«Δεν είχα κανέναν. Πραγματικά, κανένα θεμέλιο στη ζωή μου, οπότε έπρεπε να τα βγάλω πέρα μόνη μου. Πάντα, από την αρχή. Έπρεπε να βγω εκεί έξω και να γίνω δυνατή, να ανακαλύψω την αποστολή μου», έγραψε στα απομνημονεύματά της η Βασίλισσα του Rock ‘n’ Roll, Τίνα Τέρνερ.
Από το 1960, όταν κυκλοφόρησε το A Fool in Love που κέρδισε κοινό και κριτικούς, μέχρι σήμερα, η ερμηνεύτρια, στιχουργός, συνθέτης, χορεύτρια και ηθοποιός δεν έχει σταματήσει να δέχεται την αγάπη του κόσμου. Η καριέρα της παρέμενε σταθερά ανοδική, ενώ η προσωπική της ζωή έμοιαζε με τρενάκι του τρόμου.
Ξεκίνησε από ένα σκληρό περιβάλλον και, όταν κέρδισε το ενδιαφέρον του Άικ Τέρνερ, όλα μεταμορφώθηκαν σε εφιάλτη. Μπορεί εκείνος να τη βοήθησε να ανοίξει τα μουσικά φτερά της, όμως τη γέμισε με αβάσταχτο πόνο. Την κακοποίησε σωματικά και ψυχικά, κι εκείνη μετέτρεπε τη δυστυχία σε τέχνη. Πραγματοποίησε «ένα από τα μεγαλύτερα combacks της ιστορίας» όταν, έπειτα από χρόνια απουσίας, τον άφησε κι επανήλθε δυναμικά ως σόλο καλλιτέχνιδα.
Οι δίσκοι της έχουν πουλήσει περισσότερα από 100 εκατομμύρια αντίτυπα, ανήκει στους πιο εμπορικούς καλλιτέχνες όλων των εποχών, έχει κερδίσει 12 Grammy. Ήταν η πρώτη μαύρη γυναίκα που φωτογραφήθηκε για το εξώφυλλο του μουσικού περιοδικού Rolling Stone, θεωρείται μία από τις 100 κορυφαίες ερμηνεύτριες και μία από τους 100 κορυφαίους καλλιτέχνες της ιστορίας. Έχει κατακτήσει τη θέση της στο Rock and Roll Hall of Fame και, το 2005, πήρε το Βραβείο Κένεντι. Από το 2013 ζει στην Ελβετία, μακριά από τη δημοσιότητα. Και αυτή, είναι η ιστορία της.
Η Τίνα Τέρνερ γεννήθηκε στις 26 Νοεμβρίου του 1939 με το όνομα Άννα Μέι Μπούλοκ στο Μπράουνσβιλ του Τενεσί. Είχε δύσκολα παιδικά χρόνια. Όταν ήταν μόλις 10 ετών, η μητέρα της, μην μπορώντας να υπομείνει την αυταρχική συμπεριφορά του συζύγου της και τους ατέλειωτους καυγάδες, εγκατέλειψε την οικογένεια. Τελικά, οι γονείς της πήραν διαζύγιο και την ανατροφή της ανέλαβε η γιαγιά της. Όταν εκείνη έφυγε τη ζωή, η Άννα και η μεγαλύτερη αδελφή της, Αλίν, μετακόμισαν στο Σαιντ Λουί, στο σπίτι της μητέρας τους. Η Άννα, δεν είχε ιδέα πως, στο μέλλον, θα γινόταν μία από τις μεγαλύτερες καλλιτέχνιδες του κόσμου.
Οι αδελφές Μπούλοκ περνούσαν τα εφηβικά τους βράδια σε μουσικές σκηνές και R&B κλαμπ. Σε ένα από αυτά, το Club Manhattan, γνώρισε τον άνδρα που θα της άλλαζε τη ζωή.
Η πρώτη συνάντηση της Τίνα και του Άιλ Τέρνερ προέκυψε εξαιτίας της Αλίν. Εργαζόταν ως μπαργούμαν σε ένα βραδινό κέντρο, όπου εκείνος εμφανιζόταν τακτικά με το συγκρότημά του. Ένα βράδυ, όταν η Άννα, όπως λεγόταν τότε, βρισκόταν στο κοινό, ο ντράμερ πήρε ένα μικρόφωνο, της το έδωσε και ξεκίνησε να τραγουδάει. Λίγο αργότερα, ο Άικ την πλησίασε. «Δεν ήξερα πως τραγουδάς», της είπε.
Εκείνη η νύχτα, όπως αποκάλυψε σε συνέντευξή της αργότερα, ήταν μία από τις πιο ευτυχισμένες της ζωής της. Ήθελε πάντα να γίνει τραγουδίστρια, και το όνειρό της είχε μόλις ξεκινήσει να πραγματοποιείται. Ο Άικ της έκανε δώρα, την προετοίμαζε για τις συναυλίες. Την πολιορκούσε έντονα, αλλά χωρίς αποτέλεσμα – στην αρχή, τουλάχιστον. «Μου φαινόταν τρομακτικά άσχημος», δήλωσε.
Ηχογράφησε το πρώτο της ντέμο και, όταν ξεκίνησε πια να εμφανίζεται τακτικά στο πλευρό του, έπαψε να λέγεται Άννα. Δεν ήταν πως δεν της άρεσε, απλώς εκείνος το βρήκε υπερβολικά συνηθισμένο. Μέσα σε μία νύχτα, λοιπόν, η Τίνα «γεννήθηκε». Το 2013, μιλώντας στην εκπομπή της Όπρα Ουίνφρεϊ, αποκάλυψε πως είχε κάνει την πιο λάθος κίνηση, αλλάζοντας το όνομά της. Κι αυτό γιατί συνδέθηκε αμέσως με το δικό του, επιτρέποντάς του να «κλέψει» μέρος της μεταγενέστερης επιτυχίας της.
Παντρεύτηκαν το 1962, σε μία πολύ πρόχειρη τελετή. Δεν είχε καμία σχέση με αυτό που φανταζόταν η 22χρονη, τότε, Τίνα. Μάλιστα, συμφώνησε να γίνει ο γάμος στο Μεξικό σε μία απόπειρα να τον ηρεμήσει, για να πάψει να τη χτυπάει. Tη βίασε, την πρώτη κιόλας νύχτα.
Έχοντας επισημοποιήσει τη σχέση τους, ήταν παντού μαζί: στο σπίτι, στο στούντιο, στην σκηνή. Εκείνος ήθελε να έχει τον πρώτο και τον τελευταίο λόγο σε όλα. Μία φορά τόλμησε να εκφράσει τις ανησυχίες της για την πορεία της, η οποία δεν πραγματοποιούταν όπως επιθυμούσε, χωρίς εκείνος να είναι μπροστά. Το έμαθε, όμως, και την περίμενε να γυρίσει. Έγινε βίαιος, της φέρθηκε χωρίς κανένα σεβασμό. Όπως ανέφερε στην αυτοβιογραφία της, My Love Story, αργότερα της προκάλεσε εγκαύματα πετώντας καφέ στο πρόσωπό της, ενώ κάποια άλλη φορά της έσπασε το σαγόνι.
Όσο δυστυχισμένη ήταν στο γάμο της, τόσο χαρούμενη ήταν για τη δουλειά της. Διοχέτευε την ενέργειά της στη μουσική και, μαζί με τον Άικ, κυκλοφόρησαν δύο εξαιρετικά άλμπουμ το 1970: τα Come Together και Workin’ Together. Τα συγκεκριμένα, μάλιστα, αποτέλεσαν σημείο καμπής της μουσικής τους διαδρομής. Από τους συνηθισμένους R&B ήχους τους, ξεκίνησαν να στρέφονται προς τη ροκ. Την επόμενη χρονιά, η διασκευή του Proud Mary πούλησε πάνω από ένα εκατομμύριο αντίτυπα, τους χάρισε το πρώτο τους Grammy και ο δίσκος έγινε Χρυσός. Το ’72, η Τίνα ξεκίνησε να γράφει τα δικά της τραγούδια, το ’74 γύρισε την ροκ όπερα Tommy και, έναν χρόνο μετά, κυκλοφόρησε μόνη της το Acid Queen.
Μέχρι το 1976, είχε αρχίσει να βλέπει πως θα μπορούσε να τα καταφέρει χωρίς εκείνον, παρά τις προσπάθειές του να τη μειώσει, να την κάνει να νιώσει μηδαμινή. Εκείνη τη χρονιά, μάλιστα, την είχε χτυπήσει τόσο πολύ που το πρόσωπό της είχε παραμορφωθεί εντελώς. Πήρε το πορτοφόλι της, που δεν είχε ούτε 50 σεντς, και έφυγε. Πήγε στο ξενοδοχείο Dallas Ramanda, αλλά έχασε το θάρρος της και επέστρεψε κοντά του.
Στις 27 Ιουλίου, κατά τη διάρκεια περιοδείας τους, βρήκε το κουράγιο και χώρισε. Τον άφησε, εθισμένο την κοκαΐνη, να αναζητά εκδίκηση. Από την ημέρα που έκανε αίτηση διαζυγίου, έστελνε μέλη συμμοριών έξω από το σπίτι της για να την τρομοκρατήσει. Δεν τα κατάφερε, όμως. Η Τίνα ήταν ελεύθερη πια.
Μαζί με τον Άικ, απομακρύνθηκε και από τη μουσική – τη δεύτερη, ευτυχώς, όχι για πολύ. Εμφανίστηκε σε τηλεοπτικές σειρές, όπως η Donny & Marie, ενώ πραγματοποίησε μία σειρά καμπαρέ σόου στο Caesar’s Palace του Λας Βέγκας. Επιχείρησε να επανέλθει με μερικά σόλο άλμπουμ που απέτυχαν και, το 1979, ο Ρότζερ Ντέιβις συμφώνησε να γίνει μάνατζέρ της. Τότε, σιγά – σιγά άρχισε να επιστρέφει στην ντίβα που κάποτε ήταν.
Μέχρι το 1983, εμφανιζόταν σε ελάχιστα κλαμπ των ΗΠΑ. Τότε, όμως, υπέγραψε συμβόλαιο με την Capitol Records και όλα άλλαξαν. Το Νοέμβριο εκείνης της χρονιάς κυκλοφόρησε η διασκευή του Let’s Stay Together, το οποίο κέρδισε τα αμερικανικά, όσο και τα ευρωπαϊκά charts. Σχεδόν αμέσως, ξεκίνησε η ηχογράφηση του άλμπουμ Private Dancer που είχε εξαιρετική εμπορική επιτυχία. Έγινε πέντε φορές Πλατινένιο, βρέθηκε στην 3η θέση του Billboard 200 και πούλησε πάνω από 12 εκατομμύρια αντίτυπα. Το Σεπτέμβριο του 1984, έφτασε στο νούμερο ένα των Billboard Hot 100, με το What’s Love Got to Do with It, και ξεκίνησε παγκόσμια περιοδεία.
Το 1991, μπήκε στο Rock and Roll Hall of Fame. Δύο χρόνια μετά, κυκλοφόρησε η σχεδόν αυτοβιογραφική της ταινία What’s Love Got To Go with It και το soundtrack, που είχε ήδη γίνει επιτυχία την περασμένη δεκαετία, ηχογραφήθηκε εκ νέου.
Το 2000, πραγματοποίησε την περιοδεία Twenty Four Seven, τα κέρδη της οποίας ξεπέρασαν τα 120 εκατομμύρια δολάρια. Τον Ιούλιο εκείνης της χρονιάς, κατά τη διάρκεια συναυλίας στην Ελβετία, ανακοίνωσε πως είχε σκοπό να αποσυρθεί, όταν πια το tour ολοκληρωνόταν.
Η μεγάλη της επιστροφή στη δημοσιότητα έγινε στην τελετή απονομής των βραβείων Grammy του 2008, όταν τραγούδησε στο πλευρό της Μπιγιονσέ. Τον Οκτώβριο εκείνης της χρονιάς πραγματοποίησε την πρώτη της περιοδεία έπειτα από σχεδόν δέκα χρόνια εποχής και το κοινό ενθουσιάστηκε. Μάλιστα, η Tina!: 50th Anniversary Tour έγινε η πιο κερδοφόρα περιοδεία όλων των εποχών. Κι από τότε, δεν ξαναεμφανίστηκε live.
Δε σταμάτησε, όμως, να τραγουδά. Το 2011, συμμετείχε στο άλμπουμ Children – With Children United in Prayer της Μπιγιονσέ. Δύο χρόνια μετά, φωτογραφήθηκε για τη γερμανική Vogue. Ήταν 73 ετών.
Έγραψε βιβλία για τη ζωή της, διηγήθηκε τις ιστορίες της. Μίλησε ανοιχτά για τη βία που υπέστη – για την οποία ο Άιλ δε μετάνιωσε ποτέ. Κι όταν, το 2018, πήρε το Grammy Lifetime Achievement Award για την προσφορά της στο τραγούδι, δε χάρηκε με την επιτυχία της. Εκείνη τη χρονιά, έχασε τον πρωτότοκο γιο της. Ο ιατροδικαστής ανέφερε πως έπεσε θύμα πυροβολισμού. «Θα είναι πάντα το μωρό μου», είπε εκείνη, στις 27 Ιουλίου – την ημέρα που σκόρπισε τις στάχτες του στην ακτή της Καλιφόρνια.
Αυτή τη στιγμή, η Τίνα Τέρνερ ζει στην Ελβετία. Έχει αποκτήσει την υπηκοότητα και η Αμερική βρίσκεται μακριά της, ακριβώς όπως επιθυμούσε. Πληγώθηκε αβάσταχτα, αλλά συνεχίζει να παλεύει. Έζησε την απόλυτη επαγγελματική επιτυχία, είδε τον αγαπημένο της να καταπατά τα δικαιώματά της, το παιδί της βρέθηκε νεκρό. Έζησε μία ζωή βγαλμένη από ταινία και, τώρα πια, ηρεμεί μακριά από όλους.
«Η κληρονομιά μου είναι ότι έμεινα προσηλωμένη στο στόχο… Από την αρχή ως το τέλος, επειδή πίστευα σε κάτι μέσα μου. Οπότε, θα μείνω στην ιστορία ως ο άνθρωπος που πάλεψε για το καλύτερο και το πήρε.»
Διαβάστε επίσης:
H τραγική ιστορία της Νίνα Σιμόν
Etta James: H ζωή και το έργο της θρυλικής ερμηνεύτριας
Όταν η Έρθα Κιτ μπήκε στη «μαύρη λίστα» της CIA
Ακολουθήστε το Portraits στο Google News για την πιο ξεχωριστή ενημέρωση