Κάτω από την επιφάνεια της θάλασσας, υπάρχουν καλά κρυμμένα μυστικά…
Οι λάτρεις των ταξιδιών ονειρευόμαστε κάποτε να μπορέσουμε να γυρίσουμε όλο τον κόσμο. Δεν υπάρχει μέρος του κόσμου που δεν μας ενδιαφέρει να πάμε. Είμαστε ταξιδιώτες ρομαντικοί, με μία διάθεση ανακάλυψης και ενθουσιασμού, σε όποιο μέρος του πλανήτη και αν βρεθούμε.
Κι ενώ ο πλανήτης είναι ήδη απέραντος και δεν ξέρουμε από πού να πρωτοξεκινήσουμε την εξερεύνηση, μερικά υπέροχα αξιοθέατα έρχονται να μας θυμίσουν ότι εκείνα που αξίζει να δούμε δεν βρίσκονται αποκλειστικά πάνω στην επιφάνεια της Γης. Μερικά «ξαπλώνουν» κάτω από την επιφάνεια του νερού, στον βυθό της θάλασσας, περιμένοντας καρτερικά τους πιο περιπετειώδεις ταξιδιώτες να τα ανακαλύψουν.
Ένας ολόκληρος κόσμος υπάρχει βυθισμένος σε αρκετά σημεία του πλανήτη, δίνοντας την δυνατότητα για μοναδικές βουτιές, που συνδυάζονται με εξαιρετικά ενδιαφέρον sightseeing. Κι ενώ εμείς μπορούμε να θαυμάσουμε τα υποβρύχια αυτά αξιοθέατα, το γεγονός της ύπαρξής τους μας εμπνέει ακόμη περισσότερο, όταν μαθαίνουμε ότι ο ρόλος τους δεν είναι απλώς διακοσμητικός, αλλά λειτουργούν ουσιαστικά ως ένα σημαντικό βοήθημα στην ανάπτυξη της θαλάσσιας ζωής και την αναγέννηση των κοραλλιογενών υφάλων που, τις τελευταίες δεκαετίες έχουν υποστεί μεγάλες ζημιές.
Εντυπωσιακά ναυάγια, μυστηριώδη γλυπτά και πρωτότυπα αντικείμενα μνήμης μεταμορφώνονται σε απόκοσμα αξιοθέατα, που προκαλούν δέος και εξάπτουν τη φαντασία.
Πάμε να ανακαλύψουμε τα πιο εντυπωσιακά υποβρύχια αξιοθέατα του κόσμου.
Underwater Sculpture Park, St. George’s, Γρενάδα, Δυτικές Ινδίες
Το Molinere Underwater Sculpture Park,που βρίσκεται στη θάλασσα της Καραϊβικής, στα δυτικά παράλια της Γρενάδας, των Δυτικών Ινδιών, αποτελεί μια συλλογή οικολογικής υποβρύχιας σύγχρονης τέχνης διά χειρός του Βρετανού γλύπτη Jason deCaires Taylor.
Το υποβρύχιο πάρκο, που άνοιξε τις πύλες του τον Μάιο του 2006, αποτελεί ουσιαστικά το πρώτο υποβρύχιο πάρκο γλυπτικής του κόσμου. Βρίσκεται στον αμμώδη πυθμένα του ωκεανού στον άγονο κόλπο Molinere. Περισσότερα από 65 γλυπτά, κατασκευασμένα από μπετόν, τα οποία καλύπτουν έκταση άνω των 800 τετραγωνικών μέτρων και συνολικά ζυγίζουν περίπου 15 τόνους σε ξηρό τσιμέντο κοσμούν τον βυθό της περιοχής. Πρόσφατα, μάλιστα, ένας ντόπιος καλλιτέχνης πρόσθεσε νέα έργα στο πάρκο γλυπτικής.
Τα γλυπτά αποτελούνται από ποικίλες φιγούρες, που απεικονίζουν κυρίως ανθρώπινες μορφές σε διαφορετικές φάσεις της ζωής τους, από μοναχικά άτομα, μέχρι μία ομάδα παιδιών που κρατούνται χέρι – χέρι, κοιτώντας προς τον απέραντο ωκεανό.
Στόχος του Taylor ήταν να προσελκύσει τους ντόπιους να ανακαλύψουν το υποβρύχιο περιβάλλον της περιοχής, αξιοποιώντας τα έργα του, τα οποία είναι εμπνευσμένα από σκηνές της ζωής των ανθρώπων της τοπικής κοινότητας.
Μετά το άνοιγμα του πάρκου στο κοινό, ακούστηκε ότι ενδεχομένως πρόθεση της κατασκευής του εν λόγω πάρκου ήταν να αφιερωθεί στους σκλάβους που «θυσίασαν», ρίχνοντάς τους στην θάλασσα, στο Middle Passage, οι συμμετέχοντες στο ταξίδι που ξεκίνησε από την Δυτική Αφρική, με προορισμό την Αμερική. Ο καλλιτέχνης, μάλιστα, τοποθετήθηκε επ’ αυτού, λέγοντας: «Δεν ήταν ποτέ η πρόθεσή μου να έχω καμία σχέση με το Middle Passage. Αν και δεν ήταν η πρόθεσή μου από την αρχή, μου αρέσει πολύ το πώς αντηχεί διαφορετικά σε διάφορες κοινότητες και πιστεύω ότι λειτουργεί ως έργο τέχνης που αμφισβητεί την ταυτότητά μας, την ιστορία μας και δίνει τροφή για συζήτηση».
Ιδιαίτερα αξιόλογο στοιχείο, μάλιστα, είναι ότι ο ρόλος του δεν είναι απλώς διακοσμητικός, ούτε αποκλειστικά πολιτιστικού ενδιαφέροντος, αλλά αντίθετα φέρει επίσης έναν σπουδαίο λειτουργικό και περιβαλλοντικό ρόλο.
Πιο συγκεκριμένα, το πάρκο λειτουργεί ως σημαντικό βοήθημα για την ανακούφιση της πίεσης που ασκείται στους φυσικούς υφάλους, οι οποίοι προσελκύουν πολλούς λάτρεις των θαλάσσιων δραστηριοτήτων, ιδιαίτερα στον κοντινό κόλπο Flamingo, τον πιο δημοφιλή προορισμό για κολύμβηση με αναπνευστήρα στο νησί.
Ο κοραλλιογενής ύφαλος γύρω από τη Γρενάδα υπέστη ζημιά από τον τυφώνα Ivan το 2004 και την Emily το 2005. Έχει διαπιστωθεί, επιπλέον, ότι μόνο το 10-15% του βυθού έχει αρκετά στερεό υπόστρωμα για να αναπτυχθούν οι φυσικοί ύφαλοι, ενώ μπορεί να χρειαστούν 10 έως 80 χρόνια για την ανάπτυξη σκληρών κοραλλιών. Την ίδια στιγμή, προβλέπεται ότι έως και το 60% των φυσικών κοραλλιογενών υφάλων θα έχουν εξαντληθεί έως το 2050.
Τα γλυπτά έχουν σχεδιαστεί για να προάγουν την ανάπτυξη κοραλλιών, χρησιμοποιώντας τεχνικές για τη μείωση του pH του τσιμέντου. Αυτό ενθαρρύνει τους πολύποδες κοραλλιών να προσκολληθούν στην επιφάνεια και τελικά η δομή γίνεται καταφύγιο για μικρές θαλάσσιες ζωές. Με την πάροδο του χρόνου, τα κοράλλια θα αλλάξουν μορφή και οι παλίρροιες θα ενισχύσουν την υφή που εφαρμόζεται, φέρνοντας μαζί τους νέους κατοίκους. Ήδη, τα γλυπτά του Taylor έχουν αποδειχθεί ότι είναι ένα φιλόξενο σπίτι σε μια σειρά υδρόβιων ζωών, συμπεριλαμβανομένων παπαγάλων, γαρίδων, κοραλλιών και θαλάσσιων σκουληκιών.
Τα έργα επιδιώκουν την ανακούφιση των κοραλλιογενών υφάλων από την φθορά που έχουν υποστεί εξαιτίας του ανθρώπινου παράγοντα, ανακατευθύνοντας τους δύτες και τους κολυμβητές με αναπνευστήρα μακριά από τους φυσικούς υφάλους, για να υποστηρίξουν την ευκαιρία για επισκευή και αναγέννηση.
Σε ένα άρθρο στο περιοδικό Symposium, μάλιστα, ο Taylor είχε αναφέρει ότι «η υποβρύχια γκαλερί γλυπτικής είναι ένα έργο που στοχεύει στη δημιουργία ενός μοναδικού χώρου, που αναδεικνύει τις περιβαλλοντικές διαδικασίες και διερευνά τις πολύπλοκες σχέσεις μεταξύ της τέχνης και του περιβάλλοντος. Αυτό το μοναδικό έργο θα προσφέρει μια ασύγκριτη ευκαιρία να εξερευνήσουμε ένα δυναμικό θαλασσινό τοπίο και να εκτιμήσουμε την ομορφιά και την ποικιλομορφία του νησιού».
Μερικά από τα πιο αξιοσημείωτα γλυπτά που υπάρχουν στον βυθό της Γρενάδα είναι:
Το Grace Reef, που εγκαταστάθηκε το 2006 σε βάθος 12 ποδιών. Η εγκατάσταση αποτελείται από 16 τσιμεντένια αγάλματα, σχηματισμένα από το σώμα μιας ντόπιας γυναίκας και τοποθετημένα έτσι, που να «ξαπλώνουν» στον πυθμένα της θάλασσας. Περί τους 14 μήνες αφότου τοποθετήθηκαν εκεί, οι φιγούρες είχαν ήδη αρχίσει να αναδιαμορφώνονται, με την παρουσία θαλάσσιας ζωής να κατοικεί πλέον εκεί.
Το Lost Correspondent εγκαταστάθηκε το 2006 σε βάθος 22 ποδιών. Πρόκειται για μία μοναχική τσιμεντένια φιγούρα, που κάθεται σε ένα γραφείο, και έχει μπροστά της μία γραφομηχανή. Πάνω στο γραφείο είναι επίσης τοποθετημένη μία σειρά από επιλεγμένα άρθρα εφημερίδων, που χρονολογούνται από τη δεκαετία του 1970. Πολλά από αυτά, μάλιστα, φαίνεται να φέρουν πολιτική σημασία, καθώς έχουν αναφορές στην Κουβανική παράταξη πριν την επανάσταση.
Το Unstill Life, που εγκαταστάθηκε το 2006 σε βάθος 25 ποδιών, είναι μια κλασική καλλιτεχνική απεικόνιση της νεκρής φύσης, έχοντας αξιοποιήσει απλά σύγχρονα καθημερινά αντικείμενα, όπως ένα τραπέζι, ένα βάζο και ένα μπολ με φρούτα. Η μορφή του εν λόγω γλυπτού παρουσιάζει ταχύτατη αναδιαμόρφωση εξαιτίας της εμφάνισης υποθαλάσσιας ζωής σε αυτό.
Το Vicissitudes, εγκαταστάθηκε το 2007 σε βάθος 14 ποδιών και αποτελεί ίσως την πιο αναγνωρισμένη δουλεία του Taylor στο πάρκο. Πρόκειται για έναν δακτύλιο, αποτελούμενο από 26 μορφές παιδιών, που στέκονται όρθια, κρατώντας χέρια. Οι μορφές είναι κατασκευασμένες έτσι ώστε να κοιτούν προς τα έξω, ατενίζοντας τον ωκεανό. Αξίζει να σημειωθεί ότι η κατασκευή του εν λόγω γλυπτού χρειάστηκε 6 ολόκληρους μήνες για να ολοκληρωθεί. Το επιβλητικό γλυπτό ζυγίζει 15 τόνους σε ξηρό τσιμέντο και κατασκευάστηκε έτσι ώστε να αντέχει σε ισχυρά ρεύματα και παλιρροιακή κίνηση. Το δαχτυλίδι των παιδιών συμβολίζει την έννοια του συνεχιζόμενου κύκλου της ζωής και τονίζει τη σημασία της δημιουργίας ενός βιώσιμου και καλά διαχειριζόμενου περιβάλλοντος για τις μελλοντικές γενιές, με αναφορά στην ικανότητα των παιδιών να προσαρμόζονται στο περιβάλλον τους.
Το Fall From Grace, που εγκαταστάθηκε το 2007 σε βάθος 21 ποδιών, είναι μια ανδρική φιγούρα αληθινού μεγέθους, που οδηγεί ένα ποδήλατο. Μετά από 8 μήνες στον ωκεανό, η υδρόβια ζωή το έκανε ήδη σπίτι της.
Τέλος, το Tam CC Project εγκαταστάθηκε το 2007 σε βάθος 6 ποδιών. Πρόκειται για μία σύνθεση 18 τσιμεντένιων κεφαλών, στερεωμένων σε έναν βράχο σε ρηχά νερά. Οι μορφές των γλυπτών αυτών είναι εμπνευσμένες από πρόσωπα μαθητών από το T. A. Marryshow Community College της Γρενάδα.
Αξίζει να σημειωθεί ότι, καθότι το πρώτο στην κατηγορία του, το υποβρύχιο αυτό έργο πήρε γρήγορα μεγάλες διαστάσεις, έγινε γνωστό σε όλο τον πλανήτη, με τον Taylor να τυγχάνει παγκόσμιας αναγνώρισης και καλλιτεχνικού σεβασμού.
Το έργο έχει αναγνωριστεί από το National Geographic ως ένα από τα 25 θαύματα του σύγχρονου κόσμου και συνέβαλε ώστε οι τοπικές αρχές να κηρύξουν την περιοχή ως Προστατευόμενη.
Το πάρκο γλυπτικής είναι προσβάσιμο μέσω πλοίου από το κύριο λιμάνι του St. Georges ή το Grand Anse Bay στη δυτική ακτή. Τα γλυπτά βρίσκονται σε διάφορα βάθη νερού, με μέγιστο όριο τα 12 μέτρα, ενώ το πάρκο είναι επισκέψιμο καθημερινά από καταδύτες, κολυμβητές με αναπνευστήρα και καράβια με γυάλινο πάτο, που επιτρέπουν στους επιβάτες τους να απολαμβάνουν την θέα του βυθού.
USAT Liberty, Μπαλί, Ινδονησία
Το USAT Liberty ήταν ένα φορτηγό πλοίο του Στρατού των Ηνωμένων Πολιτειών που τορπιλίστηκε από το ιαπωνικό υποβρύχιο I-166 τον Ιανουάριο του 1942 και προσάραξε στο νησί του Μπαλί, στην Ινδονησία. Είχε κατασκευαστεί ως πλοίο Design 1037 για το Ναυτιλιακό Συμβούλιο των Ηνωμένων Πολιτειών στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, στον οποίο και υπηρέτησε ως USS Liberty (ID-3461), εξυπηρετώντας την μεταφορά ζώων.
Είναι επίσης γνωστό καθώς ήταν το πρώτο πλοίο που κατασκευάστηκε στο Federal Shipbuilding, στο Kearny του New Jersey. Το 1963, μια ηφαιστειακή έκρηξη που έλαβε χώρα στο Μπαλί είχε ως αποτέλεσμα το πλοίο να απομακρυνθεί από την παραλία, με αποτέλεσμα να βρεθεί τελικά στον βυθό του νησιού. Σήμερα, το ναυάγιο του Liberty είναι πλέον ένας δημοφιλής χώρος κατάδυσης.
Το Liberty ξεκίνησε στις 19 Ιουνίου 1918 από την Ομοσπονδιακή Ναυπηγική Εταιρεία στο Kearny του New Jersey. Αποκτήθηκε από το Ναυτικό των Ηνωμένων Πολιτειών στις 7 Οκτωβρίου 1918 και τέθηκε σε αποστολή την ίδια κιόλας μέρα, υπό την ηγεσία του Υπολοχαγού Charles Longbottom. Όταν, αργότερα, εκχωρήθηκε στην Υπηρεσία Ναυτικών Υπερπόντιων Μεταφορών, το Liberty αναχώρησε από το ναυπηγείο της Νέας Υόρκης, στις 24 Οκτωβρίου 1918, φτάνοντας στο Brest της Γαλλίας στις 8 Νοεμβρίου, με ένα γεμάτο φορτίο από άλογα.
Κατά τους επόμενους 6 μήνες, το Liberty πραγματοποίησε δύο επιπλέον δρομολόγια από τη Νέα Υόρκη στη Γαλλία, έχοντας και στις δύο περιπτώσεις την αποστολή να μεταφέρει ζώα και γενικό φορτίο στα γαλλικά λιμάνια.
Στις 30 Απριλίου 1919, φορτωμένο με 436 τόνους φορτίου του αμερικανικού στρατού και 2.072 τόνους χαλύβδινων σιδηροτροχιών, το Liberty έφτασε στο Newport της Virginia, έχοντας πραγματοποιήσει το τελευταίο της δρομολόγιο. Παροπλίστηκε εκεί στις 7 Μαΐου και στη συνέχεια επέστρεψε στην Αμερικανική Ναυτιλιακή Επιτροπή.
Στις 20 Οκτωβρίου 1929, το Liberty συγκρούστηκε με το γαλλικό ρυμουλκό Dogue στη Χάβρη της Γαλλίας. To Dogue, καταστράφηκε, με αποτέλεσμα δύο μέλη του πληρώματος να χάσουν τη ζωή τους.
Μερικά χρόνια αργότερα, στις 23 Νοεμβρίου 1933, το Liberty συγκρούστηκε με το αμερικανικό φορτηγό πλοίο Ohioan στο κανάλι Ambrose. Μετά τη σύγκρουση, το Ohioan προσάραξε κοντά στο West Bank Light.
Μέχρι το 1939, το Liberty, αν και ανήκε στην Αμερικανική Ναυτιλιακή Επιτροπή (διάδοχος του USSB), απασχολούνταν από την Southgate-Nelson Corporation του Norfolk της Virginia.
Η Southgate-Nelson ήταν ο διαχειριστής πολλών γραμμών πακέτων, συμπεριλαμβανομένων των American Hampton Roads Line, Yankee Line και Oriole Lines. Ωστόσο, τα ιστορικά στοιχεία δεν έχουν αποκαλύψει για ποιες από αυτές τις υπηρεσίες έπλευσε το Liberty. Τον Νοέμβριο του 1940, το Liberty ήταν ένα από τα δέκα πλοία που πήρε ο στρατός των Ηνωμένων Πολιτειών για αμυντικές υπηρεσίες.
Κατά την είσοδο των Ηνωμένων Πολιτειών στον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, τον Δεκέμβριο του 1941, το USAT Liberty βρισκόταν στον Ειρηνικό Ωκεανό. Τον Ιανουάριο του 1942, το πλοίο κατευθυνόταν από την Αυστραλία προς τις Φιλιππίνες, με φορτίο σιδηροδρομικών ανταλλακτικών και ελαστικού.
Στις 11 Ιανουαρίου, το Liberty τορπιλίζεται από το ιαπωνικό υποβρύχιο I-166, περίπου 10 ναυτικά μίλια (19 χλμ.) νοτιοδυτικά του Στενού της Lombok. Δύο πλοία, το αμερικανικό Paul Jones και το ολλανδικό Van Ghent ρυμούλκησαν το κατεστραμμένο πλοίο και επιχείρησαν να φτάσουν στο λιμάνι Celukan bawang, στο Singaraja, το ολλανδικό λιμάνι και διοικητικό κέντρο για τα νησιά Lesser Sunda, στη βόρεια ακτή του Μπαλί. Ωστόσο, το τορπιλισμένο πλοίο έπαιρνε πάρα πολύ νερό και έτσι προσάραξε στην ανατολική ακτή του Μπαλί στο Tulamben, ώστε να μπορέσουν να σωθούν τα φορτία και τα εξαρτήματα.
Το 1963, μία δυνατή έκρηξη στο όρος Agung θα «σπρώξει» το πλοίο από την παραλία, με αποτέλεσμα να γλιστρήσει προς την θάλασσα και, τελικά, να βυθιστεί σε μια πλαγιά με άμμο, σε νερό βάθους 7,6 έως 30,5 μέτρων. Το ναυάγιο της Liberty βρίσκεται περίπου 30 μέτρα μακριά από το Tulamben του Μπαλί. Το υψηλότερο σημείο του ναυαγίου βρίσκεται σε βάθος περίπου 5 μέτρων και το χαμηλότερο σημείο βρίσκεται περίπου 30 μέτρα από την επιφάνεια του νερού.
Το αποτέλεσμα αυτής της πορείας του Liberty είναι σήμερα το σημείο όπου είναι βυθισμένο το πλοίο να αποτελεί ένα από τα δημοφιλέστερα υποβρύχια αξιοθέατα του κόσμου. Το εν λόγω ναυάγιο αποτελεί ένα υπέροχο δείγμα του τρόπου με τον οποίο η φύση δημιουργεί τη ζωή παντού, ακόμη και σε αντικείμενα που δημιουργήθηκαν για να σκορπούν τον θάνατο. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι αξιοσημείωτοι είναι οι σχηματισμοί κοραλλιών που έχουν δημιουργηθεί πάνω στα όπλα του ναυαγίου.
Ο Χριστός της Αβύσσου, San Fruttuoso, Ιταλία
Ίσως το πιο διάσημο παγκοσμίως υποβρύχιο αξιοθέατο είναι αυτό που βρίσκεται στον βυθό του San Fruttuoso, στην Ιταλία. Πρόκειται για ένα υπερμεγέθες χάλκινο άγαλμα, που αναπαριστά τον Ιησού Χριστό και είναι τοποθετημένο στην δική μας Μεσόγειο θάλασσα και πιο συγκεκριμένα ανάμεσα στο χωριό Camogli και στο χωριό Portofino της Ιταλικής Ριβιέρας.
Αξίζει να σημειωθεί ότι ποικίλα άλλα καλούπια του αγάλματος βρίσκονται σε άλλα μέρη παγκοσμίως, κάτω από το νερό, αλλά και σε εκκλησίες και μουσεία.
Το άγαλμα δημιουργήθηκε από τον Guido Galleti, εμπνευσμένο από μια ιδέα ενός Ιταλού δύτη, του Duilio Marcante. Το άγαλμα τοποθετήθηκε κοντά στο σημείο όπου ο Dario Gonzatti, ο πρώτος Ιταλός που χρησιμοποίησε SCUBA gear, πέθανε το 1947. Απεικονίζει τον Χριστό να προσφέρει ευλογία ειρήνης, με το κεφάλι Του και τα χέρια Του στραμμένα προς τον ουρανό.
Λόγω αύξησης της ποσότητας της διάβρωσης και της ανάπτυξης των καρκινοειδών, το άγαλμα αφαιρέθηκε από το νερό, με σκοπό να γίνουν σε αυτό εργασίες συντήρησης. Επέστρεψε στη θέση του το 2003. Αργότερα, όμως, το άγαλμα υπέστη μία ζημιά και συγκεκριμένα στο ένα χέρι, όταν η άγκυρα ενός πλοίου μπλέχτηκε σε αυτό και το απέκοψε από τον κορμό. Η ζημιά αποκαταστάθηκε και το άγαλμα επέστρεψε στο νερό, με καινούρια, μάλιστα, βάση στις 17 Ιουλίου του 2004.
Ένα δεύτερο χάλκινο άγαλμα από το ίδιο καλούπι υπάρχει στην ξηρά του Αγίου Γεωργίου, στη Γρενάδα. Αυτό αποτελεί δώρο από το Ναυτικό της Γένοβας για την βοήθεια που προσφέρθηκε, με σκοπό τη διάσωση του πληρώματος του ιταλικού σκάφους Bianca C, το οποίο καταστράφηκε από φωτιά στο λιμάνι του Αγίου Γεωργίου. Το άγαλμα τοποθετήθηκε κάτω από το νερό στις 22 Οκτωβρίου το 1961.
Ένα τρίτο χάλκινο άγαλμα από το αυθεντικό καλούπι παρουσιάστηκε στην Υποθαλάσσια Κοινωνία της Αμερικής (Underwater Society of America) στη Νέα Υόρκη, το 1962. Στις 25 Αυγούστου 1965, τοποθετήθηκε γύρω από το Dry Rocks, περίπου 6 μίλια ανατολικά από το Key Largo στο John Pennekamp Coral Reef State Park. Καθώς το άγαλμα ζυγίζει περίπου 260 κιλά, η τσιμεντένια βάση στην οποία είναι συνδεδεμένο ζυγίζει 9 τόνους. Το εν λόγω άγαλμα εκτίθεται τώρα με αντικατεστημένα χέρια στο Εθνικό Μουσείο Υποθαλάσσιων Δραστηριοτήτων στη Ραβένα της Ιταλίας.
MUSA, Κανκούν, Μεξικό
Το υποβρύχιο μουσείο του Κανκούν στο Μεξικό είναι ένας μη κερδοσκοπικός οργανισμός, αφιερωμένος στην τέχνη της διατήρησης. Το μουσείο αποτελείται συνολικά από τον εντυπωσιακό αριθμό των 500 γλυπτών, τα περισσότερα από τα οποία οφείλονται στον Βρετανό γλύπτη Jason deCaires Taylor. Επιπλέον, το υποβρύχιο μουσείο φιλοξενεί έργα από 5 Μεξικάνους γλύπτες.
Το μουσείο αποτελείται από 3 διαφορετικές γκαλερί, βυθισμένες μεταξύ 3 και 6 μέτρων, βαθιά στο Εθνικό Θαλάσσιο Πάρκο του Κανκούν.
Το μουσείο μελετήθηκε από τον διευθυντή του θαλάσσιου πάρκου Jaime Gonzalez Canto, ο οποίος θέλησε, με τη βοήθεια του Taylor, να δημιουργήσει έναν εναλλακτικό προορισμό για δύτες, με στόχο τη διάσωση των κοντινών κοραλλιογενών υφάλων. Το μουσείο υποδέχεται κόσμο από τον Νοέμβριο του 2010.
Στις αρχές του 2008, οι Jaime Gonzalez Canto και Jason deCaires Taylor άρχισαν να δημιουργούν τα σχέδια για ένα υποβρύχιο μουσείο, που θα μπορούσε να διαμορφωθεί από τη φύση σε κοραλλιογενή ύφαλο.
Ο Δρ. Jaime González Miki, διευθυντής του Εθνικού Πάρκου Costa Occidental Isla Mujeres, Punta Cancún και Punta Nizuc, είδε ότι οι φυσικοί κοραλλιογενείς ύφαλοι υπέστησαν ζημιές από τουρίστες, άγκυρες και δύτες.
Συγκεκριμένα, τις περισσότερες ζημιές έχει υποστεί ο μεγαλύτερος κοραλλιογενής ύφαλος στο Κανκούν, ο Manchones Reef, καθώς είναι ο πιο συχνά επισκεπτόμενος από δύτες και κολυμβητές με αναπνευστήρα.
Στις αρχές του 2005, ο González Canto πρότεινε στον τότε Πρόεδρο της Ναυτικής Ένωσης του Κανκούν, Roberto Díaz Abraham, την ιδέα να μεταφερθούν οι κολυμβητές με αναπνευστήρα και δύτες σε μια περιοχή όπου είχαν τοποθετηθεί συγκεκριμένοι ύφαλοι με μερικά κοράλλια, για να τους απομακρύνει από τον ύφαλο Manchones.
Tον Ιανουάριο του 2008, ο Díaz Abraham αποχώρησε από το project, πιστεύοντας ότι θα χρειαστούν πολλά ακόμη χρόνια για να αναπτυχθούν οι τεχνητοί κοραλλιογενείς κήποι και να γίνουν αξιοθέατο. Ωστόσο, ο González Canto επέμεινε και η επιμονή του τον δικαίωσε, όπως αποδείχθηκε. Συνεχίζοντας την έρευνα για τους τεχνητούς υφάλους, συνάντησε τον Taylor, ο οποίος στο μεταξύ είχε δημιουργήσει τα υποβρύχια γλυπτά για τη δημιουργία τεχνητών υφάλων στη Γρενάδα.
Ο Roberto Diaz Abraham συμφώνησε με τον Taylor να δημιουργήσουν ένα υποβρύχιο μουσείο γλυπτικής. Η MUSA «γεννήθηκε» και ο Taylor ανέλαβε να κάνει την αρχική δουλειά, εγκαθιστώντας σχεδόν 500 γλυπτά.
Τα 4 πρώτα γλυπτά τοποθετήθηκαν υποβρύχια τον Νοέμβριο του 2009 και τα περισσότερα από τα Taylor’s Silent Evolution είχαν εγκατασταθεί μέχρι το τέλος του 2010. Ο Taylor, μάλιστα, φύτεψε κομμάτια κοραλλιών από κατεστραμμένους υφάλους σε μερικά από αυτά.
Το μουσείο άνοιξε επίσημα στις 27 Νοεμβρίου 2010, λίγο πριν από την έναρξη της Συνόδου Κορυφής του Κανκούν για το Κλίμα. Τον Μάρτιο του 2011, μια νέα εγκατάσταση του Taylor, με τίτλο «Τι έχουμε κάνει;» παρουσιάστηκε στην Punta Nizuc.
Μέχρι το τέλος του 2013, δηλαδή 5 χρόνια μετά την ίδρυση του MUSA, 500 γλυπτά από τσιμέντο είχαν τοποθετηθεί στον πυθμένα του ωκεανού. Εξ αυτών, 487 δημιουργήθηκαν από τον Taylor και τα υπόλοιπα από 5 Μεξικάνους καλλιτέχνες. 477 εκτίθενται στη γκαλερί Manchones και 23 στη γκαλερί Nizuc. Επιπλέον, 26 αντίγραφα και ένα πρωτότυπο βρίσκονται σε ένα κέντρο επισκεπτών στην πλατεία Plaza Kukulcán, ένα εμπορικό κέντρο στη ξενοδοχειακή ζώνη του Κανκούν.
Το έργο της μεταφοράς των γλυπτών στον προορισμό τους, στον βυθό του Κανκούν, ήταν μία τιτάνια επιχείρηση. Για να τοποθετήσει τα αγάλματα στον πυθμένα του ωκεανού, ο Taylor χρησιμοποίησε έναν ειδικό ανελκυστήρα, εξασφαλίζοντας έτσι ότι κανένα από αυτά δεν θα υποστεί ζημία κατά τη διάρκεια της μεταφοράς.
Ειδικότερα, ένας γερανός 40 τόνων τοποθετήθηκε σε ένα εμπορικό πλοίο για να κατεβάσει τα γλυπτά. Όλα τα έργα που βρίσκονται εκεί είναι κατασκευασμένα από θαλάσσιο σκυρόδεμα, ουδέτερο ως προς το ρΗ, φτιαγμένα με τη βοήθεια αξιωματούχων του θαλάσσιου πάρκου και του Ναυτικού Συνδέσμου του Κανκούν. Τα αγάλματα έχουν επίσης τρύπες μέσα τους, οι οποίες επιτρέπουν στη θαλάσσια άγρια ζωή να αποικίσει και να τροφοδοτήσει την ανάπτυξη κοραλλιών.
Τα γλυπτά δημιουργήθηκαν φυσικά πάνω από το έδαφος, γι’ αυτό και, προτού κατέβουν στον βυθό, πέρασαν από μία ειδική διαδικασία καθαρισμού, ώστε να εξασφαλιστεί ότι δεν φέρουν πάνω τους χημικά ικανά να βλάψουν το νερό, τα ζώα ή τον ύφαλο.
Το «The Silent Evolution» του Jason deCaires Taylor αποτελείται από περισσότερες από 400 ανθρώπινες μορφές, που απεικονίζονται να αλληλεπιδρούν με το περιβάλλον γύρω τους, με θετικό και αρνητικό αντίκτυπο. Στόχος του έργου είναι να αναδείξει το πώς οι άνθρωποι μπορούν να ζήσουν στη φύση, δημιουργώντας ένα λειτουργικό μέλλον μεταξύ των δύο, αλλά ταυτόχρονα και πώς έχουν καταστρέψει τη φύση -ειδικά τους κοραλλιογενείς υφάλους- και δεν είναι αρκετά ευαισθητοποιημένοι σε περιβαλλοντικά ζητήματα.
Τα αγάλματα στο The Silent Evolution δείχνουν πώς μερικοί άνθρωποι βλέπουν το περιβάλλον τους και το αγκαλιάζουν, ενώ άλλοι κρύβουν τα πρόσωπά τους, αδιαφορώντας για τον κόσμο γύρω τους. Κάθε άγαλμα έχει κατασκευαστεί με τρόπο που να μοιάζει με μέλη μιας τοπικής αλιευτικής κοινότητας όπου ζει ο Taylor. Κάθε άγαλμα έχει τη δική του προσωπικότητα και τα δικά του, ιδιαίτερα χαρακτηριστικά. Ο Taylor, μάλιστα, επιβεβαίωσε ότι κάθε λεπτομέρεια, από τα μαλλιά, μέχρι τα ρούχα των αγαλμάτων, είναι ακριβής.
Ανάμεσα στα γλυπτά αυτά, ξεχωρίζει ιδιαίτερα εκείνο που απεικονίζει ένα μικρό κορίτσι, που κοιτά ψηλά, προς την επιφάνεια της θάλασσας, έχοντας ένα αχνό χαμόγελο στο πρόσωπό του. Από την άλλη, 6 επιχειρηματίες έχουν το κεφάλι τους στραμμένο προς την άμμο, δείχνοντας να μην προσέχουν για το περιβάλλον γύρω τους. Μία άλλη μορφή, ένας άντρας πίσω από ένα γραφείο, με τον σκύλο του ξαπλωμένο δίπλα, φαίνεται κουρασμένος και αδιάφορος για τα περιβαλλοντικά ζητήματα.
Σημειώνεται ότι ο Taylor χρειάστηκε 18 μήνες και 120 ώρες υποβρύχιας εργασίας για να ολοκληρώσει αυτό το επιβλητικό και αξιέπαινο έργο. Για το σύνολο των γλυπτών, ο καλλιτέχνης χρησιμοποίησε 120 τόνους σκυροδέματος, άμμου και χαλικιού, 3.800μ. υαλοβάμβακα και 400 κιλά σιλικόνης.
Αξίζει να σημειωθεί ότι μόνο το 2013, έτος κατά το οποίο ολοκληρώθηκε το έργο του υποθαλάσσιου πάρκου, το MUSA δέχθηκε περισσότερους από 100.000 επισκέπτες.
Ενδιαφέρον στοιχείο αποτελεί ότι το MUSA δεν είναι ακόμη ένα ολοκληρωμένο έργο, αλλά μία εξελισσόμενη πρωτοβουλία. Συγκεκριμένα, έχει λάβει άδεια να βυθίσει 1.200 κατασκευές σε 10 διαφορετικές περιοχές εντός του Εθνικού Θαλάσσιου Πάρκου. Μέχρι τώρα, έχουν αναπτυχθεί μόνο δύο, ο ύφαλος Manchones με 477 γλυπτά και η Πούντα Νίζουκ με 23 κατασκευές. Μια νέα εγκατάσταση από τον Κουβανό γλύπτη Elier Amado Gil με τον τίτλο Blessings, πρόκειται να τοποθετηθεί σε μια νέα γκαλερί του χώρου, που θα ονομάζεται Chitales.
Οι ενδιαφερόμενοι μπορούν να προσεγγίσουν αυτά τα υποβρύχια αξιοθέατα κάνοντας snorkelling ή να τα θαυμάσουν μέσα από μία βόλτα σε σκάφος με γυάλινο πάτο.
Chuuk Lagoon, Μικρονησία
Η Chuuk Lagoon, παλαιότερα γνωστή ως Truk Attol είναι μία ατόλη στην μέση του Ειρηνικού Ωκεανού. Η ατόλη ανήκει στο κράτος Chuuk, ένα από τα 4 νησιωτικά κράτη που απαρτίζουν τις Ομοσπονδιακές Πολιτείες της Μικρονησίας (FSM), μιας χώρας του Βόρειου Ειρηνικού, που αποτελεί μέρος των Νήσων Μαριάνα. Αξίζει να σημειωθεί ότι το FSM είναι μία από τις χώρες με τις λιγότερες επισκέψεις στον κόσμο.
Όσοι έχουν ακούσει για το Chuuk, το γνωρίζουν κυρίως λόγω του ρόλου που διαδραμάτισε στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Ο κομβικός γεωγραφικός του ρόλος κατά τη διάρκεια του πολέμου είχε ως αποτέλεσμα να λάβουν χώρα εκεί γεγονότα, που σήμερα έχουν «χαρίσει» στον βυθό της ατόλης ένα μεγάλο ναυάγιο. Τα ευρήματα στην Chuuk Lagoon αποδίδονται κυρίως στην αιματηρή επιχείρηση Hailstone, που έλαβε χώρα στο σημείο.
Η πρόσφατη ιστορία του Chuuk είναι αιματηρή, τραγική και κακόφημη. Ως το κεντρικό στάδιο της Επιχείρησης Hailstone, η επίθεση των ΗΠΑ το 1944 στον ιαπωνικό στόλο που βρισκόταν στη λιμνοθάλασσα Chuuk έχει γεμίσει τα νερά αυτού του ειρηνικού έθνους με τα απομεινάρια μίας θανατηφόρας επίθεσης.
Το Chuuk ήταν το σημαντικότερο κέντρο των επιχειρήσεων του στόλου του Ιαπωνικού Ναυτικού στον Ειρηνικό κατά τη διάρκεια του Β ‘Παγκοσμίου Πολέμου. Ήταν επίσης το μεγαλύτερο ναυτικό σημείο έξω από την ηπειρωτική Ιαπωνία. Οι υπόλοιπες διεθνείς δυνάμεις γνώριζαν ελάχιστα πράγματα για την περιοχή, γι’ αυτό και οι Ιάπωνες πίστευαν ότι ήταν ένα ασφαλές αγκυροβόλι για τα πολλά αεροσκάφη και τα πλοία του Συνδυασμένου Στόλου.
Το Truk Lagoon θεωρήθηκε το πιο τρομερό από όλα τα ιαπωνικά οχυρά στον Ειρηνικό. Στα διάφορα νησιά, το Ιαπωνικό Τμήμα Πολιτικών Μηχανικών και το Ναυτικό Τμήμα είχαν κατασκευάσει δρόμους, τάφρους, αποθήκες και σπήλαια. Κατά τη διάρκεια του πολέμου κατασκευάστηκαν πέντε αεροδρόμια, βάσεις υδροπλάνων, σταθμός τορπιλών, υποβρύχια συνεργεία, κέντρο επικοινωνίας και σταθμός ραντάρ. Η προστασία αυτών των διαφόρων εγκαταστάσεων ήταν όπλα παράκτιας άμυνας και τοποθετήσεις κονιαμάτων. Η ιαπωνική φρουρά αποτελούνταν από 27.856 άντρες IJN.
Ένα σημαντικό τμήμα του ιαπωνικού στόλου εδρεύει στο Truk, με το διοικητικό του κέντρο στον Tonoas (νότια του Weno). Στη λιμνοθάλασσα προσάραζαν τα θωρηκτά του αυτοκρατορικού ιαπωνικού ναυτικού, αεροπλανοφόρα, κρουαζιερόπλοια, καταστροφικά πλοία, δεξαμενόπλοια, φορτηγά πλοία, ρυμουλκά, πυροβόλα, ορυχεία ναρκών, προσγειωτικά σκάφη και υποβρύχια.
Το εύρος και η έκταση της παρουσίας του ιαπωνικού ναυτικού στην περιοχή ήταν αβέβαιη, μέχρι που ένα ζευγάρι αμερικανικών αεροσκαφών αναγνώρισης, που απογειώθηκαν από τα πρόσφατα κατακτημένα Νησιά Μάρσαλ συγκέντρωσε στοιχεία το 1944.
Δεδομένου του μεγέθους του ιαπωνικού στόλου στο Chuuk που ανέφεραν τα αεροσκάφη αναγνώρισης, οι ΗΠΑ και οι Συμμαχικές Δυνάμεις αποφάσισαν ότι, για να διασφαλίσουν την υπεροχή τους στον Ειρηνικό, η λιμνοθάλασσα έπρεπε να δεχθεί επίθεση και ο στόλος να καταστραφεί.
Ο ναύαρχος R. Spruance αποφάσισε να επιτεθεί στον ιαπωνικό στόλο της περιοχής με πολλά θωρηκτά και άλλα πλοία υποστήριξης, που μπορούσαν να μεταφέρουν 500 αεροσκάφη, με στόχο την καταστροφή των διαδρόμων και όλων των πλοίων της περιοχής. Ήλπιζε ότι μερικά από τα εμβληματικά θωρηκτά του Combined Fleet ήταν επίσης τοποθετημένα εκεί.
Στο αποκορύφωμά της, η Ιαπωνία είχε 30.000 στρατεύματα στο Chuuk και τα δύο μεγαλύτερα θωρηκτά που κατασκευάστηκαν ποτέ βρίσκονταν εκεί. Μία εβδομάδα πριν από την Επιχείρηση Hailstone, όταν συνειδητοποίησε ότι τα αεροσκάφη αναγνώρισης είχαν ανακαλύψει τον ισχυρό στόλο τους, η Ιαπωνία μετέφερε τα θωρηκτά και ένα μεγάλο μέρος του Συνδυασμένου Στόλου στο Palau. Οι Συμμαχικές Δυνάμεις αναφέρονταν στο Chuuk ως το Γιβραλτάρ του Ειρηνικού ή το Pearl Harbor της Ιαπωνίας.
Στο διάλειμμα της 17ης Φεβρουαρίου 1944, οι αμερικανικοί αερομεταφορείς εκτόξευσαν πολλά αεροσκάφη F6F Hellcat στον εναέριο χώρο, για να εξασφαλίσουν καθαρούς ουρανούς. Η επίθεση έπληξε ανεπανόρθωτα τον ιαπωνικό στόλο, που λίγα μπορούσε να κάνει για να υπερασπιστεί τα πλοία του σε τόσο σύντομο χρόνο.
Κατά τη διάρκεια της διήμερης επιχείρησης, συνολικά 50 πλοία βυθίστηκαν. Παράλληλα, καταστράφηκαν 250 αεροσκάφη, πολλά σε διάφορα στάδια συναρμολόγησης, καθώς είχαν φτάσει σε κομμάτια, έχοντας μεταφερθεί ως εκεί σε φορτηγά πλοία. Οι ΗΠΑ έχασαν επίσης 25 αεροσκάφη, ενώ και 3 θωρηκτά υπέστησαν ζημιά, με αποτέλεσμα δεκάδες μέλη των πληρωμάτων τους να χάσουν τη ζωή τους.
Η επιχείρηση Hailstone ήταν το μεγαλύτερο εναέριο συντονισμένο «χτύπημα» στην ιστορία, με πάνω από 500 αεροπλάνα να συμμετέχουν σε αυτήν. Θεωρήθηκε, μάλιστα, μεγάλη επιτυχία για τις αμερικανικές δυνάμεις, καθώς κατάφερε σχεδόν να εξοντώσει την ιαπωνική παρουσία στο Chuuk, με τον ιαπωνικό στρατό να θεωρεί, έκτοτε, την στρατιωτική βάση εκτός λειτουργίας, αφού καταστράφηκαν ολοσχερώς και τα 4 αεροδρόμια, το Κέντρο Διοίκησης, το ναυπηγείο και η βάση υποβρυχίων της περιοχής.
Εκτός από τους πολλούς Ιάπωνες στρατιώτες που έχασαν τη ζωή τους κατά τη διάρκεια της επίθεσης, χιλιάδες εγκλωβίστηκαν στα νησιά, χωρίς γραμμές τροφοδοσίας από τη χώρα τους μετά την Επιχείρηση Hailstone και τις επακόλουθες επιθέσεις, με αποτέλεσμα να πεθάνουν από την πείνα.
Τελικά, η Ιαπωνική Διοίκηση παρέδωσε το Chuuk τον Σεπτέμβριο του 1944 και οι ΗΠΑ ανέλαβαν τον Νοέμβριο του 1944 και άρχισαν την ανοικοδόμηση. Τον Ιούνιο του 1945, οι αιματηρές μνήμες ξύπνησαν και πάλι, καθώς το Chuuk αποτέλεσε για δεύτερη φορά πεδίο μάχης, στην επιχείρηση Inmate, μίας πολύ μικρότερης βέβαια επίθεσης, που διεξήχθη από βρετανικές και καναδικές δυνάμεις.
Η επιχείρηση Hailstone θεωρήθηκε σημείο καμπής για το στάδιο όπου ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος εξελισσόταν στον Ειρηνικό, καθώς μείωσε την ικανότητα της Ιαπωνίας να παραμείνει στη μάχη.
Αρκετές δεκάδες πλοία, υποβρύχια, μεταφορείς, δεξαμενόπλοια, ιπτάμενα σκάφη, βομβαρδιστικά και αεροσκάφη εξακολουθούν να βρίσκονται στον πυθμένα του ωκεανού, ως επί το πλείστον ανέπαφα. Παρ’ όλο που η πλειονότητα των ανθρώπινων λειψάνων αφαιρέθηκαν στις αρχές της δεκαετίας του 2000 για ταφή από την ιαπωνική κυβέρνηση, ορισμένα θραύσματα οστών και κρανίων εξακολουθούν να βρίσκονται επίσης εδώ.
Η επιχείρηση Hailstone διήρκεσε τρεις ημέρες, καθώς τα αμερικανικά αεροπορικά αεροπλάνα βύθισαν 12 μικρότερα ιαπωνικά πολεμικά πλοία (ελαφριά κρουαζιερόπλοια, καταστροφικά και βοηθητικά) και 32 εμπορικά πλοία, καταστρέφοντας 275 αεροσκάφη, κυρίως στο έδαφος. Οι συνέπειες της επίθεσης κατέστησαν το Chuuk Lagoon «το μεγαλύτερο νεκροταφείο πλοίων στον κόσμο».
Πολλά χρόνια αργότερα και συγκεκριμένα το 1969, ο William A. Brown και ο Γάλλος ωκεανογράφος Jacques Cousteau με την ομάδα τους διεξήγαγαν έρευνες στην περιοχή του ναυαγίου. Ακολούθησε το τηλεοπτικό ντοκιμαντέρ του Cousteau σχετικά με τη λιμνοθάλασσα και τα φανταστικά της ερείπια, που δόθηκε στη δημοσιότητα το 1971, κάνοντας γνωστή σε όλο τον πλανήτη την πολεμική τραγωδία που διεξήχθη εκεί, αλλά και το εξαιρετικό ιστορικό ενδιαφέρον που υπάρχει σήμερα.
Έτσι, μοιραία, μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα, η ατόλη έγινε θέλγητρο καταδύσεων, προσελκύοντας λάτρεις των καταδυτικών ναυαγίων από όλο τον κόσμο, που φθάνουν ως εδώ για να θαυμάσουν από κοντά τα πολυάριθμα, σχεδόν άθικτα βυθισμένα πλοία της.
Τα ναυάγια και τα ερείπια αναφέρονται μερικές φορές ως «στόλος φάντασμα της λιμνοθάλασσας του Chuuk». Διασκορπισμένα κυρίως γύρω από τα νησιά Dublon, Eten, Fefan και Uman, ορισμένα κομμάτια του ναυαγίου βρίσκονται βυθισμένα στα κρυστάλλινα νερά σε βάθος λιγότερο από 15 μέτρα.
Όταν η θάλασσα στην περιοχή είναι ήρεμη, οι δύτες μπορούν εύκολα να κολυμπήσουν ανάμεσα στα καταστρώματα των πλοίων και να εξερευνήσουν τα βυθισμένα φορτία, αλλά και μερικά ανθρώπινα υπολείμματα που βρίσκονται εκεί έως σήμερα.
Στα τεράστια αποθέματα πλοίων βρίσκονται τα απομεινάρια μαχητικών αεροσκαφών, δεξαμενών, μπουλντόζων, σιδηροδρομικών αυτοκινήτων, μοτοσικλετών, τορπιλών, ναρκών, βομβών, κουτιών πυρομαχικών, ραδιοφώνων, καθώς και χιλιάδων άλλων όπλων, ανταλλακτικών και άλλων αντικειμένων.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει το ναυάγιο του υποβρυχίου I-169 Shinohara, που χάθηκε κατά την κατάδυση, ώστε να αποφευχθεί ο βομβαρδισμός. Το εν λόγω υποβρύχιο είχε συμμετάσχει, μάλιστα, στην επίθεση στο Pearl Harbor, τον Δεκέμβριο του 1941.
Neptune Memorial Reef, Key Biscayne, Φλόριντα, ΗΠΑ
Αν στόχος των Αμερικανών ήταν να κατασκευάσουν το πιο περίεργο υποβρύχιο αξιοθέατο του κόσμου, τότε σίγουρα το έχουν καταφέρει. Μόλις 5,2 χιλιόμετρα μακριά από την ακτή του Key Biscayne, στην Φλόριντα των Ηνωμένων Πολιτειών, θα συναντήσει κανείς το Neptune Memorial Reef.
Πρόκειται για μία υποβρύχια κατασκευή, που βρίσκεται σε βάθος 12 μέτρων και σχεδιάστηκε για να φιλοξενεί τους τάφους ανθρώπων, σε αυτό που ο δημιουργός συνέλαβε ως τον μεγαλύτερο τεχνητό ύφαλο στον κόσμο. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι το υποβρύχιο μαυσωλείο καλύπτει έκταση μεγαλύτερη από 56.000 τετραγωνικά μέτρα.
Η αρχική ιδέα για την κατασκευή αυτή αποδίδεται στον Gary Levine, ενώ σχεδιάστηκε από τον καλλιτέχνη Kim Brandell. Η ονομασία με την οποία έγινε αρχικά γνωστό αυτό το υποβρύχιο δημιούργημα ήταν Atlantis Reef Project ή Atlantis Reef. Από το 2012, το Reef καταλαμβάνει χώρο που ισοδυναμεί περίπου με μισό στρέμμα, έχει ωστόσο ήδη προγραμματιστεί η επέκτασή του στα 16 στρέμματα, έργο το οποίο βρίσκεται σε εξέλιξη.
Ο σχεδιασμός της υποβρύχιας «πόλης των νεκρών» περιλαμβάνει υποθαλάσσιους δρόμους, που οδηγούν σε ένα κεντρικό σημείο με παγκάκια και αγάλματα.
Το Neptune Memorial Reef αποτελεί ουσιαστικά έναν τόπο ταφής και σχεδιάστηκε για να υποδεχτεί ανθρώπους που έχουν φύγει από τη ζωή. Παρ’ ότι εκτιμάται ότι μπορεί να φιλοξενήσει έως και 850 τάφους, ο τελικός στόχος είναι να χωρά τελικά περισσότερους από 125.000 νεκρούς.
Στην πραγματικότητα, οι νεκροί που φθάνουν στο Neptune Memorial Reef για να θαφτούν εκεί είναι αποτεφρωμένοι σε δοχεία. Σε αυτά προστίθεται τσιμέντο, για να σχηματισθούν τελικά οι χώροι του υφάλου, ενώ πάνω από κάθε νεκρό προστίθεται μία μνημειακή πλάκα.
Τα ειδησεογραφικά μέσα χαρακτηρίζουν συχνά το Neptune Memorial Reef ως υποβρύχιο μαυσωλείο ή υποβρύχιο νεκροταφείο, ωστόσο στην πραγματικότητα, όπως λένε οι αρμόδιοι, ο χώρος δεν πληροί τα κριτήρια για να χαρακτηρισθεί ως τέτοιο. Στον… πρωτότυπο αυτό χώρο ταφής αποδίδεται πιο συχνά η ιδιότητα ενός μνημείου αποτεφρώσεων.
Αξίζει να σημειωθεί ότι το εν λόγω αξιοθέατο πέρασε από 40 κύματα, μέχρι να μπορέσει τελικά να λειτουργήσει. Βασικός σκόπελος στην διαδικασία προετοιμασίας του ανοίγματος του υποβρύχιου χώρου ταφής αποτέλεσε η έκδοση των αδειών. Τελικά, μέσα από μία εκτεταμένη διαδικασία αξιολόγησης, το Atlantis Reef Project κατάφερε να λάβει τις πολυπόθητες άδεις λειτουργίας.
Ένας από τους όρους που τέθηκαν για την κατασκευή του ήταν ότι το Memorial Reef θα κατασκευαστεί έτσι, ώστε να αντέξει την ισχυρότερη καταιγίδα που έλαβε χώρα στην περιοχή τα τελευταία 100 χρόνια. Κατά τη διάρκεια της διαδικασίας αδειοδότησης, ο τυφώνας Andrew, ένας τυφώνας κατηγορίας 5 πέρασε, απαιτώντας την αναδιοργάνωση του Reef.
Ο εκτενής ύφαλος βρίσκεται σε μία ειδική ζώνη διαχείρισης του βυθού και έχει σχεδιαστεί με τέτοιο τρόπο, που να συνδυάζει τόσο τα χαρακτηριστικά ενός μέρους φιλικού για την ανάπτυξη θαλάσσιας ζωής, όσο και ενός προορισμού για δύτες.
Τόσο οι βάρκες με τους επισκέπτες, όσο και οι μεμονωμένοι δύτες είναι ευπρόσδεκτοι. Ωστόσο, απαγορεύεται ρητά στην περιοχή τόσο η αλιεία, όσο και η συλλογή αστακών. Άλλωστε, η περιοχή χαρακτηρίζεται πλέον επίσημα κοραλλιογενής ύφαλος, καθώς έχουν αναπτυχθεί εκεί αρκετά κοράλλια.
Το έργο είναι φιλικό προς το περιβάλλον και πληροί τις αυστηρές προϋποθέσεις για την λειτουργία του. Είναι, μάλιστα, πιστοποιημένο από το Green Burial Council. Οι δομές που έχουν δημιουργηθεί στον βυθό της Φλόριντα έχουν βοηθήσει να αναπτυχθεί ένας θαλάσσιος βιότοπος, προωθώντας έτσι την ανάπτυξη των κοραλλιών, ενώ ταυτόχρονα καλλιεργείται η απόλυτη ευκαιρία για «Green Burial».
Σημειώνεται ότι μια πρόσφατη θαλάσσια μελέτη, που διεξήχθη από το Τμήμα Διαχείρισης Περιβαλλοντικών Πόρων, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η θαλάσσια ζωή γύρω από τον ύφαλο έχει περάσει από μηδέν σε χιλιάδες τα πρώτα δύο χρόνια.
Ουσιαστικά, οι δημιουργοί του θέλησαν να δώσουν στον πλανήτη μία απτή εκδοχή της Χαμένης Ατλαντίδας, μέσα από μία διαφορετική προσέγγιση.
Οι επισκέπτες μπορούν να εξερευνήσουν τον χώρο, να δουν τα αγαπημένα τους πρόσωπα, αν έχουν, αλλά και να παρακολουθήσουν την εντυπωσιακή ανάπτυξη του κοραλλιογενούς υφάλου. Εκτός από την παροχή μόνιμης κληρονομιάς για όσους αγαπούν τον ωκεανό, το Neptune Memorial Reef προσελκύει ερασιτέχνες και επαγγελματίες δύτες, θαλάσσιους βιολόγους, μαθητές, ερευνητές και οικολόγους από όλο τον κόσμο. Το Reef είναι δωρεάν και προσβάσιμο σε όλους τους επισκέπτες.
Τα έργα επέκτασης του υφάλου βρίσκονται σε πλήρη εξέλιξη και όταν το μεγαλεπήβολο έργο ολοκληρωθεί, θα έχει μεταμορφώσει περισσότερα από 16 στρέμματα άγονου πυθμένα στον ωκεανό.
Gili Meno Statues, Gili Islands, Ινδονησία
Τα Gili Islands είναι γνωστά στους πιο… ψαγμένους ταξιδιώτες για τα παρθένα νερά τους, τους απίστευτους κοραλλιογενείς υφάλους τους και την μοναδική θαλάσσια ζωή. Οι περισσότεροι επισκέπτες των Gili Islands φροντίζουν να κρατήσουν αρκετό ελεύθερο χρόνο, ώστε να εξερευνήσουν τον βυθό του συμπλέγματος, κάνοντας snorkelling στους κοραλλιογενείς υφάλους και ανακαλύπτοντας τα χιλιάδες τροπικά ψάρια που ζουν εκεί.
Εκεί, όμως, θα έχουν την ευκαιρία να ανακαλύψουν και κάτι ακόμη: Ένα μοναδικό σύμπλεγμα από γλυπτά, που ζουν κάτω από την επιφάνεια του νερού και περιμένουν τους επισκέπτες των μικρών νησιών της Ινδονησίας να τα γνωρίσουν από κοντά. Τα Gili Meno Statues, που περιγράφονται συχνά ως «ομορφιά που στοιχειώνει» έγιναν γρήγορα ένα διάσημο spot για snorkelling και καταδύσεις.
Το project, που ονομάστηκε «Nest», εκτελέστηκε από το BASK, ένα resort οικολογικού ενδιαφέροντος που βρίσκεται στην ακτή του Gili Meno, ακριβώς στην ίδια ευθεία με τα γλυπτά. Δημιουργός αυτού του ιδιαίτερου έργου είναι -ποιος άλλος- ο Βρετανός γλύπτης Jason deCaires Taylor.
Κατά μήκος της δυτικής ακτής του Gili Meno, τα 48 ζευγάρια γλυπτών, άλλα εκ των οποίων στέκονται όρθια, αγκαλιασμένα και άλλα ξαπλωμένα, όλα τοποθετημένα με τρόπο ώστε να σχηματίζουν έναν κύκλο, συμβολίζουν την ζωή και την συνέχεια, την αέναη πορεία του κόσμου και της ανθρώπινης ύπαρξης.
Τα… αγκαλιασμένα γλυπτά περικυκλώνουν εκείνα που είναι κουλουριασμένα στο έδαφος. Κάθε γλυπτό έχει δημιουργηθεί από εκμαγεία αληθινών ανθρώπων, έτσι το αποτέλεσμα είναι ακόμη πιο ρεαλιστικό και όμορφο.
Η θέα των γλυπτών προκαλεί στον επισκέπτη δέος και έντονα συναισθήματα, καθώς τα γλυπτά έχουν σχεδιαστεί με τέτοιο τρόπο, ώστε οι εκφράσεις των ανθρώπινων μορφών να είναι πολύ καθαρές.
Το καλλιτεχνικό δημιούργημα έχει κατασκευαστεί έτσι, ώστε να αποτελεί ένα φιλικό τόπο για να αναπτυχθούν κοράλλια, με στόχο να δημιουργηθεί εκεί ένας υπέροχος κοραλλιογενής ύφαλος.
Oι κοραλλιογενείς ύφαλοι στον κόσμο πεθαίνουν με ταχύ ρυθμό, συμπεριλαμβανομένων και των μοναδικών δειγμάτων που βρίσκονται τα νησιά Gili. Ο πρόσφατος σεισμός, τον Αύγουστο του 2018, καθώς και το παράνομο αγκυροβόλιο κατά μήκος των ακτών των Gili έχουν συντελέσει στην καταστροφή των κοραλλιογενών υφάλων. \
Αξίζει, ωστόσο, να σημειωθεί, ότι ο κύριος παράγοντας αλλοίωσης και καταστροφής των υφάλων οφείλεται φυσικά στον ανθρώπινο παράγοντα: Μόλυνση, υπεραλίευση και κλιματική αλλαγή είναι οι κύριες ανθρώπινες δραστηριότητες που προκαλούν την καταστροφή.
Τα αγάλματα θα χρησιμεύσουν τελικά ως ένα σπίτι σε έναν πλήρως εδραιωμένο κοραλλιογενή ύφαλο. Κατασκευασμένα με ουδέτερο pH και τσιμέντο που δεν προκαλεί ζημιά στο περιβάλλον, τα αγάλματα είναι αγκυροβολημένα στον βυθό της θάλασσας, με αποτέλεσμα το Nest να χαρίζει στην θαλάσσια ζωή ένα έδαφος να κατοικήσει.
Μαλακά κοράλλια και σφουγγάρια θα «χτίσουν» αρχικά ένα σπίτι πάνω στα αγάλματα, τα οποία με τη σειρά τους θα δημιουργήσουν το κατάλληλο περιβάλλον, ώστε ακόμη περισσότερη θαλάσσια ζωή να αναπτυχθεί εκεί.
Τα γλυπτά βρίσκονται βυθισμένα σε μικρό βάθος, γι’ αυτό και είναι εύκολο να τα προσεγγίσει κανείς με μία απλή βουτιά, χωρίς ιδιαίτερο εξοπλισμό. Πηγαίνοντας εκεί, ίσως δείτε πολλούς να κατεβαίνουν έως το ύψος των αγαλμάτων και να προσπαθούν να πιαστούν από αυτά, ενδεχομένως για να βγάλουν μία καλύτερη υποβρύχια φωτογραφία.
Ωστόσο, στην πραγματικότητα απαγορεύεται στους επισκέπτες να ακουμπούν τα γλυπτά. Ο λόγος είναι απλός: Τα κοράλλια και τα σφουγγάρια έχουν ήδη αρχίσει να αναπτύσσονται πάνω τους και, αγγίζοντας τα αγάλματα, ουσιαστικά τα εμποδίζουμε από το να κάνουν την δουλειά για την οποία έχουν σχεδιαστεί.
Σύμφωνα με τα λόγια του ίδιου του deCaires Taylor: «Πρώτα απ ‘όλα, το Nest είναι ένας περιβαλλοντικός χώρος. Οι φιγούρες είναι διατεταγμένες σε κυκλικό σχηματισμό ως αντανάκλαση του κύκλου της ζωής και σύντομα θα γεμίσουν με ζωή. Τα μαλακά κοράλλια και τα σφουγγάρια πρέπει να ανθίσουν γρήγορα, ανοίγοντας το δρόμο για ευαίσθητα σκληρά κοράλλια και έναν πλήρως καθιερωμένο ύφαλο».
Όποιος αδράξει την ευκαιρία να δει αυτό το υποβρύχιο αξιοθέατο από κοντά, ήδη θα έχει την ευκαιρία να δει πολλά τροπικά ψάρια, αλλά και μεγάλες θαλάσσιες χελώνες να κολυμπούν εκεί. Δημιουργίες σαν αυτές δεν βοηθούν απλώς στην διάσωση των κοραλλιογενών υφάλων παγκοσμίως, αλλά προσελκύουν και ένα μεγάλο σώμα τουριστών, οι οποίοι, θαυμάζοντας τα γλυπτά, πληροφορούνται επίσης για τα περιβαλλοντικά οφέλη, με αποτέλεσμα να γίνονται έτσι πιο ευαισθητοποιημένοι σε θέματα διάσωσης του φυσικού περιβάλλοντος.
Αξίζει, επίσης, να γνωρίζετε ότι, παρά το γεγονός ότι η προσέγγιση των γλυπτών μπορεί να γίνει με μια απλή βουτιά, στην πραγματικότητα σε πολύ κοντινή απόσταση περνά ένα πολύ ισχυρό ρεύμα, καθώς μόλις λίγα μέτρα μακριά, ο βυθός βαθαίνει απότομα, οδηγώντας σας… στην άβυσσο της θάλασσας. Γι’ αυτό να είστε προσεκτικοί!
Υποβρύχιο Μουσείο Cape Tarkhanku, Κριμαία, Ουκρανία
Κάτι πολύ ιδιαίτερο και ξεχωριστό συμβαίνει στον βυθό της Κριμαίας. Η περιοχή που αποτέλεσε το μήλον της έριδος μεταξύ Ουκρανίας και Ρωσίας έχει γνωρίσει πολλές πολιτικές και κοινωνικές αναταραχές επί πολλά χρόνια. Ωστόσο, αυτό δεν είναι το μόνο που την χαρακτηρίζει, καθώς κάτω από την επιφάνεια της θάλασσας, όλη αυτή η ταραχή εξαφανίζεται και δίνει τη θέση της σε μία απόκοσμη ηρεμία.
Κάνοντας μία βουτιά στον βυθό της Κριμαίας, θα ανακαλύψει κανείς έναν βυθό γεμάτο ειδώλια και φιγούρες. Όλα αυτά θα τα βρει στο ρομαντικό και μυστηριώδες Cape Tarkhankut, στο δυτικό άκρο της χερσονήσου της Κριμαίας. Εδώ, μια καυτή και υγρή στέπα ξεθωριάζει στη Μαύρη Θάλασσα και φρέσκες πηγές ξεσπούν από τον πυθμένα των αλμυρών νερών.
Τα καλοκαίρια εδώ είναι ζεστά και ξηρά, οι μέρες θερμές και θυελλώδεις και οι νύχτες δροσερές και ήσυχες. Σε αυτό το σημείο, η θάλασσα είναι πεντακάθαρη, προσελκύοντας τουρίστες από όλο τον κόσμο.
Αυτό συμβαίνει καθώς, μετά την πτώση της Ένωσης Σοβιετικών Σοσιαλιστικών Δημοκρατιών (ΕΣΣΔ), ο δύτης Vladimir Borumensky συνέλεξε χιλιάδες στοιχεία πρώην κομμουνιστικών ειδώλων, συμπεριλαμβανομένων κορυφαίων μορφών της ιστορίας, όπως ο Λένιν, ο Στάλιν και ο Μαρξ.
Ο Borumensky έφτιαξε έτσι μία μεγάλη συλλογή από φιγούρες και αποφάσισε να τις βυθίσει. Δημιουργήθηκε, λοιπόν, στον βυθό της Κριμαίας μία υποβρύχια συλλογή, η οποία και ονομάστηκε ο «Δρόμος των ηγετών» (Alley of Leaders). Οι προτομές έχουν στηθεί σε πέτρινα ράφια, θαμμένα υποβρύχια, τα οποία βυθίστηκαν ακριβώς γι’ αυτό το σκοπό.
Το εν λόγω υποβρύχιο αξιοθέατο έγινε τόσο δημοφιλές που επεκτείνεται συνεχώς, με την προσθήκη νέων αντικειμένων στην συλλογή, ενώ οι υπεύθυνοι του υποβρύχιου μουσείου παρουσιάζονται πάντα πρόθυμοι να προσθέσουν κι άλλα νέα αντικείμενα στη συλλογή.
Ενδεικτικά αναφέρεται ότι τα τελευταία 20 χρόνια έχουν προστεθεί περισσότερα από 50 γλυπτά. Μεταξύ άλλων, εκεί θα έχετε την ευκαιρία να δείτε μία φιγούρα που απεικονίζει τον Πύργο του Άιφελ στο Παρίσι, αλλά και μία άλλη που αναπαριστά τη διάσημη Tower Bridge του Λονδίνου.
Με τη θάλασσα να είναι τόσο καθαρή, η υποβρύχια ορατότητα μπορεί συχνά να ξεπεράσει τα 30 πόδια, καθιστώντας το Alley of Leaders ορατό ακόμη και πάνω από την επιφάνεια του νερού.
Ναυάγιο Αλοννήσου, Αλόννησος, Ελλάδα
Tο πρώτο υποβρύχιο μουσείο της Ελλάδας είναι γεγονός από το φετινό καλοκαίρι, που άνοιξε τις πύλες του και είναι πλέον έτοιμο να υποδεχθεί όσους θέλουν να ζήσουν μία ενδιαφέρουσα καταδυτική εμπειρία. Οι υδάτινες πύλες του μουσείου άνοιξαν στις 3 Αυγούστου του περασμένου καλοκαιριού στον βυθό της νησίδας Περιστέρα, στην θάλασσα της Αλοννήσου.
Έτσι, η Ελλάδα πλέον φιλοξενεί σε αυτό το θαλάσσιο κομμάτι των Σποράδων όσους ερασιτέχνες δύτες και δύτες ελεύθερης κατάδυσης ενδιαφέρονται να ανακαλύψουν όλα τα μυστικά του βυθού της Αλοννήσου.
Οι περιπετειώδεις ταξιδευτές, αλλά και οι λάτρεις της φύσης και της ιστορίας θα έχουν, ουσιαστικά, τη δυνατότητα να γνωρίσουν από κοντά το διάσημο ναυάγιο αμφορέων του 5ου αιώνα π.Χ. στο βυθό της νησίδας. Σύμφωνα με τις μελέτες που έχουν πραγματοποιηθεί σχετικά με το ιστορικό υπόβαθρο του ναυαγίου, πρόκειται για ένα μεγάλο εμπορικό πλοίο, πιθανότατα αθηναϊκής καταγωγής, το οποίο πρέπει να ναυάγησε στον βυθό της Αλοννήσου περί το 425 π.Χ.
Το πλοίο ήταν φορτωμένο με χιλιάδες αμφορείς κρασιού, που προέρχονταν από τη Μένδη, αρχαία πόλη της Χαλκιδικής, καθώς και από την Πεπάρηθο, δηλαδή τη σημερινή Σκόπελο. Πρόκειται για δύο περιοχές που, κατά την περίοδο της αρχαιότητας, φημίζονταν για το κρασί που παράγουν.
Ο πρώτος που αντίκρισε και ανακάλυψε το αρχαίο ναυάγιο ήταν ένας ψαράς το 1985, ο οποίος εντόπισε τον βυθισμένο θησαυρό κοντά στη δυτική βραχώδη ακτή της Περιστέρας, σε βάθος 28 μέτρων.
Ο ίδιος ειδοποίησε τις Αρχές, ενώ η ανασκαφή των αρχαίων αντικειμένων έγινε από τους αρχαιολόγους και το προσωπικό της Εφορείας Εναλίων Αρχαιοτήτων του υπουργείου Πολιτισμού. Οι ίδιοι είναι σήμερα αρμόδιοι και για το άνοιγμα του υποβρύχιου μουσείου, όπου οι επισκέπτες θα έχουν την ευκαιρία να δουν τις σωρούς των αμφορέων, που εκτείνονται στο βυθό σε μήκος 25 μέτρων.
Ο εντυπωσιακός αριθμός των αμφορέων δίνει την αίσθηση του περιγράμματος και των μεγάλων διαστάσεων του πλοίου, ενώ η εξαιρετική κατάσταση διατήρησης του ναυαγίου στα -21 έως τα -28 μέτρα καθιστούν το αρχαίο ναυάγιο της Περιστέρας έναν προορισμό που ενδιαφέρει κάθε υποψήφιο επισκέπτη.
Άλλωστε, το εν λόγω ναυάγιο αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα της κλασικής αρχαιότητας, ενώ η ομορφιά των εξωτικών νερών και του πλούσιου βυθού της περιοχής, που βρίσκεται εντός της προστατευόμενης περιοχής του Εθνικού Θαλάσσιου Πάρκου Αλοννήσου – Βορείων Σποράδων, θα κάνει την απόφασή σας να τολμήσετε αυτή την επίσκεψη ακόμη πιο εύκολη!
Σε όσους προκαλεί αμηχανία η ιδέα της κατάδυσης ή όσοι ενδεχομένως αποθαρρυνθούν, πιστεύοντας ότι το μουσείο αφορά μόνο σε έμπειρους δύτες, θα πρέπει να γνωρίζουν ότι οι συνοδοί των καταδυτικών κέντρων, αλλά και το σχετικά μικρό βάθος στο οποίο βρίσκεται το μουσείο είναι εξαιρετικά ενθαρρυντικά στοιχεία για όποιον θέλει να επισκεφθεί τον υποθαλάσσιο χώρο, ακόμη και αν δεν έχει κάνει ποτέ ξανά κατάδυση στο παρελθόν.
Το έργο θεωρείται σταθμός για την Ελλάδα και αναμένεται να καθιερώσει τη χώρα μας ως έναν από τους κύριους προορισμούς στον «χάρτη» του παγκόσμιου καταδυτικού τουρισμού.
Αξίζει, μάλιστα, να σημειωθεί ότι το υποβρύχιο μουσείο της Αλοννήσου έχει ήδη αποσπάσει σημαντικά βραβεία από την Ευρωπαϊκή Ένωση, ενώ έχει παρουσιαστεί και από κορυφαία διεθνή ΜΜΕ όπως οι New York Times, Lonely Planet, Daily Mail, Travel & Leisure και άλλα.
Underwater Sculpture, Αγία Νάπα, Κύπρος
Ένα εξαιρετικού ενδιαφέροντος υποβρύχιο μουσείο αναμένεται να φιλοξενηθεί σύντομα στην Αγία Νάπα της γειτονικής μας Κύπρου. Το εν λόγω μουσείο θα αποτελέσει, μάλιστα, το πρώτο υποβρύχιο μουσείο γλυπτικής που θα ιδρυθεί στην Μεσόγειο.
Το Μουσείο θα αποτελεί επίσης έργο του παγκοσμίου φήμης Βρετανού καλλιτέχνη Jason deCaires Taylor.
To θέμα του υποβρύχιου μουσείου της Αγίας Νάπας είναι ένα τροπικό δάσος κάτω από τη θάλασσα, σε συνδυασμό με μοντέρνα τέχνη. Αν θέλει κανείς να ανακαλύψει τα φανταστικά γλυπτά που θα βρίσκονται εκεί, αρκεί να κάνει μία βουτιά στην παραλία Περνέρας, όπου, σε βάθος 10 μέτρων, τον βυθό θα κοσμούν περισσότερα από 70 υποβρύχια αγάλματα, ανάμεσα σε δεκάδες φιλοτεχνημένα οργανικά δέντρα και υποβρύχια φυτά. Πιο συγκεκριμένα, το Underwater Sculpture θα φιλοξενεί συγκεκριμένα 60 υποβρύχια δέντρα και 71 γλυπτά.
Άλλωστε, ένας από τους στόχους αυτής της δημιουργίας ήταν να κατασκευαστεί και το πρώτο υποβρύχιο δάσος στον κόσμο!
Μέσα από το έργο αυτό, οι δημιουργοί θέλουν να προσφέρουν στον επισκέπτη μία μοναδική εμπειρία, που να αναδεικνύει τη σχέση του ανθρώπου με τη φύση, το περιβάλλον και το βυθό της θάλασσας.
Αξίζει να σημειωθεί ότι η περιοχή στην παραλία Περνέρας έχει αναδειχθεί προστατευόμενη. Έτσι, εκτός από την τουριστική εμπειρία, το μουσείο αποτελεί τον απόλυτο συνδυασμό υψηλής τέχνης και πρωτότυπης ανάδειξης των περιβαλλοντικών προβλημάτων που αντιμετωπίζει ο πλανήτης. Αναμένεται, μάλιστα, να έχει πάρα πολύ σημαντικό περιβαλλοντικό όφελος, καθώς θα επαναφέρει τη θαλάσσια ζωή στα ύδατα της περιοχής.
Σχετικά με την δημιουργία του φιλόδοξου υποβρύχιου μουσείου στην Αγία Νάπα, ο καλλιτέχνης είχε δηλώσει κατά την παρουσίαση του χώρου: «Τα γλυπτά θα εξερευνήσουν την πλούσια πολιτιστική και φυσική κληρονομιά της περιοχής, αναδεικνύοντας την εξαιρετική ομορφιά της φύσης που βρίσκεται κάτω από την επιφάνεια της θάλασσας, δίνοντας ταυτόχρονα την ευκαιρία στη θαλάσσια ζωή να ανθίσει, δημιουργώντας ένα εξαιρετικό παράδειγμα επιτυχημένης ανθρώπινης αλληλεπίδρασης με τη φύση».
Διαβάστε επίσης:
30 «μυστικά» νησιά για τις απόλυτες απομονωμένες διακοπές – Ανάμεσά τους ένα ελληνικό
10 παραλίες της Ελλάδας που αγάπησαν και ξεχώρισαν ξένοι ταξιδιώτες
Best World Awards: Τα κορυφαία νησιά του κόσμου για το 2020 – Ανάμεσά τους και 3 ελληνικά
Ακολουθήστε το Portraits στο Google News για την πιο ξεχωριστή ενημέρωση