαχνε μοντέλα για τις ψεύτικες βλεφαρίδες που έφτιαχνε, ώστε να διαφημίσει δωρεάν τη startup Glamnetic, την οποία είχε μόλις ιδρύσει.
Η κίνησή της πέτυχε – δεν πλήρωσε ούτε ένα δολάριο και μόλις πέρσι, τα κέρδη της άγγιξαν τα 50 εκατομμύρια, με τα προϊόντα της να κάνουν το γύρο του κόσμου.
«Είχα στο μυαλό μου ότι έπρεπε να κρατήσω κάθε δολάριο, παρότι η εταιρεία ήταν ήδη κερδοφόρα», είπε σε συνέντευξή της στο Forbes.
Όλα ξεκίνησαν τον Αύγουστο του 2019. Από τότε, εργάζονται για εκείνη 70 υπάλληλοι πλήρους απασχόλησης, ενώ έχει πουλήσει περισσότερα από 100 χιλιάδες προϊόντα. Αυτό που την κάνει τόσο ξεχωριστή στη βιομηχανία της ομορφιάς, είναι η τεχνολογία πίσω από τις βλεφαρίδες της. Χρησιμοποιώντας το ειδικό μαγνητικό eyeliner της Glamnetic, οι ψεύτικες βλεφαρίδες κολλούν αμέσως, χωρίς να είναι απαραίτητη η ειδική κόλλα ή το τσιμπιδάκι.
Η Glamnetic έχει κάνει το επόμενο βήμα και από τις ψεύτικες βλεφαρίδες, έχει προχωρήσει στα νύχια. Η επιχείρηση, μάλιστα, γνώρισε ανάπτυξη της τάξης του 200% τη χρονιά που πέρασε. Στόχος της ΜακΦέραν, όπως αποκαλύπτει, «να γίνουμε το ZARA του μανικιούρ».
«Ακολουθούμε αμέσως κάθε τάση που εμφανίζεται και την βγάζουμε στην αγορά. Αυτό νιώθω πως έλειπε από τον κόσμο του nail art: Η μόδα».
Η πλειονότητα των καταναλωτών ανήκει στην ηλικιακή ομάδα 18-24. Το 33% των νεαρών Αμερικανίδων, άλλωστε, χρησιμοποιεί τακτικά ψεύτικες βλεφαρίδες στη ρουτίνα μακιγιάζ τους – η συγκεκριμένη βιομηχανία πλέον αξίζει 1.8 δισεκατομμύρια δολάρια – επομένως η επιτυχία ήταν σχεδόν σίγουρη. Ο λόγος που το προϊόν αυτό έχει γίνει τόσο δημοφιλές, δε βρίσκεται παρά στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, όπου τα βίντεο με «ultra-glam makeup looks» και το hashtag #MUA (makeup artist) γίνονται ανάρπαστα.
«Επιχειρήσεις όπως η Glamnetic αλληλεπιδρούν διαρκώς με τους καταναλωτές μέσω πληθώρας ψηφιακών μέσων», τονίζει ο Στίβεν Ρόζενστοκ της Clarkston Consulting. «Οι εταιρείες που “γεννιούνται” ψηφιακά και κατανοούν βαθιά τις ανάγκες του κοινού, θα συνεχίσουν να κυριαρχούν στη βιομηχανία της ομορφιάς».
Βέβαια, η επιτυχία δεν ήρθε από τη μία μέρα στην άλλη.
Η Αν ΜακΦέραν μετανάστευσε στην Καλιφόρνια από την Μπανγκόκ. Οι γονείς της την πίεζαν να σπουδάσει ιατρική κι εκείνη προσπάθησε να τους κάνει περήφανους – είχαν ρισκάρει τα πάντα για να της προσφέρουν ένα καλύτερο μέλλον, άλλωστε. Ξεκίνησε, λοιπόν, να φοιτά στο UCLA, όπου ολοκλήρωσε το προπαρασκευαστικό πρόγραμμα το 2015. Στον ελεύθερο χρόνο της σχεδίαζε – πούλησε πίνακα έναντι 10 χιλιάδων δολαρίων πριν καν κλείσει τα 21.
Άρχισε, παράλληλα, να ασχολείται με τα social media και να αποκτά περισσότερους followers στο Instagram, προκειμένου να βγάλει τη δημιουργικότητά της προς τα έξω. Δεν άργησε, ωστόσο, να καταλάβει πως η ζωγραφική δε θα μπορούσε να γίνει επάγγελμα – το εισόδημά της θα ήταν ελάχιστο, καθώς δεν είχε αρκετό χρόνο για να ολοκληρώνει πολλά έργα, ενώ κανείς δεν εγγυόταν πως οι πωλήσεις θα διατηρούνταν υψηλά. Ανακάλυψε, έτσι, ένα διαφορετικό είδος ζωγραφικής: Εκείνης του προσώπου. Της άρεσε να βάφεται και το διαδικτυακό κοινό της φάνηκε να λατρεύει την ιδέα. Μοναδική της πρόκληση, η εφαρμογή ψεύτικων βλεφαρίδων. Όσο κι αν προσπαθούσε, αδυνατούσε να την τελειοποιήσει.
Ήταν 24 ετών τότε κι αποφάσισε να δώσει η ίδια λύση στο πρόβλημά της. Έκανε μαθήματα management, έμαθε όσα μπορούσε για τις ψεύτικες βλεφαρίδες και ανακάλυψε το τεράστιο κενό που υπήρχε στην αγορά. Μέσα σε έναν χρόνο, είχε βρει τον ιδανικό προμηθευτή από την Κίνα και ξεκίνησε να προωθεί την ιδέα της μέσω του προφίλ @glamnetic στο Instagram.
Μέχρι τον Ιούλιο του 2019, είχε 30 χιλιάδες ακολούθους και ένα μόνο προϊόν: το σετ βλεφαρίδων που κόστιζε 34 δολάρια. Τα κεντρικά της επιχείρησής της βρίσκονταν στο δωμάτιό της, απαντούσε η ίδια στα μηνύματα και επιβεβαίωνε τις παραγγελίες. Μέσα στο πρώτο κιόλας μήνα, είχε βγάλει 20 χιλιάδες δολάρια.
Συνέχισε ολομόναχη, μέχρι το φθινόπωρο του ’19. Τότε, τα μηνιαία κέρδη της άγγιζαν το 1 εκατομμύριο κι έκανε το μεγάλο βήμα, προσλαμβάνοντας τον πρώτο της εργαζόμενο. Από εκείνη τη μέρα, η επιχείρηση εκτοξεύθηκε. Σε μία μόνο διετία, κατάφερε να έχει προσωπικό 70 ατόμων, με μία ομάδα που προσπαθεί να βρίσκεται διαρκώς δίπλα στους καταναλωτές.
Διαβάστε επίσης:
Ράμπια Γκορ: Η κορυφαία νεαρή επιχειρηματίας της Αφρικής που δεν τελείωσε ποτέ το σχολείο
Άλισον Γκέιλερ: Η επιχειρηματίας που φέρνει την ισότητα στο χώρο του αθλητισμού
Ακολουθήστε το Portraits στο Google News για την πιο ξεχωριστή ενημέρωση