Μία νέα έρευνα έδειξε ενδιαφέροντα αποτελέσματα μεταξύ των βακτηρίων του εντέρου και τα χαρακτηριστικά της προσωπικότητας και του νευρωτισμού. Τα στοιχεία έδειξαν πιθανά πλεονεκτήματα που μπορεί να έχουν τα τρόφιμα που περιέχουν προβιοτικά.
Η δρ. «Katerina Johnson» από το τμήμα «Experimental Psychology» του πανεπιστημίου «Oxford University» εξέτασε το ενδεχόμενο να υπάρχει κάποια σύνδεση μεταξύ των βακτηρίων που βρίσκονται στο έντερο και τα ορισμένα χαρακτηριστικά της προσωπικότητας όπως η κοινωνικότητα και ο νευρωτισμός.
Το θέμα αυτό απασχολεί ολοένα και περισσότερο την ιατρική κοινότητα καθώς αυξάνονται οι έρευνες που συνδέουν τον εγκέφαλο με τα μικρόβια του εντέρου και τη συμπεριφορά. Αυτό είναι γνωστό ως ο «άξονας μικροβίων, εντέρου και εγκεφάλου»
Μέχρι στιγμής οι περισσότερες έρευνες έχουν γίνει κυρίως σε ζώα, ενώ οι μελέτες στον άνθρωπο επικεντρώθηκαν στο ρόλο που παίζει το μικροβίωμα του εντέρου σε κάποιες νευροψυχιατρικές καταστάσεις .
Η δρ. «Katerina Johnson» εν αντιθέσει εστίασε την έρευνα της στη μελέτη του γενικού πληθυσμού για να δει πώς η ποικιλία των τύπων βακτηρίων που ζουν στο έντερο μπορεί να σχετίζεται με την προσωπικότητα.
Για αρχή σύλλεξε με την ομάδα της τα δείγματα κοπράνων από 655 ενήλικες, από τους οποίους το 71% ήταν γυναίκες και το 29% άντρες με μέση ηλικία 42 ετών. Οι επιστήμονες χρησιμοποίησαν την ανάλυση αλληλουχίας γονιδίου 16S rRNA για να εξετάσουν την αφθονία των ειδικών βακτηριακών γενεών.
Επιπλέον στη μελέτη οι συμμετέχοντες απάντησαν σε ένα διεξοδικό ερωτηματολόγιο που με ερωτήματα σχετικά με τη συμπεριφορά, την υγεία, τον τρόπο ζωής τους και τους κοινωνικούς και δημογραφικούς παράγοντες.
Στη συνέχεια πραγματοποίησαν μια σειρά στατιστικών αναλύσεων, οι οποίες βοήθησαν να καθοριστεί η σχέση μεταξύ της σύνθεσης των βακτηρίων του εντέρου και των χαρακτηριστικών συμπεριφοράς όπως η κοινωνικότητα και ο νευρωτισμός.
Πιο συγκεκριμένα, η ερευνήτρια χρησιμοποίησε το διεθνές τεμάχιο στοιχείων προσωπικοτήτων, «International Personality Item Pool», το οποίο αποτελείται από 50 αντικείμενα, για να αξιολογήσει τα χαρακτηριστικά της προσωπικότητας με βάση το «μοντέλο προσωπικότητας πέντε παραγόντων».
Αυτό σημαίνει ότι οι διαφορές στην προσωπικότητα ομαδοποιούνται γύρω από πέντε κύριους τομείς, ή όπως είναι ευρέως γνωστός ο όρος «Big Five»:
- Ο πρώτος τομέας αφορά την εξωστρέφεια ενός ατόμου ή την τάση του να αναζητά την παρέα των άλλων
- Ο δεύτερος τομέας αφορά τη συμπόνοια που ορίζεται ως «εμπιστοσύνη και ανταπόκριση στις κοινωνικές αλληλεπιδράσεις»
- Ο τρίτος τομέας αφορά τη συνειδητότητα ή την προσοχή στη λεπτομέρεια και την εστίαση.
- Ο τέταρτος τομέας αφορά τον νευρωτισμό, δηλαδή την τάση να αισθάνεται ένα άτομο αρνητικά συναισθήματα
- Ο πέμπτος τομέας αφορά την καινοτομία και εφευρετικότητα. Πιο συγκεκριμένα οι ερευνητές τον χαρακτήρισαν ως «δημιουργικότητα, πνευματική περιέργεια και προθυμία να αναζητήσουν τα άτομα νέες εμπειρίες»
Η γιατρός εφάρμοσε πολλαπλές αναλύσεις παλινδρόμησης για την επικράτηση συγκεκριμένης τάξης βακτηρίων και τις προσάρμοσε στις βασικές μεταβλητές που οι επιστήμονες γνωρίζουν ότι επηρεάζουν τη σύνθεση των βακτηρίων του εντέρου.
Αυτές οι μεταβλητές ήταν το φύλο, η ηλικία, ο δείκτης μάζας σώματος, η βρεφική διατροφή, η μέθοδος τοκετού, η λήψη από του στόματος αντιβιοτικών τους τελευταίους 6 μήνες, οι παρούσες συνθήκες στο έντερο και η χρήση προβιοτικών συμπληρωμάτων.
Η μελέτη αποκάλυψε ότι διάφοροι τύποι βακτηρίων οι οποίοι σε προηγούμενες έρευνες συνδέονταν με τον αυτισμό, είχαν επίσης συσχετισμούς με τις διαφορές κοινωνικοποίησης στον γενικό πληθυσμό.
Σύμφωνα με την δρ. Katerina Johnson, αυτό υποδηλώνει ότι το μικροβιακό έντερο μπορεί να συμβάλει όχι μόνο στα ακραία χαρακτηριστικά συμπεριφοράς που παρατηρούνται στον αυτισμό αλλά και στη μεταβολή της κοινωνικής συμπεριφοράς στο γενικό πληθυσμό.
Επιπλέον, η μελέτη διαπίστωσε ότι τα κοινωνικά άτομα είναι πιο πιθανό να έχουν μια πιο ποικιλόμορφη σύνθεση βακτηρίων του εντέρου. Αυτό υποδηλώνει ότι η κοινωνική δράση μπορεί να προάγει την ποικιλομορφία των μικροβίων του εντέρου.
Πολλοί άνθρωποι πιστεύουν ότι η μεγάλη ποικιλία στο μικροβίωμα του εντέρου, προάγει την υγεία του εντέρου και τη γενική υγεία. Όντως η ανάλυση αποκάλυψε ότι η μικρότερη μικροβιακή ποικιλομορφία συσχετίστηκε με υψηλότερα επίπεδα στρες και άγχους.
Η σημασία της διατροφής
Στην ανάλυση αλληλοσύνδεσης αποδείχθηκε ότι οι άνθρωποι που έτρωγαν περισσότερα τρόφιμα με φυσικά προβιοτικά είχαν σημαντικά χαμηλότερα επίπεδα άγχους και νευρωτισμού και ήταν επίσης λιγότερο πιθανό να αναπτύξουν ψυχική ασθένεια.
Ένα άλλο ενδιαφέρον συμπέρασμα ήταν ότι οι άνθρωποι που έτρωγαν με καθοδηγούμενη από γιατρό διατροφή ως βρέφη, είχαν ένα λιγότερο διαφοροποιημένο μικροβίωμα εντέρου.
Στο σημείο αυτό η ερευνήτρια τόνισε ότι η διατροφή των βρεφών μπορεί να έχει μακροπρόθεσμες συνέπειες στην υγεία των εντέρων. Επίσης ανέφερε ότι «η σύγχρονη ζωή μας μπορεί να προσφέρει ανισορροπία στο μικροβίωμα του εντέρου». Σύμφωνα με την ίδια, το άγχος, οι ελάχιστες κοινωνικές αλληλεπιδράσεις και η απομάκρυνση από τη φύση επηρεάζουν αρνητικά την υγεία του εντέρου. Το ίδιο και όσες διατροφές είναι ανεπαρκείς σε φυτικές ίνες και η συχνή χρήση αντιβιοτικών.
Όλοι αυτοί οι παράγοντες μπορούν να επηρεάσουν το μικροβίωμα του εντέρου και κατά συνέπεια τη συμπεριφορά και την ψυχολογική μας ευημερία με άγνωστους ακόμα τρόπους.
Η έρευνα αυτή μπορεί να φανεί χρήσιμη σε μελλοντικές έρευνες για τον ρόλο των βακτηρίων στη συμπεριφορά, γεγονός που μπορεί να βοηθήσει στην ενημέρωση για την ανάπτυξη νέων θεραπειών για αυτισμό και κατάθλιψη.