Success stories

Elizabeth von der Goltz: Η γυναίκα πίσω από το Net-a-Porter

Πηγή φωτογραφίας instagram @elizabethvdg

Οι περισσότερες λίστες, με τα πιο ισχυρά ονόματα ή τις διασημότητες που κυριαρχούν στο χώρο της μόδας, είναι λίγο πολύ προβλέψιμες. Η Anna Wintour, η Beyonce και η Gigi Hadid είναι 3 μόνο από τις προσωπικότητες, που συναντάμε σχεδόν σε όλα τα άρθρα με τις πιο επιδραστικές γυναίκες.  Όμως, ήρθε ο καιρός να γνωρίσουμε μια ακόμη γυναίκα, που παρότι «αποφασίζει» για τις ενδυματολογικές επιλογές χιλιάδων, καθώς εργάζεται στη βιομηχανία της μόδας εδώ και 16 χρόνια, το όνομά της δεν είναι ιδιαίτερα γνωστό. Ο λόγος για την Elizabeth von der Goltz, bying director του Net-a-Porter.

Η Elizabeth είναι για τον παγκόσμιο λιανοπωλητή διάφορων πολυτελών brands ανά τον κόσμο, ο, τι και ο μαέστρος για μια ορχήστρα: όλοι παρακολουθούν τις κινήσεις της για να δουν τι θα ακολουθήσει. Ο ρόλος της είναι να ανιχνεύει, προμηθεύει και να καλλιεργεί μάρκες και σχεδιαστές, να κάνει deals για να πουλήσουν τα σχέδιά τους και ο,τι μπορεί για να υποστηρίξει το εκάστοτε εμπορικό σήμα και τις πωλήσεις του. Αυτή είναι σε γενικές γραμμές η δουλειά της, όμως, στην πραγματικότητα, έχει τεράστια και πολύ σημαντικά καθήκοντα.

Η θέση της απαιτεί ένστικτο για την ανίσχευση νέων ταλέντων και οραματισμό, καθώς καλείται να διαμορφώσει τις τάσεις, προτού αυτές ξεκινήσουν. Και όλα αυτά τη στιγμή, που πρέπει να διαχειριστεί προϋπολογισμούς πολλών εκατομμυρίων, αποπνέοντας συγχρόνως την εμπιστοσύνη κάποιου που καταλαβαίνει τις πολιτισμικές διαφορές, που υπάρχουν ανάμεσα στις 170 χώρες που εξυπηρετεί το Net-a-Porter. Είναι η ήσυχη δύναμη της μόδας, πάντα ήρεμη, δροσερή και προσιτή, με ένα μεγάλο χαμόγελο.

Σε συνέντευξή της στο Guardian, η ίδια δηλώνει: «Η μόδα έχει πραγματικά αλλάξει. Δεν ξέρω αν κάποιος από εμάς το περίμενε. Εγώ πάντως όχι. Νομίζω ότι οι άνθρωποι δεν καταλάβαιναν πριν. Ακόμη και όταν ήμουν στο σχολείο, δεν σκέφτηκα ποτέ πώς φτάνει η μόδα στο κατάστημα. Τώρα οι άνθρωποι σκέφτονται: Ποιος είναι πίσω από αυτό; Ποιοι είναι αυτοί οι άνθρωποι; Και δεν είναι μόνο η μόδα. Οι άνθρωποι ενδιαφέρονται πολύ περισσότερο για το τι συμβαίνει στα παρασκήνια.» 

Η πρόσφατη εμφάνιση της Von der Goltz στην μεγάλη επιτυχία του Netflix, Next in Fashion, στο οποίο 10 νέοι σχεδιαστές μάχονται για να κερδίσουν ένα βραβείο αξίας 250.000 δολαρίων και να πουλήσουν τις συλλογές τους στο Net-a-Porter, άνοιξε μια πόρτα στον κρυφό κόσμο της βιομηχανίας. Ως guest κριτής στο φινάλε της σειράς, ήταν αναμφίβολα το πιο σημαντικό πρόσωπο στην ομάδα.

Στη συνέχεια της συνέντευξής της, μιλώντας για τη συμφωνία με το γνωστό show, λέει: «Στο Net-a-Porter έχουμε τρεις αποθήκες, απ’όπου στέλνουμε παραγγελίες σε όλο τον κόσμο – το Λονδίνο, τη Νέα Υόρκη και το Χονγκ Κονγκ. ‘Ετσι ακόμα και όταν κάνουμε μια μικρή αγορά, στην πραγματικότητα είναι τεράστια! Μπορούμε να δημιουργήσουμε ή να καταστρέψουμε μια μάρκα και έτσι έχουμε και την ευθύνη να βοηθήσουμε τους νέους αυτούς σχεδιαστές να εξελιχθούν».

 Χρειάζεται ένστικτο, γούστο και δημιουργικότητα για να ορίσεις τις τάσεις

Η Von der Goltz είναι εξαιρετική επιρροή εδώ και χρόνια. Πριν την ανάληψη της θέσης της στην κορυφαία εταιρεία, με έδρα το Λονδίνο το 2017, ήταν designer buyer, δηλαδή επέλεγε ποια κομμάτια σχεδιαστών, θα πωλούνταν στο κατάστημα ορόσημο της Fifth Avenue, Bergdorf Goodman, για 16 χρόνια. Σήμερα, εκτός από το να καθορίζει και να πουλά τη μόδα, είναι υπεύθυνη για την ίδια την ύπαρξη γνωστών οίκων. Οι ιδρυτές του Monse, που είναι επίσης δημιουργικοί διευθυντές του οίκου Oscar de la Renta, συναντήθηκαν για πρώτη φορά με την Von der Goltz, δείχνοντάς της κάποια σκίτσα και τώρα είναι ένα από τα πιο σημαντικά σημεία της εβδομάδας μόδας της Νέας Υόρκης. Ενώ έπεισε τον Valentino να ξεκινήσει να παράγει τις pre-fall και cruise συλλογές.

Ο Vincent Hο, συνιδρυτής της πρωτοποριακής μάρκας της Νέας Υόρκης, Peter Do, που ξεκίνησε από το Instagram, την αποκαλεί νεραϊδονονά. «Εργάζεται στο Net-a-Porter, αλλά είναι πραγματικά χρήσιμη για το εμπορικό σήμα μας. Μας λέει τι να προσέξουμε», λέει ο Ho. «Είναι πάντα διαθέσιμη – είτε μέσω ενός μηνύματος στο Instagram, είτε μέσω email είτε μέσω μηνύματος, είναι διατεθειμένη να μας βοηθήσει οποτεδήποτε. Και είναι τόσο ευγενής» προσθέτει.

Η Von der Goltz βρίσκεται στην πρώτη σειρά όχι μόνο κάθε fashion show αλλά και κάθε μεγάλης εξέλιξης της μόδας των τελευταίων δύο δεκαετιών. Η άφιξή της στο Net-a-Porter συνέπεσε επίσης με μια από τις πιο δύσκολες εποχές για τη βιομηχανία, με το ζήτημα της βιωσιμότητας να βρίσκεται στο επίκεντρο, λόγω του ανεξέλεγκτου όγκου ενδυμάτων, που παράγεται, στον κόσμο. Ενώ ένας αγοραστής διαδραματίζει βασικό ρόλο σε μια βιομηχανία, που έχει επικριθεί έντονα για τη δημιουργία και την πώληση πάρα πολλών ειδών, η ίδια είναι ιδιαίτερα ενημερωμένη. «Ο πελάτης δεν χρειάζεται πλέον να επιλέξει μεταξύ στυλ και βιωσιμότητας – μπορεί να έχει και τα δύο. Το προϊόν που αγοράζουμε – και επομένως αυτό που αγοράζουν οι πελάτες μας – είναι ιδιαίτερα σημαντικό καθώς η παραγωγή της μόδας και των κλωστοϋφαντουργικών προϊόντων έχει σημαντικό αντίκτυπο στην ευημερία των ανθρώπων και των οικοσυστημάτων» τονίζει χαρακτηριστικά στη συνέντευξή της.

Κατά τη διάρκεια της θητείας της, η Net-a-Porter ξεκίνησε δύο πράγματα, με τα οποία είναι ιδιαίτερα παθιασμένη: το πρόγραμμα Vanguard, το οποίο δίνει στους νέους σχεδιαστές πρόσβαση σε ολόκληρη την εταιρεία, συμπεριλαμβανομένων νομικών, μάρκετινγκ και επιχειρηματικών ομάδων ανάπτυξης, και το Net Sustain, που περιλαμβάνει πλατφόρμες κοινοτικής, βιοτεχνικής και τοπικής προέλευσης προϊόντων. Η βιωσιμότητα είναι στην κορυφή της ημερήσιας διάταξης: «Στόχος μας είναι να δώσουμε φωνή στις σημερινές εμπορικές μάρκες, μεγάλες ή μικρές, που κάνουν πραγματικά θετικές αλλαγές παρέχοντάς τους μια πλατφόρμα για να τονίσουν τις καλύτερες πρακτικές τους.»

Η Von der Goltz, όπως αποδεικνύει και η προσωπική της ζωή, έχει μια ιδιαίτερη ικανότητα να προσαρμόζεται σε μέρη και καταστάσεις. Γεννήθηκε στη Νέα Υόρκη, όμως, η οικογένειά της ταξίδευε συνεχώς. Ο πατέρας της απασχολούταν με τα ιδιωτικά κεφάλαια και η μητέρα της είχε γκαλερί. Έχει ζήσει στο Τόκιο, το Λονδίνο και στη συνέχεια το Χονγκ Κονγκ, όπου μεγάλωσε με τον μεγαλύτερο αδελφό της και πήγε στη γερμανο-ελβετική σχολή. Πήρε το πτυχίο της στην ιστορία της τέχνης στην Washington DC και έκανε την πρακτική άσκηση στο Christie’s στο Λονδίνο. Μια καριέρα στην τέχνη δεν ήταν, όπως αποδείχθηκε, κατάλληλη γι ‘αυτήν, αλλά η κληρονομική της έφεση προς την επιχειρηματικότητα και τη δημιουργικότητα αποδείχθηκαν ανεκτίμητα.

Μετά το Χονγκ Κονγκ, με τη συμβουλή ενός φίλου που εργάστηκε στη θρυλική μπουτίκ μόδας Joyce, η Von der Goltz μετακόμισε στη Νέα Υόρκη για να ακολουθήσει την αγάπη της για τη μόδα. Αφού βρήκε μια θέση στο γνωστό πολυκατάστημα Barneys, δούλεψε σκληρά και τελικά έγινε βοηθός αγοραστή για μια ιδιωτική ετικέτα του καταστήματος, για την οποία την εποχή εκείνη, σχεδίαζε ο Ολλανδός σχεδιαστής, Ronald Van Der Kemp. Στη συνέντευξή της στο Guardian, αποκάλυψε πως έτσι ξεκίνησε την καριέρα της από το μηδέν. Ήταν ένα εξαιρετικό μέρος, για εκείνη καθώς έμαθε πολλά πράγμα για την δημιουργία ενός ρούχου, την ποσότητα του υφάσματος που απαιτείται για να φτιαχτεί ένα σακάκι, πώς παράγονται τα ρούχα στην Ιταλία και άλλα πολλά.

Αφού εργάστηκε στο Barneys, το Henri Bendel και σχεδόν δύο δεκαετίες στο Bergdorf, η Von der Goltz  είχε αποκτήσει όλες τις δεξιότητες που απαιτεί η θέση της στο Net-a-Porter. Το να είσαι ένας εξαιρετικός διαπραγματευτής είναι υποχρεωτικό, λέει η ίδια. «Πραγματοποιούμε διαπραγματεύσεις με κάθε μία από τις μάρκες μας, οπότε πρέπει να έχεις αυτή την ηγετική διάθεση.»

Πρέπει επίσης να έχεις μια μεγάλη εικόνα για τον κόσμο. «Λατρεύω ανθρώπους που αγαπούν την τέχνη, που διαβάζουν μυθιστοριογραφία, βλέπουν ταινίες, ταξιδεύουν, αγαπούν την αρχιτεκτονική, γιατί πολλά από αυτά που κάνουμε επηρεάζονται από τον πολιτισμό γύρω μας. Ο πελάτης είναι παγκόσμιος, οπότε πρέπει να καταλάβουμε ποιος είναι, τι κάνει κάθε μέρα, όταν ταξιδεύει, τι βλέπει, τι χόμπι έχει.»

Η ίδια, όπως είναι λογικό, αγαπά τη μόδα και ενθουσιάζεται με τα ρούχα. «Λατρεύω τα ρούχα – ακόμα και όταν κάνω Pilates ή είμαι στα βουνά, έχω μια ιδέα για το πώς θέλω να φαίνομαι στο κεφάλι μου» ενώ τα brands Gabriela Hearst, Altuzarra, Citizens of Humanity και Peter Do είναι μερικά από τα αγαπημένα της.

Ίσως ένας άλλος λόγος για τον οποίο έχει απολαύσει μια τόσο μακρά και επιτυχημένη καριέρα είναι ότι δεν φοβάται να πει τα πράγματα που, πριν από 10 χρόνια, θα είχαν θεωρηθεί ιεροσυλία. Πρώτα έχει πει πως τα χρήματα δεν αγοράζουν απαραίτητα στυλ. «Δεν υπάρχει κανένας καθορισμένος τρόπος για να διακρίνουμε ότι κάποιος έχει στυλ ή όχι – αν έχετε τα χρήματα, έχετε πρόσβαση σε πιο ακριβές δημιουργίες, αλλά υπάρχουν τόσοι πολλοί άνθρωποι εκεί έξω με εκπληκτικό στυλ που φορούν πιο οικονομικά ρούχα. Δεύτερον, δεν υπάρχουν κανόνες. Ο κόσμος έχει αλλάξει τόσο πολύ που δεν έχει να κάνει με τις τάσεις πια, αλλά με τον τρόπο έκφρασης» έχει πει. Και ίσως να έχει συμβάλλει και αυτή σε αυτά.